Το βλέμμα του ήταν βλοσυρό. Στο όριο της καχυποψίας. Στα μάτια του έβλεπες την προεργασία του μυαλού. Δεν έχει περάσει και λίγα στην καριέρα του. Οι εμπειρίες της ζωής και τα βιώματα σε καθιστούν επιφυλακτικό. Υπομονετικό. Δίχως βιαστικές κρίσεις.
«Για να δούμε τι φρούτο είναι πάλι αυτός ο δημοσιογράφος…» μαρτυρούσε η γλώσσα του σώματος. Το κεφάλι του μάλλον βουίζει ακόμα από τις υπερβολές και τις προσδοκίες στο ξεκίνημα της καριέρας του.
Και μόνο το προσωνύμιο «Κρόιφ των Βαλακανίων» που τον συνόδευε από αμούστακο παιδάκι, αρκεί.
Είκοσι εννέα ημέρες πριν ενηλικιωθεί, ξεκίνησε να κάνει… όργια στην πρώτη κατηγορία της Ολλανδίας. Εντυπωσιακό; Μάλλον ναι, αλλά μην βιάζεστε… Εχει κι άλλα. Ακόμα πιο εντυπωσιακά.
Οταν έγινε 16,5 χρόνων και είχε ως συμπαίκτες στην Εθνική Ελπίδων (U21) της Σερβίας αθλητές που ήταν έξι χρόνια μεγαλύτεροί του, οι μάνατζερ έκαναν παρέλαση με προτάσεις.
O Ερυθρός Αστέρας έκανε τα πάντα για να επιστρέψει στην ακαδημία του, αλλά ο πάτερ φαμίλιας, Ντούσαν Τζούρισιτς, «επέλεξε» να αγωνιστεί στη Γ’ Εθνική κατηγορία της Σερβίας με την Ραντνίτσκι.
Ο 17χρονος Φίλιπ τον δικαίωσε εμπράκτως πανηγυρικά. Αμεσα. Οχι μόνο άντεξε το «ξύλο», αλλά αναδείχθηκε κορυφαίος παίκτης του πρωταθλήματος, κάνοντας τους σκάουτερ ευρωπαϊκών μεγαθηρίων να τρίβουν τα μάτια τους και να κονταροχτυπιούνται για πάρτη του.
Η οικογένεια Τζούρισιτς προτίμησε την… Χέρενφεϊν αντί της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και του Αγιαξ (!) με τον Αίαντα να αναγκάζεται να στραφεί στην έτερη επιλογή του, τον συνομήλικό του, τότε παίκτη της Οντένσε και μετέπειτα πασίγνωστο, Δανό, Κρίστιαν Ερικσεν…
Η Γιουνάιτεντ είχε ήδη «ψωνίσει» από τη σερβική αγορά τον Νεμάνια Βίντιτς μέσω του σκάουτ της στα Βαλκάνια, Μπούντιμιρ Βούγιατσιτς. Ο ίδιος άνθρωπος τον πρότεινε και τον πήγε στο Μάντσεστερ.
Στα 17 του χρόνια προπονήθηκε με την πρώτη ομάδα, έμεινε στο σπίτι του Βίντιτς που τον είχε από κοντά κι όλα πήγαιναν περίφημα. Ο Φίλιπ ζούσε το όνειρό του.
Ο πατέρας του, που έπαιζε ποδόσφαιρο σάλας σε υψηλό επίπεδο, υπήρξε ο μέντοράς του. Αυτός ήταν ο… περίεργος.
Είχε τον πρώτο λόγο στο οικογενειακό συμβούλιο που γινόταν στα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα. Μέχρι ο Φίλιπ να ωριμάσει, να μπει στο ποδόσφαιρο και να ορίσει την τύχη και τις εμπειρίες του ο ίδιος.
Οι επιλογές του ήταν πάντοτε κόντρα στο ρεύμα και τη λογική των πολλών. Αυτών που κοιτάζουν τη βιτρίνα και δεν βλέπουν την ουσία. Δεν τον ένοιαζαν οι φανφάρες. Οι εντυπώσεις. Τα φύκια και οι μεταξωτές κορδέλες.
Θα το διαπιστώσετε αργότερα. Λίγο υπομονή.
Υπήρχε και το πρόβλημα ότι η Σερβία μέχρι το 2012 δεν ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και χρειάζονταν να βρεθεί λύση με την άδεια εργασίας.
Αυτό ήταν και το πρόσχημα για να αποχωρήσει από την ακαδημία του Ολυμπιακού όπου τον είχε πάει ο Ιλια Ιβιτς σε ηλικία 15 χρόνων και είχε ξετρελάνει τον Ρέντη.
Τότε, ο Ερυθρός Αστέρας είχε προσφύγει στην UEFA εναντίον του παίκτη και υπήρχε ο κίνδυνος τιμωρίας/αγωνιστικής απραξίας του. Η άδεια καθυστερούσε.
Η οικογένεια Τζούρισιτς πήρε τα μπογαλάκια της κι έφυγε άρον-άρον.
Αλλά δεν γύρισε ποτέ ξανά πίσω στον Ερυθρό Αστέρα.
Μόλις λίγα χρόνια αργότερα, κοτζάμ Ρούι Κόστα τον έχρισε διάδοχό του. «Μετά από εμένα και τον Αϊμάρ, είσαι εσύ…» του είχε πει περιχαρής για να υπογράψει στην Μπενφίκα.
Mε ποσό ρεκόρ -τότε- για τους «αετούς» και με ρήτρα αποδέσμευσης 40 εκατ. ευρώ.
Πού να ήξερε ότι τον περίμενε… κρύο ντους από τον Ζορζ Ζεσούς.
«Πρέπει να ξέρεις ότι εγώ δεν παίζω με 10άρι! Θα πρέπει να αλλάξεις θέση…» του είπε ορθά κοφτά και τον άφησε κάγκελο.
Μαζί με τη φόρα, του έκοψε και τα φτερά.
Διότι όσο κι αν προσπάθησε να προσαρμοστεί σε διαφορετικό ρόλο (στράικερ), ήταν ακόμα ανώριμος για υπερβάσεις, τύπου σούπερ σταρ στην Μπενφίκα, πόσο μάλλον σε άλλο ρόλο.
Ακολούθησαν τα «κάτεργα». Η περιπλάνηση των δανεισμών.
Αν μπορεί να βαφτίσει κανείς «κάτεργα», το να πηγαίνεις στην Μπουντεσλίγκα για τη Μάιντς, την Πρέμιερ Λιγκ για τη Σαουθάμπτον και το Βέλγιο για την Αντερλεχτ, χωρίς να πέσει το ταβάνι να σε πλακώσει.
Για τον διεθνή Σέρβο μεσοεπιθετικό του Παναθηναϊκού, εντούτοις, εκείνη τη χρονική στιγμή, ήταν απογοήτευση. Ξενέρωμα. Απρόσμενο και αναπάντεχο.
Ομως στη ζωή οι δοκιμασίες και οι αντιξοότητες αποτελούν κανόνα. Και μέσα απ’ αυτές μαθαίνεις πώς να ανταποκρίνεσαι στις επόμενες προκλήσεις.
Ακολούθησαν έξι χρόνια στο Καμπιονάτο. Ισως στο κορυφαίο «πανεπιστήμιο» τακτικής στον κόσμο.
Το βλέμμα του παρέμενε βλοσυρό. Το βήμα του έγινε γρήγορο. Επρεπε να βγουν οι φωτογραφίες.
Στην αυλή. Πίσω από την αίθουσα τακτικής του πολυτελούς ξενοδοχείου όπου είχε καταλύσει η αποστολή του Παναθηναϊκού στην Αυστρία.
Αλίμονο εάν δεν ήξερε τη διαδικασία τόσα χρόνια στα «σαλόνια». Εκεί, αίφνης, έσπασε ο πάγος. Να ‘ναι καλά ο Ντε Τσέρμπι.
Η μοίρα του έκλεισε το μάτι. Τον παρέδωσε στα χέρια του 44χρονου προπονητή για τον οποίο ο τεράστιος Πεπ Γκουαρδιόλα υποστήριξε ότι είναι ένας από τους πιο επιδραστικούς συναδέλφους του την τελευταία 20ετία.
Το πρόσωπό του έλαμψε όταν η κουβέντα περιστράφηκε γύρω απ’ τον Ιταλό προπονητή της Μπράιτον ενόσω έβγαιναν οι φωτογραφίες από τον Δημήτρη Μπίρνταχα.
«Φίλιπ, you are paiktara» του είπε ο Μήτσος και του ζήτησε μία φανέλα πάση θυσία. Σε πρώτη ευκαιρία.
Ο Τζούρισιτς χαμογέλασε και κάτι του είπε στο αυτί. Είχε χαλαρώσει.
Ήμασταν έτοιμοι για τη συνέντευξη.
ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ
«Το μέρος που γεννήθηκα, 30 χιλιόμετρα έξω από το Βελιγράδι στην πόλη Ομπρένοβατς, 30 χιλιάδων κατοίκων, δεν το έχω εγκαταλείψει ποτέ. Πηγαίνω πάντοτε.
Σε κάθε ευκαιρία, παίρνω τα τρία παιδιά μου και επισκέπτομαι τους παππούδες μου και το μέρος που μεγάλωσα.
Οταν ήμουν παιδί έπαιζα όλη την ώρα μαζί με όλους τους υπόλοιπους που μαζευόμασταν. Οχι μόνο ποδόσφαιρο. Ολα τα σπορ. Από το πρωί μέχρι το βράδυ.
Δυστυχώς αυτό δεν συμβαίνει σήμερα στα παιδιά. Ηταν υπέροχο και ακόμα έχω κρατήσει φίλους από τα χρόνια εκείνα.
Ημασταν τυχεροί γιατί στην πόλη μας υπήρχε το ποδοσφαιρικό σχολείο της Σερβίας.
Το σχολείο ποδοσφαίρου που ήμουν μαθητής στη Σερβία (σ.σ. α ρε Ελλαδάρα, πότε επιτέλους θα βγεις από τον λήθαργο) έχει αυτή τη στιγμή πολλούς αθλητές που παίζουν σε υψηλό ποδοσφαιρικό επίπεδο.
Τον Μάτιτς της Ρόμα, εμένα, τον Ομπράντοβιτς της Αντερλεχτ, τον Τζούρτζεβιτς που ήταν στον Ολυμπιακό, τον Ραντοβάνοβιτς που έπαιξε δέκα χρόνια στη Σέριε Α και αποσύρθηκε φέτος. Κι άλλους ακόμα.
Ημασταν τυχεροί όλοι μας. Εκεί άρχισαν όλα.
Ο πατέρας μου, Ντούσαν, ήταν διεθνής παίκτης στο ποδόσφαιρο σάλας με την πρώην Εθνική Γιουγκοσλαβίας.
Κόλλησα απ’ αυτόν. Οταν ήμουν 7 χρόνων, δούλευε στην Adidas του γηπέδου του Ερυθρού Αστέρα και σε κάθε ματς ήμουν στο γήπεδο, έβλεπα τους παίκτες, την ατμόσφαιρα, βίωνα όλη τη διαδικασία από κοντά.
Ηθελα να γίνω ποδοσφαιριστής.
Αγάπησα το ποδόσφαιρο υπερβολικά από την αρχή. Είχα ταλέντο κι όλα πήραν το δρόμο τους.
Ο γιος μου (σ.σ. έχει και δύο κόρες) επίσης λατρεύει το ποδόσφαιρο. Είναι 6 χρόνων. Υπάρχει το DNA. Και το περιβάλλον για να τον κατευθύνει. Θα δούμε.
Ο πατέρας μου έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην καριέρα μου. Ολα τα πράγματα που έμαθα για το ποδόσφαιρο, τα έμαθα απ’ αυτόν.
Με έμαθε να είμαι ένας άνθρωπος που θα παίζει για την ομάδα του, παρότι στη σημερινή εποχή μπορεί αυτό να ακούγεται κάπως… παράξενο.
Εάν ένας συμπαίκτης μου είναι σε καλύτερη θέση, πρέπει να του δώσω τη μπάλα. Ακόμη κι αν είναι ο χειρότερος εχθρός μου. Αυτήν την κατεύθυνση μου έδωσε.
Το λέω αυτό γιατί σήμερα οι περισσότεροι παίκτες σκέφτονται τις επιλογές που θα είναι καλύτερες για τους ίδιους κι όχι για την ομάδα, ότι κάποιος άλλος μπορεί να πετύχει περισσότερα γκολ.
Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο. Θα ήταν σαν να πούλαγα τον ίδιο μου τον εαυτό.
Επιπλέον, πήρα αποφάσεις που για άλλους παίκτες θα ήταν… περίεργες και δεν θα τις επέλεγαν με τίποτα.
Ακουσα τον πατέρα μου στα πρώτα μου βήματα και απέκτησα πάρα πολύ σημαντικές εμπειρίες. Οταν άρχισα να παίζω ποδόσφαιρο ο Ερυθρός Αστέρας με πήρε στην ακαδημία του.
Ποδόσφαιρο έπαιζα πάντοτε ως νούμερο 10. Ως θέση, όχι ότι με ενδιέφερε ποτέ το νούμερο στη φανέλα. Ως τοποθέτηση μέσα στο γήπεδο. Στην πορεία έπαιξα αρκετές φορές στα «φτερά».
Χρειάστηκε να παίξω μέχρι και φουλ μπακ στην Εθνική ομάδα, γιατί ο προπονητής μας ήθελε να χωρέσει στην ίδια ενδεκάδα Μιλίνκοβιτς Σάβιτς, Βλάχοβιτς, Μίτροβιτς, με εμένα δεξιά και τον Κόστιτς αριστερά στις δύο πλευρές.
Ηταν ένα πολύ επιθετικό σχήμα. Αλλά η θέση μου είναι 10άρι.
Εφυγα από τη Σερβία για πρώτη φορά όταν ήμουν 15 χρόνων. Το 2007. Ο Ιλια Ιβιτς με είδε και ζήτησε να πάω στην Ελλάδα για την ακαδημία του Ολυμπιακού.
Η Σερβία δεν ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και έπρεπε να πάρω άδεια παραμονής. Ο Ερυθρός Αστέρας σταύρωσε τα χέρια. Δεν ήθελε να με χάσει.
Εκανε καταγγελία στην UEFA για χαμηλό όριο ηλικίας μεταγραφής, υπήρχε κίνδυνος να μου επιβαλλόταν ποινή και να μην έπαιζα για ένα διάστημα. Εμεινα εκεί για τέσσερις μήνες.
16 ΧΡΟΝΩΝ ΣΤΗ Γ’ ΕΘΝΙΚΗ, WONDERKID ΚΑΙ… ΚΡΟΪΦ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ
Γύρισα πίσω στην πόλη μου.
Δεν πήγα ξανά στον Ερυθρό Αστέρα.
Πήγα στην Ραντνίτσκι. Η οικογενειακή μας απόφαση ήταν να παίξω σε ανδρικό επίπεδο και να μην επιστρέψω σε καμία ακαδημία.
Επαιξα 16 χρονών στη Γ’ Εθνική. Βγήκα ο καλύτερος παίκτης του πρωταθλήματος.
Ο Ολλανδός legend του Αγιαξ, Γκέρι Μιούρεν, ήρθε να με δει να παίζω.
Οταν τελείωσε το ματς μου φώναζε δυνατά «είσαι σαν να βλέπω τον Κρόιφ των Βαλκανίων». Από τότε έμεινε.
Ηταν συμπαίκτης του Γιόχαν Κρόιφ στην ομάδα – Total Football του Αγιαξ.
Και σκάουτ του Αγιαξ εκείνη την περίοδο.
Λίγους μήνες αργότερα ο Αγιαξ μου έκανε επίσημη πρόταση για επαγγελματικό συμβόλαιο και μου εξήγησε το πλάνο για ένα χρόνο δανεισμού πριν την ενσωμάτωση στην πρώτη ομάδα.
Δεν πήγα.
Προτίμησα, σε πρώτη φάση, να πάω στο Μάντσεστερ που είχε κάνει πρόταση στην ομάδα μου και με ήθελε.
Με είχε δει ο υπεύθυνος σκάουτερ της Γιουνάιτεντ στα Βαλκάνια, που είχε εντοπίσει και τον Βίντιτς.
Πήγα και έμεινα μαζί με τον Βίντιτς. Εκανα προπονήσεις με την πρώτη ομάδα για δέκα μέρες.
Μου πρότειναν το ίδιο πλάνο περίπου με τον Αγιαξ, λίγο διαφορετικό λόγω της άδειας παραμονής.
Η διοίκηση της Ραντνίτσκι έχει ακόμα καρφιτσωμένο στα γραφεία της το mail της πρότασης από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Δεν ήταν και μικρό πράγμα για μία ομάδα Γ’ Εθνικής.
Ούτε εκεί υπέγραψα.
Ηταν απόφαση οικογενειακού συμβουλίου. Σ’ αυτές της ομάδες με τόση πίεση, εάν είσαι μικρός, μπορεί να χρειάζεσαι χρόνο προσαρμογής.
Είναι προτιμότερη η σταθερότητα από τις μετακινήσεις, ειδικά όταν πρωτομπαίνεις στο επαγγελματικό επίπεδο.
Δεν με είχαν δει ασφαλώς μόνο στην Γ’ Εθνική. Επαιζα βασικός στην U17 και λίγους μήνες μετά στην U21 της Σερβίας με συμπαίκτες έξι χρόνια μεγαλύτερους, γεννημένους το 1986.
Σε αυτές τις ηλικίες είναι κάτι σαν θαύμα να ξεχωρίζεις ακόμα κι αν έχεις δύο χρόνια διαφορά με τους υπόλοιπους.
Προκαλούσε εντύπωση και ήταν φυσιολογικό να έρχονται να με βλέπουν.
Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΜΠΕΝΦΙΚΑ
Προτίμησα την Χέρενφεϊν. Αυτή ήταν η απόφαση.
Μία απόφαση που εγώ μόνος μου, στην ηλικία των 17 χρονών, δεν θα την έπαιρνα. Στο Μάντσεστερ εντυπωσιάστηκα.
Επειδή η Σερβία δεν ήταν στην Ευρωπαϊκή Ενωση χρειαζόμουν άδεια παραμονής και έπρεπε να πάω δανεικός για ένα διάστημα.
Ο πατέρας μου μού είπε πολύ σοβαρά «θα πας να παίξεις στην πρώτη κατηγορία της Ολλανδίας. Στη Χέρενφεϊν».
Ηταν σκληρός μαζί μου μέχρι να το αποδεχτώ.
Τους πρώτους έξι μήνες δεν ήμουν καθόλου χαρούμενος με αυτήν την απόφαση… Αλλά ο πατέρας μου, τελικά, είχε δίκιο. Ξέρει πολύ καλά το ποδόσφαιρο.
Η Ολλανδία μου ταίριαζε, για αρχή, ως πρωτάθλημα και με προόριζαν για βασικό ρόλο στην πρώτη ομάδα.
Βγήκα δεύτερος καλύτερος παίκτης του ολλανδικού πρωταθλήματος. Η αυτοπεποίθησή μου ανέβηκε πολύ.
Ο Μάρκο Φαν Μπάστεν, που ήταν ο προπονητής μου, παρέδωσε το βραβείο σε μένα.
Τα δεδομένα είχαν αλλάξει. Κι όταν ξεκίνησαν να πέφτουν τα… μεγάλα ποσά στο τραπέζι, ο πατέρας μου απομακρύνθηκε μόνος του εκνευρισμένος.
«Αυτό δεν είναι ποδόσφαιρο…» μου είπε και δεν ξανασχολήθηκε. Δεν ήταν ποτέ ατζέντης μου και γενικά μπορώ να πω ότι είναι πολύ δύσκολο για έναν πατέρα να λειτουργεί ως ατζέντης του γιου του.
Είχε συμβουλευτικό ρόλο στο ξεκίνημά μου επειδή γνώριζε καλά το ποδόσφαιρο, αλλά δεν λειτούργησε ποτέ ως ατζέντης.
Μπορούσα να πάω σε όποιο πρωτάθλημα ήθελα. Με ζητούσαν η Τσέλσι, η Αρσεναλ, η Ιντερ, η Μίλαν, όμως εγώ διάλεξα την Μπενφίκα.
Μίλησα απευθείας με τον Ρούι Κόστα, που ήταν τότε τεχνικός διευθυντής, και μου είπε «το νούμερο 10 ήμουν εγώ. Μετά ήταν ο Αϊμάρ και τώρα είσαι εσύ».
Μετά απ’ αυτό δεν μπορούσα να αρνηθώ.
Την πρώτη μέρα που συνάντησα τον προπονητή, Ζορζ Ζεσούς, μού είπε «να ξέρεις, για να είσαι προετοιμασμένος, ότι εγώ δεν παίζω ποτέ με 10άρι»…
Σκέφτηκα «ω, Θέε μου, τι κάνω εγώ εδώ πέρα!».
Είχα υπογράψει για πέντε χρόνια και είχα διαλέξει την Μπενφίκα που έπαιζε σε πιο χαμηλού επιπέδου πρωτάθλημα από την Πρέμιερ Λιγκ και το Καμπιονάτο, λόγω του Ρούι Κόστα.
Κι ο προπονητής να μου λέει άλλα; Τρελάθηκα!
Δεν ήταν μόνο η φράση του Ρούι Κόστα που με έκανε να επιλέξω την Μπενφίκα, παρότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο.
Είχα σκεφτεί ότι είναι καλύτερο το βήμα από την Ολλανδία στην Πορτογαλία και στη συνέχεια σ’ ένα από τα top πρωταθλήματα, γνωρίζοντας ότι η Μπενφίκα είναι σύλλογος που τα τροφοδοτεί, πουλώντας τα ταλέντα της.
Αλλά ήταν σοκαριστικό αυτό που άκουσα από τον προπονητή. Και μάλιστα στην πρώτη μας συνάντηση!
Νόμιζα ότι είχα κάνει καλή επιλογή, αλλά μετά την πρώτη μέρα διαπίστωσα ότι ο προπονητής έχει τελείως διαφορετικές ιδέες.
Δεν είχα άλλο δρόμο από το να παλέψω. Μου ζήτησε να παίξω ως στράικερ. Σε 4-4-2.
Το έκανα. Στην αρχή, ξεκίνησα καλά, σκόραρα στο ντεμπούτο μου στο Τσάμπιονς Λιγκ, έπαιξα σε κάποια ματς ικανοποιητικά.
Αλλά δεν κατάφερα να προσαρμοστώ στη θέση, δεν είχα την εμπειρία, ούτε το χρόνο. Τα ήθελα όλα γρήγορα. Υπήρχε τεράστια πίεση.
Θα μπορούσα να βοηθήσω την ομάδα μου σε 2-3 παιχνίδια ως στράικερ, αλλά δεν ήταν ποτέ αυτή η θέση μου.
Το γήπεδο ήταν φανταστικό, η πόλη ήταν φανταστική, οι οπαδοί επίσης. Αλλά ήταν πολύ δύσκολο για μένα.
Μετά η Μπενφίκα δεν ήθελε να με πουλήσει. Αρνήθηκε τις προτάσεις και με έδινε συνέχεια δανεικό, ελπίζοντας ότι μπορεί και να επιστρέψω με άλλον προπονητή.
Αλλά μετά το σοκ απ’ όσα είχα βιώσει δεν υπήρχε περίπτωση να γύριζα στην Μπενφίκα.
Οταν πήγα στη Σαουθάμπτον για έξι μήνες ήταν φανταστικά. Η Πρέμιερ Λιγκ, μοναδική!
Ημουν επιλογή του Κούμαν, ήθελε να με αγοράσει μετά το εξάμηνο αλλά δεν βρέθηκε άκρη με την Μπενφίκα στην οψιόν αγοράς.
ΤΟ… ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΙΔΙΟΦΥΪΑ ΝΤΕ ΤΣΕΡΜΠΙ
Για πρώτη φορά στο Καμπιονάτο πήγα 25 χρόνων, ως δανεικός. Το 2016 στη Σαμπντόρια.
Εμεινα στην Ιταλία έξι χρόνια. Για τους μεσοεπιθετικούς και τους επιθετικούς είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα στο Καμπιονάτο Πάρα πολύ δύσκολα…
Εάν το συγκρίνεις με την Γερμανία, την Ισπανία, την Ολλανδία, ακόμα και με την Αγγλία, είναι λιγότεροι οι χώροι και πάρα πολύ μεγάλη η έμφαση στην τακτική.
Εγω όμως ήμουν τυχερός που βρήκα τον Ρομπέρτο Ντε Τσέρμπι. Εάν δεν τον είχα προπονητή, δεν υπήρχε περίπτωση να έμενα έξι ολόκληρα χρόνια στο Καμπιονάτο.
Ο τύπος είναι ιδιοφυΐα. Οι άλλες ομάδες παίζουν ποδόσφαιρο, αυτός φτιάχνει κάποιο άλλο σπορ.
Το ποδόσφαιρο που εφαρμόζει απαιτεί πάρα πολλές λεπτομέρειες και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά παικτών.
Ξέρει πολύ καλά τι είδους παίκτες χρειάζονται για να το υποστηρίξει.
Οι περισσότεροι προπονητές κάνουν τακτική χωρίς μπάλα. Και με μπάλα δείχνουν επίσης κάποια πράγματα.
Με τον Ντε Τσέρμπι δεν υπάρχει τίποτα χωρίς μπάλα και οι τακτικές λεπτομέρειες που επεξεργάζεσαι ως παίκτης απαιτούν υψηλού επιπέδου αντίληψη.
Εχει ήδη πετύχει σπουδαία πράγματα, αλλά πιστεύω θα ανέβει ακόμα ψηλότερα.
Αυτά τα τέσσερα χρόνια που συνεργάστηκα μαζί του, συνειδητοποίησα ότι γνώριζα πολύ λίγα πράγματα στο ποδόσφαιρο.
Με τον Ντε Τσέρμπι είδα όλες τις οπτικές, λες και μου άνοιξε τα μάτια και είδα το φως.
Είπα, επιτέλους, κατάλαβα το ποδόσφαιρο. Μου έδειξε ότι ο τρόπος με τον οποίο παίζω ποδόσφαιρο ταιριάζει με το υψηλότερο επίπεδο.
Οπως επίσης έδειξε σε όλους ότι και οι μικρές ομάδες μπορεί να παίζουν σαν μεγάλες. Δεν εννοώ φυσικά όπως η Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα που ίσως είναι ό,τι καλύτερο έχει υπάρξει ποτέ.
Ακόμα και στην Μπενεβέντο το ποδόσφαιρο που έπαιζε ήταν εξαιρετικό. Με τη μπάλα να μην σηκώνεται απ’ το χορτάρι, με χαμηλές πάσες. Η επιλογή μου να πάω εκεί για τέσσερις μήνες έγινε λόγω του Ντε Τσέρμπι.
Εβαλα κάτω το «εγώ» μου, είπα μικρό κλαμπ αλλά δεν πειράζει, να δουλέψω μαζί του.
Μετά συνεργαστήκαμε επί τέσσερα χρόνια στη Σασουόλο. Κατόπιν πήγε στη Σαχτάρ και εκεί ήταν λίγο δύσκολο να τον ακολουθήσω (σ.σ. γέλια).
Γενικώς είχα καλούς προπονητές στην καριέρα μου, αλλά αυτός είχε ξεκάθαρα τη μεγαλύτερη επιρροή.
Φαν Μπάστεν, Κούμαν, ο Σϊνισα Μιχαϊλοβιτς είχε σπουδαία προσωπικότητα και στεναχωρήθηκα πολύ που έφυγε από τη ζωή.
Εκανα την πρώτη μου συμμετοχή στην Εθνική Σερβίας μαζί του σε ηλικία 20 ετών, πέτυχα και το πρώτο μου γκολ επίσης μαζί του ένα χρόνο αργότερα, είχα πολλά θετικά συναισθήματα για αυτόν πάντοτε.
Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ, ΤΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΚΑΙ Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟ
Στον Παναθηναϊκό είμαι λίγες μέρες και δεν μπορώ να πω πάρα πολλά. Αλλά μπορώ να πω με ασφάλεια ότι βγήκα ένα κλαμπ πολύ καλά οργανωμένο, μ’ ένα αξιόλογο γκρουπ παικτών από ποδοσφαιρικής πλευράς.
Αλλά και πολλούς καλούς χαρακτήρες. Η αίσθησή μου είναι ότι ήρθα σε μία πολύ μεγάλη ομάδα.
Εχω αγωνιστεί σε αρκετούς συλλόγους στην καριέρα μου, με διαφορετικά στιλ ποδοσφαίρου και μπορώ να σου πω ότι βρήκα ένα γκρουπ δομημένο για να κερδίζει. Να έχει τη μπάλα και να επιτίθεται.
Ενα στιλ αρκετά διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη ομάδα μου (σ.σ. Σαμπντόρια) που ταιριάζει στα χαρακτηριστικά μου.
Το επίπεδο που θα δείξει ένας παίκτης δεν αφορά μόνο στην ποιότητά του. Εξαρτάται από τον τρόπο που παίζει η ομάδα του, εάν ταιριάζει με τα χαρακτηριστικά του για να αποδώσει στο μάξιμουμ ή όχι.
Θα δούμε πως θα εξελιχθεί η κατάσταση, αλλά προς το παρόν όλα είναι πολύ θετικά για μένα.
Αισθάνομαι πολύ καλά, μου αρέσει αυτό που βλέπω και γενικώς είμαι αρκετά αισιόδοξος για το ποδόσφαιρο που θα παίξουμε.
Σίγουρα θα υπάρξουν και ματς όπου θα πρέπει να αμυνθούμε δέκα παίκτες πίσω από τη μπάλα, αλλά στην πλειονότητα των αγώνων μας θα είμαστε επιθετικοί.
Θα έχουμε εμείς τη μπάλα και το επιθετικό ποδόσφαιρο κατοχής που εφαρμόζει ο κ. Γιοβάνοβιτς μου ταιριάζει.
Ξέρω ότι σ’ αυτό το στιλ παιχνιδιού, μπορώ να βγάλω τον καλύτερό μου εαυτό.
Εχω ήδη περάσει στην καριέρα μου τη διαδικασία του να σε πιστεύουν για ηγέτη. Αρκετές φορές μάλιστα.
Οταν ήμουν στην Μπενφίκα, οι προσδοκίες ήταν τεράστιες για μένα. Ολοι περίμεναν να είμαι ο κορυφαίος παίκτης.
Ημουν 19 χρόνων. Πλέον, ξέρω πως να συμπεριφερθώ μέσα και έξω από το γήπεδο αλλά και πώς να προετοιμάζω τον εαυτό μου σε τέτοιες καταστάσεις.
Πρέπει πρώτα να μάθω τους συμπαίκτες μου, να αφομοιώσω τη φιλοσοφία και την τακτική προσέγγιση της ομάδας και το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν έχω πολύ χρόνο στη διάθεσή μου.
Υπάρχουν τα ματς με τη Ντνίπρο και ξέρω καλά ότι πρέπει να είμαι πανέτοιμος. Είτε έχω χρόνο, είτε όχι.
Δεν σκέφτομαι ποιος θα είναι ο καλύτερος παίκτης μας, ποιος θα κάνει τις περισσότερες ασίστ, ποιος θα βάλει τα πιο πολλά γκολ, ούτε ποιος θα είναι ο ηγέτης. Ολα αυτά για μένα είναι δευτερεύοντα.
Διότι υπάρχει ο βασικός στόχος που είναι να φέρουμε τον Παναθηναϊκό εκεί που πρέπει να βρίσκεται. Στην κορυφή.
Κι αν μου έλεγες ότι ο Τζούρισιτς δεν θα σκοράρει πολλά γκολ και δεν θα βγάλει ασίστ, αλλά ο Παναθηναϊκός θα κατακτήσει το πρωτάθλημα, θα σου… υπέγραφα αμέσως.
Με τον κ. Γιοβάνοβιτς μίλησα για πρώτη φορά όταν ήρθα στην ομάδα. Με ξέρει και τον ξέρω καλά, ως επαγγελματίες που είμαστε, φυσικά θα γνωριστούμε πολύ καλύτερα όσο περνάει ο καιρός.
Μιλάμε την ίδια γλώσσα και αυτό θα με βοηθήσει να κατανοήσω τη φιλοσοφία του και να προσαρμοστώ γρήγορα.
Θα είμαι ειλικρινής. Οταν άκουσα για πρώτη φορά το ενδιαφέρον, πριν από ένα μήνα περίπου, ήμουν διστακτικός.
Επαιζα για έξι χρόνια στο Καμπιονάτο. Πιο πριν, ήμουν στην Πρέμιερ Λιγκ, στην Μπουντεσλίγκα.
Σκέφτηκα ότι η Ελλάδα ίσως να μην ήταν η καλύτερη επιλογή για μένα. Οσον αφορά το πρωτάθλημα, τη Λίγκα.
Το κρατούσα όμως στο μυαλό μου λόγω του μεγέθους του Παναθηναϊκού. Το ξανασκέφτηκα.
Και μίλησα με κάποιους συμπατριώτες μου που έχουν αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα. Τελευταίος ήταν ο Λούκα Μιλιβόγιεβιτς με τον οποίο ήμασταν συμπαίκτες στην U21 της Σερβίας και μου είπε πολύ καλά πράγματα.
Αναψα το πράσινο φως στο μυαλό μου κι όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Πρέπει να πω ότι ο τεχνικός διευθυντής Γιάννης (σ.σ. Παπαδημιτρίου) και το κλαμπ, μου απέδειξαν ότι με θέλουν πραγματικά πάρα πολύ στον Παναθηναϊκό.
Εκεί, αποφάσισα οριστικά να έρθω.
Επαιξαν φυσικά κι άλλα πράγματα ρόλο. Ξέρω πολύ καλά τι είδους ατμόσφαιρα δημιουργείται στο γήπεδο της Λεωφόρου από τους οπαδούς του Παναθηναϊκού και γενικά ότι στην Ελλάδα υπάρχει τρελή ατμόσφαιρα στις εξέδρες.
Αλλά οι οπαδοί του Παναθηναϊκού είναι σπέσιαλ, αυτό το γνωρίζουν όλοι.
Διαπίστωσα επίσης ότι το κλαμπ έχει να αγωνιστεί στην Ευρώπη αρκετά χρόνια, όπως επίσης και να κατακτήσει το πρωτάθλημα, οπότε κι αυτά τα δεδομένα μου δημιούργησαν έξτρα κίνητρο.
Ειλικρινά, θα μπορούσα να μείνω στην Ιταλία πολύ εύκολα. Σε κάποια μικρομεσαία ομάδα του Καμπιονάτο.
Ομως αποφάσισα να βρω νέα κίνητρα. Και θα προσπαθήσω να μεταδώσω ωραία συναισθήματα στους φίλους του Παναθηναϊκού.
Οχι, δεν σκέφτομαι από τώρα τα ντέρμπι. Θέλω να είμαι ήρεμος, να βλέπω κάθε ματς ξεχωριστά και να βελτιώνω το παιχνίδι μου. Αυτή τη χρονική στιγμή στο μυαλό μου είναι να βελτιώσω τη φυσική μου κατάσταση.
Πριν έρθω στην Αυστρία, δεν έκανα τίποτα για δέκα μέρες. Απολύτως τίποτα. Γιατί την περασμένη σεζόν είχα και το Μουντιάλ και δεν ξεκουράστηκα ούτε μία μέρα για έναν ολόκληρο χρόνο.
Ως στόχο βλέπω την επόμενη προπόνηση. Το επόμενο ματς προετοιμασίας.
Οταν έρθει η ώρα για να παίξω σε ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, ξέρω ότι θα είναι φανταστικά.
Λογικά θα υπάρχουν κοινά όσον αφορά την ατμόσφαιρα με τα ντέρμπι του Ερυθρού Αστέρα με την Παρτιζάν. Τα ντέρμπι είναι πάντα κάτι σπέσιαλ για τους παίκτες.
Προσπαθώ να έχω πάντα τη σκέψη ότι τα όνειρα γίνονται πραγματικότητα. Θέλω να αφήσω σημάδι στον Παναθηναϊκό. Κι όταν φύγω να υπάρχει το αποτύπωμά μου.
Το να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα θα είναι ό,τι καλύτερο.
Είμαι ενθουσιασμένος που βλέπω ότι η ομάδα έχει αυτή τη δίψα. Υπάρχει πολύ υψηλό κίνητρο για να πετύχουμε.
Και μου αρέσει πολύ αυτό.
Γνωρίζω ότι στην Ευρώπη ο Παναθηναϊκός έχει αξεπέραστες διακρίσεις. Εάν περάσουμε την Ντνίπρο θα έχουμε δύσκολους υποψήφιους αντιπάλους, όπως η Αϊντχόφεν και η Μαρσέιγ που διαθέτουν πολύ καλούς παίκτες και ενισχύονται.
Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι. Ποτέ δεν ξέρεις για το Τσάμπιονς Λιγκ.
Αλλά πρώτα είναι η Ντνίπρο. Πρέπει να προκριθούμε για να εξασφαλίσουμε την παρουσία μας σε όμιλο.
Το περίεργο είναι ότι μόλις το πρώτο μας επίσημο ματς θα είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Οφείλουμε να δείξουμε το καλύτερο δυνατό πρόσωπο για να προκριθούμε. Θα είναι σαν διπλός τελικός.
Ξέρουμε ότι εάν περάσουμε την Ντνίπρο θα «απογειωθεί» η αυτοπεποίθησή μας. Οπως και του κόσμου μας κι όλων των ανθρώπων της ομάδας.
Είναι πάρα πολύ σημαντικά αυτά τα δύο ματς και επιπλέον υπάρχει μεγάλο διάστημα απουσίας από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και ο κόσμος μας ανυπομονεί να παίξουμε ξανά στους ομίλους.
Θα κάνουμε τα πάντα για να επαναφέρουμε το κλαμπ εκεί που ανήκει.
Στους φίλους του Παναθηναϊκού υπόσχομαι ότι θα δώσω τον καλύτερό μου εαυτό. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να απολαύσουν την ομάδα.
Δεν πρέπει να ξεχάσουν ποτέ ότι όλοι παλεύουμε για τον ίδιο στόχο. Τους χρειαζόμαστε στο πλευρό μας όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, αλλά κυρίως όταν δεν πηγαίνουν καλά. Τότε είναι ακόμα πιο σημαντικό να βρίσκονται δίπλα μας.
Θα προσπαθήσω να δώσω κάτι διαφορετικό στο παιχνίδι της ομάδας και να φέρω στον Παναθηναϊκό το «αλατοπίπερο» που του έλειψε πέρυσι.
Είμαι ο τύπος του παίκτη που μόλις με βλέπουν, όπου κι αν πάω, περιμένουν από μένα θαύματα. Κάποιες φορές είναι αδύνατο. Το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό σπορ.
Απλώς δεν κρύβω ότι, ας πούμε, μου αρέσει να βάζω διαφορετικό χρώμα στην ομάδα που παίζω εάν δεν μπορώ να κάνω τη διαφορά μόνος μου.
Η ΕΘΝΙΚΗ ΣΕΡΒΙΑΣ, ΤΟ ΜΟΥΝΤΙΑΛ, Η ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ ΚΑΙ Η… ΤΕΛΕΙΟΜΑΝΙΑ
Το ταλέντο στη Σερβία, όπως και στις άλλες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, είναι πλούσιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία περί αυτού. Οπως είναι αλήθεια ότι η Κροατία έχει περισσότερες επιτυχίες σε επίπεδο Εθνικών ομάδων.
Η πίεση στην Κροατία είναι άγνωστη λέξη. Δεν υπάρχει. Στη Σερβία, όπως και στην Ελλάδα, είναι τεράστια. Οι προσδοκίες επίσης.
Εάν νικήσεις ένα ματς είσαι η καλύτερη ομάδα του κόσμου. Και εάν χάσεις ένα ματς ή δεν παίξεις καλά, είσαι ο χειρότερος παίκτης που υπάρχει.
Η αλήθεια βρίσκεται πάντοτε κάπου στη μέση. Αλλά ξέρουμε ότι έτσι είμαστε φτιαγμένοι, με αυτήν τη νοοτροπία και πρέπει να παλέψουμε για να την αλλάξουμε. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα.
Προκριθήκαμε στο Μουντιάλ. Παίξαμε πολύ καλά, έχουμε προπονητή έναν από τους καλύτερους παίκτες όλων των εποχών στη Σερβία, τον Ντράγκαν Στοΐκοβιτς, με μεγάλη επιρροή στην ομάδα. Παίξαμε φανταστικά.
Με πολλούς επιθετικογενείς παίκτες στην ίδια ενδεκάδα, έφερα πριν ένα παράδειγμα όπου έπαιξα φουλ μπακ στη δεξιά πλευρά, με επιθετικό και ελκυστικό ποδόσφαιρο.
Στη Σερβία δεν συναντάς εύκολα ταπεινότητα. Κάποιες φορές πρέπει να έχεις τα πόδια σου στο έδαφος και να παλεύεις με ταπεινότητα αντί να πετάς στα σύννεφα.
Αφότου πήραμε την πρόκριση στο Μουντιάλ, όλοι έβαλαν τον πήχη πολύ ψηλά και μετά δεν εκτίμησαν την επιτυχία της συμμετοχής στην κορυφαία διοργάνωση του κόσμου.
Στο μπάσκετ, η Εθνική Σερβίας έχει παίκτες όπως ο Γιόκιτς, ο Μίσιτς κι έφτασε μέχρι τα προημιτελικά.
Ισως έχουμε το καλύτερο ρόστερ στον κόσμο, αλλά βάλαμε τόσο μεγάλη πίεση πάνω τους που ακόμα κι όταν έκαναν ένα σπουδαίο παιχνίδι υπήρχε η αίσθηση ότι δεν έκαναν αρκετά.
Ο κόσμος στη Σερβία θέλει πάντοτε πιο πολλά και είναι ανικανοποίητος. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Η νοοτροπία.
Δεν ξέρω πως ακριβώς είναι στην Ελλάδα, αλλά μάλλον έχουμε κοινά στοιχεία στην κουλτούρα μας.
Ελπίζω τουλάχιστον στην Ελλάδα με τον Παναθηναϊκό να βιώσω την πλευρά της αποθέωσης (σ.σ. γέλια).
Σε προσωπικό επίπεδο, πάντως, ό,τι κι αν λέγεται ή γράφεται για μένα, ξέρω ότι η αλήθεια είναι στη μέση. Δεν πρόκειται να επηρεαστώ απ’ αυτά.
Οταν ξεκίνησα την καριέρα μου είχα ως όνειρο να αγωνιστώ σε Μουντιάλ και σε EURO με την Εθνική Σερβίας. Οταν κρεμάσω τα παπούτσια μου, να ξέρω ότι έχω συμμετάσχει κι εγώ.
Είναι μεγάλη τιμή για μένα που τα κατάφερα, όπως για κάθε ποδοσφαιριστή. Εάν μου έλεγαν όταν ήμουν μικρός «θα παίξεις μία φορά στο Μουντιάλ και δεν θα ξαναπαίξεις άλλη φορά», θα το αποδεχόμουν με χαρά.
Στην προσωπική μου ζωή είμαι ένας ήρεμος άνθρωπος. Κατά 99%.
Θα περιέγραφα τον εαυτό μου ως τελειομανή. Θέλω τα πάντα να γίνονται τέλεια. Πολλές φορές, αυτή η πτυχή του χαρακτήρα μου μπορεί να αποδειχθεί μειονέκτημα.
Ετσι είμαι και στο σπίτι μου, θέλω να υπάρχει μία σειρά στα πράγματα. Κι όλα να γίνονται σωστά».
Πηγή: sdna.gr
Comments