Η πρόκριση στα playoffs του Europa League χάθηκε με αδιανόητο τρόπο για τον Παναθηναϊκό ύστερα από μια ανεπανάληπτη ιστορικά διαδικασία πέναλτι, ωστόσο οι “πράσινοι” δικαιολογούν από την αναμέτρησή τους με τον Άγιαξ προσδοκία δημιουργίας μιας στέρεης ποδοσφαιρικά βάσης.
Όταν έχουν εκτελεστεί 34 πέναλτι – αριθμός ρεκόρ στην ιστορία των ευρωπαϊκών διοργανώσεων και όχι μόνο των συλλογικών – για να διακρίνουν ποιος, Άγιαξ ή Παναθηναϊκός, θα συνεχίσει στα playoff του Europa League. Όταν αυτή η διαδικασία ξεπερνάει σε διάρκεια ολάκερο το ημίωρο της παράτασης.
Όταν έχουν χαθεί, εκατέρωθεν και μόνο από τη βούλα, αλλεπάλληλα match balls, όταν ψυχολογικά οι πρωταγωνιστές έχουν εξοντωθεί – και φαίνεται -, τότε πολλά πολλά για το τι άλλο, ό,τι άλλο προηγήθηκε, στις δύο ώρες μπάλας στη Johan Cruijff Arena δεν φτουράνε.
Οι «πράσινοι» για τέταρτη φορά σε ακριβώς έναν χρόνο, έπαιξαν μια πρόκριση στα πέναλτι. Με τρίτο διαφορετικό προπονητή στον πάγκο τους. Ίδια μέρα πέρυσι, με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς και με το γκολ (πέναλτι κι αυτό) που τους κράτησε «ζωντανούς» για ένα έξτρα ημίωρο στη Μασσαλία στο 90+9’, απέκλεισαν τη Μαρσέιγ, στα προκριματικά τότε του Champions League.
Οι επόμενες δύο ήρθαν στην πορεία για την κατάκτηση του Κυπέλλου, με τον Φατίχ Τερίμ τεχνικό. Αρχικά στο «Καραϊσκάκης» κόντρα στον Ολυμπιακό και στη συνέχεια στα ημιτελικά, στη Λεωφόρο, κόντρα στον ΠΑΟΚ. Στην πρώτη σε άδειες εξέδρες και με τον Τούρκο να αποθεώνεται για το… ειδικό βάρος του, στη δεύτερη ήταν το γκολ του Λημνιού στο 120+9’, με το οποίο ο Παναθηναϊκός συνέχισε να διεκδικεί – και εν τέλει να κατακτά – το εισιτήριο για τον τελικό.
Τέταρτη – με τον Ντιέγκο Αλόνσο πια στα ηνία – διαδοχική επικράτηση στη ζαριά των πέναλτι, μάλλον θα ήταν κόντρα στις (όποιες) πιθανότητες. Δεν ήρθε. Και ας φάνηκε η αλληλουχία που οδήγησε ουσιαστικά την πρόκριση εκεί, στα πέναλτι, ευνοϊκή – ψυχολογικά, αγωνιστικά – για τους «πράσινους».
Στη μία επίθεση, στο παρά δύο του ενενηντάλεπτου, ο Γκοτς σημάδεψε το δοκάρι του Ντραγκόβσκι. Στην αντεπίθεση, στο παρά ένα πια, ύστερα από μπιλιάρδο με τρεις κόντρες, ο Τετέ ισοφάρισε το σκορ της επικράτησης του “Αίαντα” στην Αθήνα.
Στο ελάχιστο ενδιάμεσο των δύο φάσεων, Ολλανδοί σχολιαστές πρόλαβαν να γίνουν μάντεις κακών για τον Άγιαξ, εκτιμώντας πως έπρεπε να είχε “τελειώσει το παιχνίδι με 3-1 και όχι να το παίζει σε μια επίθεση στο τέλος”. Ακόμη το συζήταγαν, όταν η αγορά των 4,75 εκατ. ευρώ για τον Παναθηναϊκό δικαίωσε τον φόβο τους, ανοίγοντας λογαριασμό με τα πράσινα.
Ισχυρισμός που δεν είχε ανεδαφική βάση. Το χτεσινοβραδινό ήταν το παραγωγικότερο – σε επίπεδο δημιουργίας φάσεων και ευκαιριών – παιχνίδι του Άγιαξ με τον Φραντσέσκο Φαριόλι στα ηνία (φιλικό ή επίσημο). Ο Ντραγκόβσκι και δις τα δοκάρια του, κράτησαν το πολυπόθητο, επιβεβλημένο για να έχει ουσία και αντίκρισμα η ελπίδα ανατροπής του Παναθηναϊκού, ζερό.
Μισή αλήθεια, βλέποντας μόνο το φιλμ του ματς. Στο φινάλε, το (έτσι κι αλλιώς υποκειμενικό) xScore, δεν είναι… score. Η άλλη μισή αλήθεια προκύπτει από… όλο το ματς. Αν στους «πράσινους» βγήκε, έστω με τύχη ή με τις εντυπωσιακές επεμβάσεις του Πολωνού κίπερ, αυτό το ζερό στην άμυνα, τα υπόλοιπα που (θα) χρειάζονταν στο Άμστερνταμ για να ανατρέψουν τα δεδομένα, είτε τα έκαναν είτε προσπάθησαν να τα κάνουν.
Πίεσαν ψηλά όσο οι ανάσες και τα πνευμόνια για την εποχή επιτρέπουν. Κράτησαν μπάλα και το μυαλό τους. Βελτιώθηκαν στο δεύτερο ημίχρονο, υπενθυμίζοντας επιθετικά την παρουσία τους (που στο πρώτο εξαντλήθηκε σε ελάχιστα και σε μια μάλλον υπερβολική διαμαρτυρία για πέναλτι), εξαργυρώνοντας και το – σε μεγαλύτερη διάρκεια – ανέβασμα στο γήπεδο, αλλά και τις αποδοτικές και λειτουργικές αλλαγές του Ουρουγουανού προπονητή, που έβγαλαν εκτός των άλλων και μεγαλύτερη – συγκριτικά – φρεσκάδα στην παράταση.
Γενικά, σε αυτά τα 120 λεπτά ποδοσφαίρου, έδειξαν πράγματα – και αγωνιστικά και πνευματικά – στο χορτάρι. Κόντρα σε μια δομημένη, πλην όμως άκρως ανασφαλή και σε καμία περίπτωση έτοιμη ομάδα, πόσο μάλλον φόβητρο. Ναι, συνδυαστικά και με τα 90 λεπτά της Αθήνας, δεν ήταν περισσότερα από όσα έδειξε και έκανε ο Άγιαξ. Ήταν όμως ικανά για τους «”πράσινους”, με όλα τα χτεσινοβραδινά συμπαρομαρτούντα, να ρεφάρουν, να κερδίσουν και να παίξουν στα ποδοσφαιρικά ζάρια την πρόκριση.
Εκεί, εξ ορισμού, τα πάντα είναι πενηνταρίσια. Ακόμη περισσότερο όπως εξελίχτηκε η συγκεκριμένη, ανεπανάληπτη διαδικασία πέναλτι. Τούτη τη φορά η μπίλια δεν έκατσε στο πράσινο. Έτσι κι αλλιώς εκεί κανείς δεν εγγυάται το παραμικρό, κανείς δεν υπογράφει νίκες και προκρίσεις. Αναπόφευκτα. Και συνήθως, συχνότερα από τη μία στις τέσσερις που είναι πια το ρεκόρ του Παναθηναϊκού σε αυτόν τον χρόνο από τη βούλα.
Και όπως πολλά άλλα, μετά από κάτι… τέτοιο δεν υπάρχουν για να ξεχωρίσεις στο ρεζουμέ του όπως ήρθε πάντα αποκλεισμού (ειδικά με μια άλλη δύσκολη αποστολή που έπεται, με διακύβευμα πια την ευρωπαϊκή παρουσία φθινόπωρο και χειμώνα), έτσι και από την άλλη και για τη συνέχεια της σεζόν, προκύπτουν και καταγράφονται ενθαρρυντικά που οι “πράσινοι” κατοχύρωσαν από την εικόνα τους στο Άμστερνταμ. Και ατομικά και ομαδικά και από τον πάγκο τους.
Δεδομένου του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά και της συνολικής αναδόμησης που εκ νέου επιχειρείται στους Κυπελλούχους Ελλάδας, είναι μια καλή, χρήσιμη, καλοκαιρινή βάση. Και δυναμικά ικανή να εξελιχτεί σε ποδοσφαιρικά κάτι πιο στέρεο και πιο αποδοτικό σε βάθος χρόνου από (ακόμη και) επιτυχημένες ζαριές.
Comments