Η πυγμαχία είναι ένα από τα πιο ιστορικά τμήματα του συλλόγου και ο Γιάννης Μανώλης και Αντώνης Τσινάκης απάντησαν σε όλα τα «καυτά» ερωτήματα γύρω από από το τμήμα και όχι μόνο.
Οι δύο προπονητές του Παναθηναϊκού αναφέρθηκαν σε όλα. Στις δύσκολες στιγμές που πέρασε το τμήμα, στην στήριξη που είχε από τον Ερασιτέχνη και τη Θύρα 13, αλλά και στη νέα εποχή που βρίσκεται η «μάνα του λόχου».
Αναλυτικά όσα είπαν στην συνέντευξή τους στο SDNA:
– Μπαίνοντας μέσα κάποιος μόνο με γυμναστήριο δεν νιώθει, περισσότερα θα έλεγα με ένα σπίτι…
Γιάννης Μανώλης: «Είναι αλήθεια αυτό. Είμαστε σπίτι, μια οικογένεια, μια Παναθηναϊκή οικογένεια».
– Πως είναι να αγωνίζεσαι με το Τριφύλλι στην καρδιά, είτε πλέον να προπονείς;
Γιάννης Μανώλης: «Σαν αθλητής, γιατί υπήρξα και αθλητής στον σύλλογο για μικρό χρονικό διάστημα, είναι πολύ μεγάλο το βάρος και πολύ μεγάλη ευθύνη. Αν είσαι πολύ νέος αθλητής δύσκολα το καταλαβαίνεις, αν έχεις ωριμάσει αθλητικά και έχεις μια εμπειρία, καταλαβαίνεις ότι εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους συλλόγους.
Σαν προπονητής το βάρος είναι ακόμα περισσότερο. Έχουμε ευτυχώς όλη τη βοήθεια από τον Ερασιτέχνη. Αλλά και οι απαιτήσεις είναι πολύ υψηλές για να είσαι σε αυτόν τον σύλλογο. Κάθε χρόνο πρέπει να πάρεις πρωτάθλημα, κάθε χρόνο πρέπει να κυνηγάς τίτλους. Σου παρέχουν τα πάντα, αλλά το τίμημα είναι διπλάσιο από έναν σύλλογο της γειτονιάς.
– Ο περισσότερος κόσμος ίσως δεν το γνωρίζει, αλλά η Πυγμαχία του Παναθηναϊκού είναι από τα πιο ιστορικά τμήματα του συλλόγου.
Γιάννης Μανώλης: «Είναι το πιο ιστορικό τμήμα του Ερασιτέχνη. Ιδρυτής ήταν ο Σίριλ Κάμπελ από το 1930. Έχοντας 32 πρωταθλήματα Ελλάδας, όταν ο επόμενος στην κατηγορία έχει 9».
– Κατεβαίνοντας τα σκαλιά σε πιάνει ένα δέος. Εσείς που είστε κάθε μέρα εδώ πως αισθάνεστε;
Γιάννης Μανώλης: «Κατεβαίνοντας τα σκαλιά είναι η ιστορία του συλλόγου. Είναι αποκόμματα από την ιστορία. Ακόμα κι εγώ τις κοιτάω και λέω μακάρι μια μέρα να φτάσουμε κι εμείς, όχι ως αθλητές γιατί δεν είμαστε, αλλά να φτάσει η αξία μας και να μπει σε αυτόν τον τοίχο. Να μας βλέπουν και να κοιτάζουν με δέος όπως τις κοιτάμε κι εμείς».
– Ποια είναι τα βήματα που κάνει ένας αθλητής μπαίνοντας στο τμήμα;
Αντώνης Τσινάκης: «Μπαίνει ένας εδώ μέσα αρχάριος και σιγά σιγά μαθαίνει. Είμαστε μια από τις μεγαλύτερες πυγμαχικές σχολές και έχουμε παράδοση στο μποξ. Το παιδί μαθαίνει, παίρνει συμμετοχές και όταν μπει σε επίπεδο πρωταθλητισμού, ευτυχώς βοηθάει και ο Ερασιτέχνης γιατί είναι πολύ δύσκολο σε αυτές τις εποχές ειδικά οικονομικά, βοηθάει με τις μετακινήσεις και τα πριμ. Γιατί για να ασχοληθείς θες 2-3 ώρες τη μέρα. Οπότε είτε είσαι φοιτητής, είτε δουλεύεις θα πρέπει να αποκόψεις χρόνο από τις προσωπικές σου υποθέσεις και να τον αφιερώσεις εδώ. Δεν είμαστε επαγγελματίες. Το κάνουν τα παιδιά γιατί έχουν την τρέλα. Δεν πληρώνονται από αυτό».
– Τι έχετε να πείτε σε έναν γονέα που έχει αμφιβολίες για να αφήσει το παιδί του να ασχοληθεί με ένα άθλημα όπως η Πυγμαχία και τα στερεότυπα περί επιθετικότητας;
Αντώνης Τσινάκης: «Ίσα ίσα ένα παιδί που θα έρθει εδώ θα γίνει λιγότερο επιθετικό. Αυτή την ενέργεια που έχει μέσα του, αυτήν την επιθετικότητα που λέμε και έχει το παιδί θα μάθει να την εκτονώνει εδώ μέσα. Θα μάθει να σέβεται τους ανθρώπους, τους συμμαθητές του, θα μάθει πειθαρχία. Οπότε ίσα ίσα καλό θα κάνει και όχι κακό».
– Νιώθετε πέρα από προπονητές και ως γονείς; Ως άνθρωποι που έχετε την ευθύνη να παραδώσετε στην κοινωνία έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο;
Αντώνης Τσινάκης: «Προσωπικά εδώ μέσα ο σύλλογος και ο Γιάννης και εγώ, τα παιδιά τα βλέπουμε ως οικογένεια. Από την στιγμή που μπαίνουν εδώ μέσα τα βλέπουμε ως γονείς. Ως οικογένεια έχεις δικαιοδοσία έξω από εδώ με την καλή την έννοια. Όταν μπαίνει εδώ για εμάς πλέον είναι το παιδί σου που γίνεται παιδί μας. Και είμαστε οικογένεια».
– Σε όλα τα αθλήματα η εμπλοκή των γονέων είναι ένα θέμα. Ποια είναι η άποψή σας;
Αντώνης Τσινάκης: «Αυτό εξαρτάται από τον γονέα και από τον εκάστοτε προπονητή. Είτε είμαι εγώ, είτε ο Γιάννης, είτε σε οποιαδήποτε άλλο σύλλογο. Το παιδί έρχεται εδώ για να αθληθεί, όπως πάει ο καθένας στο γυμναστήριο ή για περπάτημα και αυτός είναι ο δικός του προσωπικός χρόνος και χώρος, οπότε για μένα το καλύτερο είναι να μην επεμβαίνει.
Φυσικά μπορεί να βλέπει που προπονείται το παιδί, σε τι χώρο. Αλλά μετά την πόρτα αλλάζουν όλα. Και εσύ σαν γονιός έχει δικαίωμα αν κάτι δεν σου αρέσει να πάρεις το παιδί. Όπως και το παιδί να πει δεν μου αρέσει. Γιατί πάνε πλέον οι εποχές που δεν μιλούσαν τα παιδιά. Πλέον τα παιδιά είναι ανοικτά με τους γονείς. Και έχουν γίνει τόσα γεγονότα και έχουν αποφευχθεί άλλα τόσα.
Πλέον και με τα social, που κάνουν και καλό και κακό, έχουν αλλάξει οι εποχές. Μαθαίνονται όλα πλέον και αυτοί που αναλαμβάνουν έναν σκοπό είναι πιο συνεπείς και απέναντι στο παιδί, αλλά και απέναντι στην κοινωνία».
– Είναι και ένα είδος αγχολυτικού στις δύσκολες και γεμάτες άγχος και στρες εποχές που διανύουμε;
Αντώνης Τσινάκης: «Θεωρώ πως ναι. Αλλά αυτό δεν εξαρτάται μόνο από μένα. Εξαρτάται και από τους αθλούμενους. Το ποσό θέλει από την στιγμή που έρχεται να περάσει ωραία για 1-1,5 ώρα, κάνοντας κάτι που το έχει επιλέξει».
Γιάννης Μανώλης: «Παλιά ο κόσμος πήγαινε στις καφετέριες, στα μπιλιάρδα κλπ. Και υπάρχει ακόμα μια μικρή μερίδα. Πλέον όμως ο κόσμος επιλέγει να περάσει τον προσωπικό του χρόνο στα γυμναστήρια. Πρέπει ο καθένας να ασχολείται με τον εαυτό του για 1-1,5 ώρα. Τρέχει κάθε μέρα για τη δουλειά, για τις υποχρεώσεις. Πρέπει να κάνεις και κάτι για σένα. Όχι για το ρεύμα και το νερό. Ευτυχώς είμαστε εδώ και το παρέχουμε εδώ. Είμαστε εδώ όχι μόνο για τον πρωταθλητισμό, αλλά και για να περάσουμε καλά. Το παρέχουμε εδώ σε όλες τις ηλικίες. Από 5 ετών μέχρι 65-70».
– Υπάρχει ηλικιακό όριο στην ενασχόληση με το άθλημα;
Αντώνης Τσινάκης: «Όχι δεν υπάρχει. Μόνο αθλητικά, μόνο στο επίπεδο του πρωταθλητισμού. Κανονικά μπορεί ένα παιδί από μια ηλικία 5-6, για να αντιλαμβάνεται και όσα του λέμε, να περνάει τον χρόνο του μέχρι όσο το λέει η καρδιά σου. Εξαρτάται τον άνθρωπο».
Γιάννης Μανώλης: «Ο μεγαλύτερος άνθρωπος που είχα εγώ ήταν 73-74 και ερχόταν μέρα παρά μέρα. Και έκανε την προπόνηση όπως εμείς. Όχι σε υψηλό ρυθμό, αλλά έκανε».
– Το τμήμα όμως δεν είχε μόνο καλές εποχές. Πέρασε και δύσκολες στιγμές. Πως τις βιώσατε;
Αντώνης Τσινάκης: «Όλα τα αθλήματα, όλοι οι σύλλογοι έχουν την ακμή και την παρακμή. Τα καλά και τα κακά τους. Έχουν ένα πικ, φτάνουν στην κορυφή, πέφτουν και μετά ξανανεβαίνουν. Όπως είναι στη ζωή γενικότερα. Έτσι και ο Παναθηναϊκός έκανε κάποια στιγμή μια κοιλιά. Έφτασε στην ακμή και υπήρχαν και δύσκολα χρόνια. Εκεί έρχεσαι με αγάπη, με επιμονή και υπομονή και με όρεξη, γιατί η πυγμαχία είναι ένα…. μικρόβιο. Έρχεται αυτός ο άνθρωπος που έχει αυτό το μικρόβιο και θέλει να βάλει ένα λιθαράκι και χτίζει σιγά σιγά για να φτάσει κάπου. Μπορεί να το πάει στο 5, στο 6. Το θέμα είναι να το αφήσεις κάπου και να μπορεί ο άλλος να το πάρει και να το πάει στο 7-8».
– Πέρασε ποτέ από το μυαλό σας η περίπτωση να τα παρατήσετε;
Αντώνης Τσινάκης: «Είναι σαν να έχεις παίξει έναν αγώνα. Να έχεις φάει ένα δυνατό χτύπημα και να αποφασίσεις αν θα πρέπει να μείνεις κάτω, ή να σηκωθείς, να πατήσεις στα πόδια σου και να συνεχίσεις τον αγώνα. Αυτό είναι. Κερδίσεις ή χάσεις. Στη ζωή καθημερινά δίνουμε ένας αγώνα. Δίνουμε μάχες και άλλες φορές κερδίζουμε και άλλες χάνουμε. Έτσι είναι η ζωή».
Γιάννης Μανώλης: «Όχι. Μια είναι η κουβέντα. Δεν υπάρχει κάτι άλλο. Μας κράτησε η αγάπη για τον σύλλογο. Εδώ είναι διαφορετικά από αλλά γυμναστήρια. Και ο Αντώνης έχει υπάρξει σε άλλα γυμναστήρια και εγώ. Να ξεκαθαρίσουμε είμαστε φίλαθλοι του Παναθηναϊκού και όχι οπαδοί. Αλλά όταν μπαίνεις εδώ μέσα η σπίθα μεγαλώνει και γίνεται πυρκαγιά. Θέλουμε να είμαστε εδώ. Δεν θέλουμε να αφήνουμε πράγματα στη μέση. Και εγώ και ο Αντώνης, για αυτό έχουμε δέσει, δεν θέλουμε να αφήνουμε πράγματα στη μέση. Το τρένο έχει ξεκινήσει. Θα φτάσει στον προορισμό του και στο τέλος της σεζόν θα κάνουμε τον απολογισμό μας».
– Ποιο είναι το όνειρό σας με τον Παναθηναϊκό;
Γιάννης Μανώλης: «Θέλουμε να γίνουμε σαν τις φωτογραφίες που λέγαμε στην αρχή και να μας κοιτάζουν με δέος. Να λένε ήταν ο Γιάννης ο Μανώλης και ο Αντώνης ο Τσινάκης και υπήρξαν και εδώ προπονητές».
– Πόσο σημαντική είναι η στήριξη του Ερασιτέχνη στην προσπάθεια που γίνεται;
Γιάννης Μανώλης: «Είναι πολύ σημαντικό! Όσο τρέλα και να έχεις, αν δεν έχεις ανθρώπους να σε βοηθήσουν, μόνο του δεν έκανε κάνεις τίποτα. Όλοι χρειαζόμαστε έναν συνοδοιπόρο, έναν συνάνθρωπο, εκεί που θα πας να πέσεις να σου πει “έλα πάμε λίγο ακόμα”».
Αντώνης Τσινάκης: «Το άθλημα είναι ατομικό, αλλά δρας ως ομάδα. Χωρίς ομάδα δεν μπορεί κανείς να πάει μπροστά. Κι εγώ χωρίς τους αθλητές δεν μπορώ να πάω κάπου. Ένας προπονητής είμαι. Τίποτα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αθλητές και προπονητές. Μέσα από αυτό μαζεύονται και φτιάχνεται η μαγιά».
– Πως είναι η πλευρά του προπονητή. Πως χαίρεστε με τις επιτυχίες των αθλητών σας;
Αντώνης Τσινάκης: «Ακριβώς όπως ο αθλητής και ίσως δύο φορές παραπάνω. Στεναχωριόμαστε με την ήττα του και χαιρόμαστε με τη νίκη του».
– Νιώθετε σαν «πατέρας» και υπεύθυνοι για ό,τι συμβαίνει στο τμήμα και ένα «βάρος» να είστε εκεί για όλους;
Γιάννης Μανώλης: «Και βάλε ότι εμείς πρέπει να του λύσουμε τους προβληματισμούς, να τους κάνουμε τον ψυχολόγο, να τον βοηθήσουμε οικονομικά χωρίς να τον προσβάλλουμε γιατί οι άνθρωποι έχουν και εγωισμό και μπορεί να ενοχληθούν. Και δεν μιλάμε για τον Ερασιτέχνη, αλλά σαν Γιάννης και Αντώνης που έχουμε βάλει και από την τσέπη. Ο Ερασιτέχνης όπου μπορεί βάζει, αλλά είμαστε οικογένεια και οι γονείς είμαστε εμείς».
Αντώνης Τσινάκης: «Θα πως κάτι που είπε ο Μέγας Αλέξανδρος στον πατέρα του. Στον πατέρα μου χρωστάω το “ζην”, στον εκπαιδευτή μου το “ευ ζην”. Δυστυχώς θα το σκέφτομαι και θα το θέλω να το λέμε αυτό και για μένα οι αθλητές μου. Να με βλέπουν σαν τον πατέρα τους και λένε ότι αυτός ο άνθρωπος με βοήθησε».
– Πως σκέφτεστε την παρουσία και το μετάλλιο ενός αθλητή του Παναθηναϊκού στους Ολυμπιακούς Αγώνες;
Γιάννης Μανώλης: «Το όνειρο μας. Έχουμε εδώ μέσα έναν από τους καλύτερους αθλητές. Δεν θα πάω στην πιο παλιά εποχή με Θεοτακάτους κλπ, με Ιωαννίδη και Αϊδηνιώτη. Θα σε πάω πιο κοντά στο 2016 όταν ξεπήδησε από εδώ μέσα ο Ανδρέας Κατζουράκης και τώρα το παιδί είναι στην Αμερική και είναι επαγγελματίας. Είναι με έναν καταξιωμένο προπονητή και ζει από την πυγμαχία. Και περιμένετε λίγο και θα δείτε…».
Αντώνης Τσινάκης: «Σπύρος Κλαδούχας, Θοδωρής Κοτάκος είναι παιδιά που έπαιξαν στην Ολυμπιάδα του 2004 και είναι δύο αθλητές του Παναθηναϊκού, που στην ίδια χρονιά έπαιξαν στην Ολυμπιάδα».
– Νιώθεις ολοκληρωμένος ως προπονητής όταν ο αθλητής πετύχει τον στόχο του;
Γιάννης Μανώλης: «Τώρα όσοι μας διαβάζουν δεν μπορούν να δουν την έκφραση στο πρόσωπό μου, αλλά δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να μπορέσεις να κάνεις πραγματικότητα τα όνειρα ενός αθλητή σου πραγματικότητα. Έχουμε εδώ τον Σωτήρη τον Πανάγο. Ήρθε εδώ πριν από 1,5 χρόνο ως πρωταθλητής Ελλάδας στα 65 κιλά. Του είπα κάνε λίγο υπομονή και όλα θα πάνε όπως πρέπει. Έπαιξε 6 παιχνίδια και έγινε πρωταθλητής Ελλάδας. Ακόμα και με τον Θοδωρή τον Ριτζάκη, που έχει γεράσει πλέον (γέλια), έχει παλιώσει σαν το κρασί, χοροπηδούσαμε με τη χαρά του και ήμασταν αγκαλιά. Και ο άνθρωπος έχει πάρει 4 πρωταθλήματα, που έχει παίξει στο εξωτερικό, στο εσωτερικό και στην Εθνική ομάδα. Είναι ένα υπόδειγμα αθλητή. Δεν υπάρχουν αργίες και ρεπό. Είναι αθλητής αφοσιωμένος».
– Ο δρόμος όμως για την επιτυχία έχει και στερήσεις. Αξίζουν στον βωμό της καταξίωσης;
Γιάννης Μανώλης: «Για να μπορέσεις να πετύχεις αυτό που έχεις ονειρευτεί πρέπει να θυσιάσεις πράγματα. Ο δρόμος είναι δύσκολος και τίποτα δεν χαρίστηκε σε κανέναν. Δυστυχώς κάτι θα χάσεις, αλλά το αποτέλεσμα ποιο είναι; Τι χάνεις; Κάποιες στιγμές από την καθημερινότητα και από τους φίλους. Αλλά το αποτέλεσμα σε αποζημιώνει. Και δεν είναι κάτι που το κάνεις για όλη τη ζωή. Επαγγελματικά είναι μέχρι τα 40. Ή θα πας εκεί που θες, ή θα χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο γιατί το χρόνια δεν γυρίζουν πίσω».
Για τον Παναθηναϊκό είναι τεράστιο κεφάλαιο ο Βοτανικός. Πως σκέφτεστε αυτή τη νέα σελίδα στον σύλλογο;
Αντώνης Μανώλης: «Θα δημιουργήσει ένα αθλητικό κέντρο υπερσύγχρονο, που είναι πολύ θετικό. Καινούριες εγκαταστάσεις, καινούργιοι χώροι, επειδή έχω μιλήσει και με τον Ερασιτέχνη, πράγματα που δεν μπορώ να πω καν πόσο καλά είναι και πόσο θα μας βοηθήσουν. Και πόσα εφόδια είναι για έναν προπονητή. Θα έχουμε πλέον εργαλεία να δουλέψουμε και για τους αθλητές που θα έχουν νέους χώρους. Ανοίγεται ένας νέος δρόμος που θα προσελκύσει και νέος παιδιά, που θα ακολουθήσουν τον δρόμο του πρωταθλητισμού».
– Θα βοηθήσει να έχει το τμήμα επιπλέον έσοδα και ένα πυρήνα που μπορεί να δημιουργήσει νέους πρωταθλητές και θα φέρει κι άλλους τίτλους;
Γιάννης Μανώλης: «Επειδή εκεί που συζητάνε τώρα στον Βοτανικό είναι μια παρθένα περιοχή, θα έρθει η ανάπτυξη και θα προσελκύσει περισσότερα παιδιά και έτσι θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες για να βγάλουμε πρωταθλητές. Είναι λογικό όταν έχεις 100 παιδάκια να έχει περισσότερες πιθανότητες και ναι πιστεύω ότι μπορείς να βγάλεις 10 αθλητές και να συνεχίσουμε την καλή δουλειά που κάνουμε τώρα».
– Το προσωπικό του όνειρο με το Τριφύλλι στην καρδιά;
Γιάννης Μανώλης: «Μιλούσα με έναν αθλητή εδώ μέσα και μου λέει πως έχεις σκεφτεί τον εαυτό σου εδώ μέσα; Του λέω θέλω να φτάσω τον Ανδρεόπουλο! Μου λέει για να τον φτάσεις έχεις ακόμα πολλά ψωμιά (γέλια). Ο άνθρωπος είναι 25 χρόνια σε εύκολα και δύσκολα. Και τα τελευταία χρόνια πέρασε δύσκολα με τον Ερασιτέχνη και έμεινε εδώ με τον ίδιο ζήλο και την ίδια αγάπη για τον σύλλογο. Αυτό θέλω κι εγώ».
– Όπως στο βόλεϊ, όπου η Θύρα 13 κράτησε μόνη της το τμήμα, έχει στηρίξει κι εσάς στις δύσκολες στιγμές;
Γιάννης Μανώλης: «Στις δύσκολες στιγμές μας στήριξε και η Θύρα 13 και ο Ερασιτέχνης που είχε ήδη ορθοποδήσει και είχε καλύτερες μέρες. Και δόξα Τον Θεό μας βοήθησαν κι εμάς».
– Λέγεται «μάνα του λόχου» και δεν είναι υπερβολή. Ο Ερασιτέχνης είναι ακόμα και για τα πολύ μεγάλα κλαμπ ο πυρήνας του εκάστοτε συλλόγου;
Γιάννης Μανώλης: «Αυτή είναι η αλήθεια. Είτε μιλάμε για μπάσκετ, είτε για ποδόσφαιρο, μιλάμε για άλλες τσέπες. Μιλάμε για ΚΑΕ και ΠΑΕ, που έχουν χορηγούς, που έχουν εισιτήρια. Ο Ερασιτέχνης στηρίζει όλα τα υπόλοιπα αθλήματα. Το γυναικείο μπάσκετ, τα βόλεϊ, την ξιφασκία, την σκοποβολή, το γυναικείο ποδόσφαιρο, το σκάκι και τα E Sports πλέον, όπως κι άλλα. Αν δεν υπήρχε Ερασιτέχνης, δεν θα υπήρχε Παναθηναϊκός».
Comments