Ο Μπερνάρ Ντουάρτε δεν είναι ένας παίκτης σαν όλους τους άλλους στον φετινό Παναθηναϊκό.
Για την ακρίβεια είναι ο μοναδικός παίκτης του ενεργού ρόστερ με έμφυτη φαντασία και απρόβλεπτες ενέργειες.
Τα ποιοτικά αγγίγματα τις μπάλας και η εξαιρετική τεχνική του κατάρτιση έχουν πιστοποιηθεί από το πλούσιο βιογραφικό και τα παράσημα που κοσμούν το πέτο του.
Διότι δεν είναι μόνο η κλήση του στην Εθνική Βραζιλίας το Νοέμβριο του 2012 στο φιλικό με την Αργεντινή, ούτε οι δεκατέσσερις συμμετοχές κι η παρουσία του με τη «σελεσάο» στο Μουντιάλ του 2014 και στο Confederations Cup έναν χρόνο νωρίτερα.
Είναι και τα 25 εκατ. ευρώ που χρειάστηκε να δαπανήσει η Σαχτάρ για να τον φέρει στην Ευρώπη από την Ατλέτικο Μινέιρο πριν από δέκα χρόνια ενόσω ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της βραζιλιάνικης ομάδας στην κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες.
Οπως και η παρουσία του στην Εβερτον και το κορυφαίο πρωτάθλημα στον πλανήτη, την Πρέμιερ Λιγκ, για μία τριετία, από το 2018 έως το 2021 (84 ματς με 8 γκολ και 7 ασίστ), πριν μετακινηθεί στα Εμιράτα και τη Σαρίγια. Τον τελευταίο του σταθμό πριν τον Παναθηναϊκό, στον οποίο ήρθε στα 30 του χρόνια, στην πιο παραγωγική ποδοσφαιρικά ηλικία.
Ο Παναθηναϊκός του έχει προσφέρει, απολύτως φυσιολογικά με βάση όλα τα παραπάνω, το υψηλότερο συμβόλαιο από κάθε άλλον παίκτη του έμψυχου δυναμικού της ομάδας.
Και οι απαιτήσεις που υπάρχουν για τον Μπερνάρ είναι να κάνει τη διαφορά. Οχι να κρύβεται. Ούτε να μην παίρνει πρωτοβουλίες, να μην ψάχνει το «ένας με έναν», να μην σουτάρει και να συμμετέχει απλώς στην ομαδική λειτουργία και την κυκλοφορία της μπάλας όπως (πάνω-κάτω) οι υπόλοιποι πράσινοι.
Ειδικότερα όταν ο αντίπαλος αμύνεται μαζικά πίσω από τη μπάλα, δεν ενδιαφέρεται καν να περάσει τη μεσαία γραμμή, κάνει καθυστερήσεις και απανωτά φάουλ για να κόψει το ρυθμό και έχει ως πρωταρχικό μέλημα να είναι οργανωμένος στο αμυντικό του τρίτο, όπως έκαναν οι Θεσσαλοί, δεν αρκεί η καλή κυκλοφορία, η κατοχή της μπάλας και οι ποιοτικές/άμεσες αλλαγές της πλευράς.
Είναι κομβικής σημασίας να υπάρχει φαντασία, εμπνεύσεις, πρωτοβουλίες και ποιοτικές ατομικές ενέργειες για να προκληθούν τα απαιτούμενα ρήγματα και να «ανοίξει» ο αντίπαλος. Βασικές αρχές απέναντι σε… πούλμαν.
Ως εκ τούτου, σε τέτοιου είδους ματς σαν αυτό του Παναθηναϊκού με τον Βόλο στη Λεωφόρο, με σπάσιμο νεύρων και ρυθμού από τον αντίπαλο, απαιτείται η επιδραστικότητα και η ατομική ποιότητα των μεσοεπιθετικών.
Από τους τρεις μεσοεπιθετικούς πίσω από τον στράικερ, ο Μπερνάρ «κρύφτηκε» περισσότερο απ’ όλους, αντί να βγει μπροστά. Ο Μαντσίνι έκανε τα περισσότερα (οξύμωρο το γεγονός της αντικατάστασής του) και ο Παλάσιος, ακόμη και σε μία πολύ κακή βραδιά που δεν του βγήκε τίποτα ουσιαστικό, ήταν μέσα σε πολύ περισσότερες φάσεις και ήταν επίσης αυτός που κέρδισε το πέναλτι στο 90+4’.
Προφανώς και ο Μπερνάρ δεν είναι αδιάφορος, αλίμονο. Ούτε υπάρχει πρόθεση να του φορτώσουμε το φταίξιμο της ισοπαλίας απέναντι στον Βόλο. Μακριά απ’ εμάς αυτά. Οχι για τον Μπερνάρ, για κανένα παίκτη. Το ποδόσφαιρο δεν είναι τένις.
Δεν παύει εντούτοις να αποτελεί πραγματικότητα ότι ο Παναθηναϊκός περιμένει πολλά περισσότερα πράγματα από τον Βραζιλιάνο άσο σε σχέση με αυτά που καταθέτει στο χορτάρι. Το πρωτάθλημα βρίσκεται στην πιο καθοριστική του καμπή και είναι απαραίτητη για την ομάδα η ανάδυσή του στον αφρό.
Ενδεχομένως να χρειάζεται περισσότερο χρόνο εξαιτίας του ερχομού του από τα Εμιράτα προκειμένου να ξεδιπλώσει σε πλήρες εύρος τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά. Εχει συμβεί με πολλούς παίκτες στο παρελθόν που έχουν πραγματοποιήσει παρεμφερείς διαδρομές να αποδίδουν πολύ καλύτερα τη δεύτερο σεζόν, πλην όμως -επαναλαμβάνουμε- το τριφύλλι χρειάζεται… χθες το υψηλού επιπέδου «πακέτο» που αναλογεί στον Μπερνάρ.
Στο πετσί της ομάδας και σε «mood» πρωταθλητισμού έχουν μπει άπαντες. Παλεύουν, τρέχουν, μοχθούν, πανηγυρίζουν με τη ψυχή τους. Δεν έχουν καταθέσει ωστόσο όλο το ποιοτικό τους εύρος ακόμα (βλέπε Βέρμπιτς), ούτε τις επινοήσεις και τη φαντασία που απαιτεί το βάρος των συνθηκών (βλέπε Μπερνάρ).
Το κυρίαρχο ζητούμενο αξιοποίησης σχετίζεται με τη διάρκεια και την αύξηση επιδραστικότητας στο παιχνίδι της ομάδας, καθώς επίσης και με τον συντονισμό του σε σχέση με τους υπόλοιπους πράσινους, με το να αντιλαμβάνονται που θέλει να παίξει και τι σκέφτεται να κάνει όταν έχει τη μπάλα, οι συμπαίκτες του.
Προς το παρόν ο Μπερνάρ παραμένει μία σπαζοκεφαλιά για τον Γιοβάνοβιτς τόσο σε ατομικό επίπεδο απόδοσης όσο και από πλευράς ένταξής του στο ρόλο για τον οποίο τον προορίζει από την αρχή της σεζόν.
Οσον αφορά τη μεγάλη εικόνα του Παναθηναϊκού, δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις ή ευφυΐα για να αντιληφθεί κανείς ότι έγινε το χαρακίρι της χρονιάς. Γκέλα βαριά και ασήκωτη. Μπορεί να συμβεί στο ποδόσφαιρο και ειδικά με το φετινό τριφύλλι είναι πλέον πασιφανές ότι ο Γιοβάνοβιτς έχει δημιουργήσει ένα σύνολο που θα πρέπει να φτύσεις αίμα για να του κάνεις φάσεις, πόσω μάλλον να το νικήσεις.
Και που την ίδια στιγμή θα πρέπει να παλέψει σκληρά και να κάνει πολλές φάσεις για να νικήσει, από τη στιγμή που απουσιάζει το «εύκολο» γκολ και ο παίκτης ορόσημο που θα τον πάρει από το… χεράκι μετά τον τραυματισμό του Αϊτόρ.
Υπάρχουν ακόμη οκτώ τελικοί. Ο Παναθηναϊκός παραμένει στην κορυφή μετά τις δύο ισοπαλίες στα ισάριθμα πρώτα ματς κι αν θέλει να πάρει το πρωτάθλημα θα πρέπει να νικήσει τους ανταγωνιστές του και να εκμεταλλευτεί τη Λεωφόρο απέναντί τους.
Εχουμε δρόμο μπροστά μας. Τίποτα δεν έχει τελειώσει. Κι όπως έχουμε επισημάνει στο πρόσφατο παρελθόν το κυριότερο διακύβευμα σε αυτό το μίνι πρωτάθλημα είναι η διαχείριση των συναισθημάτων από τη μία αγωνιστική στην άλλη, στα καλά και τα άσχημα αποτελέσματα.
Η ψυχική ισορροπία αποτελεί ισάξιο κλειδί με την προσωπικότητα των παικτών και την τακτική προετοιμασία κάθε ομάδας στους οκτώ τελικούς που απομένουν.
Πηγή: sdna.gr
Comments