Ο Αντρέα Στραματσόνι αποκαλύπτει ποιον Έλληνα παίκτη ήθελε το καλοκαίρι, αποθεώνει τον Γιάννη Αλαφούζο και μιλάει για το λάθος του στον Παναθηναϊκό.
Μιλάει πολύ σπάνια. Όταν, όμως, το αποφασίζει, τα λόγια του έχουν ξεχωριστή σημασία και αυτό διότι επιλέγει να μην κρυφτεί ή να αποφύγει να απαντήσει κάποια ερώτηση. Και μπορεί να έχουν περάσει πλέον έξι χρόνια από την ημέρα που ο Αντρέα Στραματσόνι αποχώρησε από την Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό, όμως οι ημέρες στο Τριφύλλι είναι αυτές που κρύβουν ουκ ολίγες ιστορίες από εκείνες που μπορούν δώσουν απαντήσεις για τα όσα ακολούθησαν.
Το Gazzetta.gr συνάντησε τον Ιταλό στο Κέντρο Τύπου που έχει στηθεί στην Ντόχα για τις ανάγκες του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο άλλοτε προπονητής του Παναθηναϊκού, θα έχει το ρόλο του σχολιαστή στο τηλεοπτικό δίκτυο της πατρίδας του που έχει τα δικαίωμα της μετάδοσης της διοργάνωσης. Στο «coach» γύρισε αμέσως και έσπευσε να μας χαιρετήσει εγκάρδια.
Ο Αντρέα Στραματσόνι γύρισε τον χρόνο πίσω και δεν «μάσησε» τα λόγια του. Μίλησε για το, κατά τη γνώμη του, μεγαλύτερο λάθος που έγινε κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Τριφύλλι, ενώ «έσταξε μέλι» για τον Γιάννη Αλαφούζο. Τόνισε πως σέβεται απεριόριστα τον σύλλογο και εμφανίστηκε ιδιαίτερα χαρούμενος για την πορεία της ομάδας του Ιβάν Γιοβάνοβιτς
Ασφαλώς δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην πρόκληση που έχει μπροστά του, βγάζοντας τη φόρμα του προπονητή και φορώντας την κάσκα του σχολιαστή, ενώ έκανε και τις προβλέψεις του για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ.
Ξεκινώντας, πως αισθάνεσαι που είσαι σχολιαστής στην ιταλική τηλεόραση στο Μουντιάλ;
«Είμαι πολύ περήφανος που θα έχω αυτόν τον ρόλο στη διοργάνωση. Το RAI είναι το πιο γνωστό τηλεοπτικό δίκτυο στη χώρα μου και αυτό που έχει και τα αποκλειστικά δικαιώματα μετάδοσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Το ότι επέλεξαν εμένα για τη συγκεκριμένη θέση, μου δίνει μεγάλη χαρά και θέλω να τους ευχαριστήσω. Αποτελεί για εμένα μεγάλη τιμή το να μεταφέρω αυτό το σπουδαίο ποδοσφαιρικό γεγονός στα σπίτια των Ιταλών. Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω καλά, όμως, σίγουρα θα δώσω τον καλύτερό μου εαυτό».
Τι προσδοκίες έχεις από τη διοργάνωση;
«Αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι μία ιδιαίτερη διοργάνωση, καθώς θα είναι το πρώτο που θα διεξαχθεί μέσα στον χειμώνα και θα φιλοξενηθεί σε κάποια από τις χώρες του Κόλπου. Είναι, επίσης, η πρώτη φορά που οι ομάδες είχαν τόσο μικρό χρονικό διάστημα για να προετοιμαστούν. Κάποια πρωταθλήματα σταμάτησαν μόλις πριν από λίγες ημέρες, ενώ υπήρξαν αρκετές αποστολές που έφτασαν στην Ντόχα χθες. Οι προπονητές είχαν στη διάθεσή τους 4-5 μέρες για να καταστρώσουν τα πλάνα τους ενόψει των πρώτων αγώνων των ομάδων τους στο τουρνουά. Στην αρχή, ενδεχομένως να υπάρξουν κάποια αποτελέσματα που θα προκαλέσουν έκπληξη. Ασφαλώς, όμως, υπάρχουν ομάδες που είναι φαβορί για να φτάσουν ως τον τελικό».
Ποιες ομάδες θεωρείς πως έχουν τον τίτλο του φαβορί;
«Σίγουρα, η Βραζιλία και η Αργεντινή είναι από τις πιο δυνατές ομάδες του τουρνουά, ενώ σε ό,τι αφορά στις ευρωπαϊκές, η Γαλλία είναι η πρώτη μου επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Γαλλία το τελευταίο διάστημα είχε σημαντικές απώλειες όπως ο Μπενζεμά, ο Πογκμπά και ο Καντέ. Ο Ντιντιέ Ντεσάν θα χρειαστεί, ενδεχομένως, να αλλάξει και το σχηματισμό της ομάδας του προκειμένου να καλύψει τα κενά που έχουν δημιουργηθεί. Από εκεί και πέρα, σίγουρα υπάρχει ένα γκρουπ ομάδων όπως η Αγγλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία που βρίσκονται ένα σκαλοπάτι πιο κάτω. Μεταξύ των πιθανών ευχάριστων εκπλήξεων θα επέλεγα τη Σενεγάλη, ακόμα και αν βρίσκονται σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση αλλά και το Ιράν με την Κορέα από την Ασία».
Έχεις ζήσει το ποδόσφαιρο στο Κατάρ και όντας προπονητής της Αλ Γκαράφα. Πως είναι για τους ποδοσφαιριστές να αγωνίζονται σε αυτές τις κλιματικές συνθήκες;
«Είναι αρκετά διαφορετικό το ποδόσφαιρο εδώ στο Κατάρ. Είχα συνηθίσει να προπονώ ομάδες που αγωνίζονταν σε σημαντικά πρωταθλήματα όπου οι οπαδοί γέμιζαν τις εξέδρες. Εδώ τα γήπεδα είναι άδεια σε ένα ποσοστό 99% και αυτό καθιστά δύσκολη την προσαρμογή των ποδοσφαιριστών στις συνθήκες ενός αγώνα. Όταν αγωνιστήκαμε στον τελικό του Amir Cup, το γήπεδο ήταν γεμάτο, αλλά αυτό ήταν εξαίρεση. Αυτή είναι και η πιο σημαντική διαφορά σε σχέση με την Ευρώπη. Το επίπεδο των ομάδων, σίγουρα, δεν είναι ανάλογο της Ιταλίας ή της Αγγλίας, όμως, υπάρχουν ομάδες όπως η Αλ Σαντ και η Αλ Ντουχαΐλ που ανήκουν στην οικογένεια του Εμίρη, είναι πολύ ποιοτικές και θα μπορούσαν να αγωνιστούν ακόμα και στην Serie A. Μάλιστα, είχα την ευκαιρία στο Κατάρ να ζήσω και την εμπειρία του Τσάμπιονς Λιγκ της Ασίας. Η συγκεκριμένη διοργάνωση είναι πολύ δύσκολη καθώς συμμετέχουν σε αυτήν ομάδες από κάθε γωνιά της ηπείρου. Αυτός είναι και ο λόγος που οι σύλλογοι χωρίζονται σε δύο γκρουπ».
Γνωρίζεις καλά τους Έλληνες παίκτες από τη θητεία σου στον Παναθηναϊκό. Θεωρείς ότι το Κατάρ αποτελεί για εκείνους μία καλή επιλογή για την καριέρα τους;
«Οι Έλληνες παίκτες είναι πολύ ποιοτικοί και πάντοτε αποτελούν επιλογή για τις ομάδες του Κατάρ. Ενδεχομένως, να μην είναι τόσο διαφημισμένοι, όμως, βρίσκονται σε ένα πολύ καλό επίπεδο. Μάλιστα, την πρώτη μου σεζόν ως προπονητής της Αλ Γκαράφα, ήμουν σε επαφές με Έλληνες που είχαν συμμετοχές και με την Εθνική ομάδα, όπως ο Σιόβας. Υπήρξαν επαφές και για παίκτες του Παναθηναϊκού τους οποίους, όμως, δεν θα ήθελα να κατονομάσω για να μην διαταράξω την ηρεμία της ομάδας. Ακόμα, αυτό το καλοκαίρι προσπαθήσαμε να αποκτήσουμε τον Μπουχαλάκη. Όποιος έχει περάσει από την Ελλάδα, όπως εγώ, γνωρίζει πως οι Έλληνες ποδοσφαιριστές διαθέτουν ποιότητα. Αυτό που, ίσως, τους κοστίζει είναι πως τα τελευταία χρόνια η Εθνική Ελλάδος δεν έχει συμμετάσχει σε κάποια μεγάλη διοργάνωση προκειμένου να τους δουν ακόμα περισσότερες ομάδες. Πρέπει ο σύλλογος στον οποίο ανήκουν να συμμετέχει στο Τσάμπιονς Λιγκ ή στο Γιουρόπα Λιγκ για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον. Είναι λίγοι εκείνοι που παρακολουθούν την ελληνική Superleague για να μπορούν να έχουν πλήρη εικόνα των ποδοσφαιριστών που αγωνίζονται σε αυτήν. Ελπίζω σύντομα και η Εθνική Ελλάδος να επιστρέψει σε ένα μεγάλο ραντεβού».
Παρακολουθείς τη φετινή πορεία του Παναθηναϊκού;
«Ναι. Έβλεπα το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό πριν από λίγες ημέρες και υπέφερα. Ξέρω καλά τι σημαίνει αυτό το παιχνίδι για όλο τον οργανισμό του Παναθηναϊκού και πόσο σημαντικό ήταν που κατάφεραν στο τέλος με το πέναλτι να ισοφαρίσουν. Ίσως τα συναισθήματα να ήταν κάπως ανάμεικτα λόγω και του ελέγχου της φάσης μέσω VAR, όμως αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό το παιχνίδι. Πραγματοποιούν μία εξαιρετική σεζόν και είμαι πολύ χαρούμενος που βλέπω να έχουν έναν πολύ καλό προπονητή που έχει δημιουργήσει ένα εξαιρετικό γκρουπ. Πρώτα από όλα, είμαι χαρούμενος για τον κ. Αλαφούζο διότι ο καθένας μπορεί στη δουλειά του να κάνει λάθη. Από την ανθρώπινη πλευρά, όμως, ο κ. Αλαφούζος είναι ένας φανταστικός άνθρωπος που βάζει στην ομάδα αγάπη, πάθος και χρήματα. Τον γνωρίζω προσωπικά, τόσο εκείνον όσο και την οικογένειά του και θα είμαι πολύ χαρούμενος αν τελικώς καταφέρει να πάρει πίσω κάτι για όλες εκείνες τις θυσίες που έχει κάνει για τον Παναθηναϊκό. Φυσικά, χαίρομαι και για τους οπαδούς γιατί είναι απίστευτοι και αξίζουν να πανηγυρίσουν την κατάκτηση του πρωταθλήματος».
Σου λείπουν οι μέρες σου στον Παναθηναϊκό;
«Σίγουρα μου λείπει η Ελλάδα. Η πρώτη σεζόν αλλά και το πρώτο διάστημα της δεύτερης εξελίχθηκαν πολύ καλά. Δυστυχώς στη συνέχεια, ενώ ήμασταν πρώτοι στη βαθμολογία τον Οκτώβρη, η πορεία μας δεν ήταν ανάλογη. Εμφανίστηκαν τα οικονομικά προβλήματα, τα οποία δεν σχετίζονται μόνο με το ποδόσφαιρο. Η Ελλάδα έχει περάσει πολύ δύσκολες μέρες. Έχω, όμως, πολύ καλές αναμνήσεις από τη χώρα και πολύ καλούς φίλους που έκανα και άφησα πίσω όταν έφυγα. Υποστηρίζω ακόμα τον Παναθηναϊκό, δεν λέω ψέματα. Η κόρη μου γεννήθηκε εκεί και το όνομά της είναι Έλενα. Πήραμε αυτήν την απόφαση με την σύζυγό μου, γιατί αυτό ήταν το αγαπημένο μας ελληνικό όνομα».
Αν γύριζες τον χρόνο πίσω, θα έκανες κάτι διαφορετικά σε ό,τι αφορά στις επιλογές σου όσο ήσουν στον Παναθηναϊκό;
«Ναι, σίγουρα. Κάτι που κατάλαβα μέσα από την εμπειρία μου στην Ελλάδα ήταν ότι έπρεπε να πιέσω τον κ. Αλαφούζο να χτίσουμε μία ομάδα με ελληνικό κορμό. Σίγουρα χρειάζονται και ξένοι παίκτες, αλλά όχι περισσότεροι από 3-4 σε συγκεκριμένες θέσεις. Αν, λοιπόν, γύριζα τον χρόνο πίσω θα υποστήριζα πολύ περισσότερο την προοπτική της εξέλιξης των Ελλήνων παικτών. Κάθε πρωτάθλημα είναι διαφορετικό. Εγώ όταν ήρθα στον Παναθηναϊκό είχα την εμπειρία της Ίντερ και της Ουντινέζε στις οποίες είχα μονάχα έναν και τρεις Ιταλούς αντίστοιχα. Έτσι, για μένα η εθνικότητα δεν αποτελούσε πρόβλημα αφού ακόμα και στην πατρίδα μου δεν είχα στις ομάδες που ανέλαβα γηγενείς ποδοσφαιριστές. Δεν κοιτούσα αν είναι Ιταλοί ή όχι, μονάχα αν είναι καλοί ποδοσφαιριστές ή όχι. Στην Ελλάδα δεν ισχύει το ίδιο, χρειάζονται κάποιοι ξένοι παίκτες αλλά μόνο εφόσον μπορούν να ταιριάξουν στην ελληνική νοοτροπία. Από εκεί και πέρα πρέπει οι ομάδες να απαρτίζονται κατά κύριο λόγο από Έλληνες. Για παράδειγμα, στον Παναθηναϊκό είχα επαγγελματίες όπως ο Μπεργκ και ο Ζέκα που μπορούσαν να αφομοιώσουν τον ελληνικό τρόπο σκέψης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ζέκα εντάχθηκε και στην Εθνική Ελλάδος. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, στην ομάδα υπήρχαν και κάποιοι ποδοσφαιριστές που μπορεί να ήταν ποιοτικοί, όμως δεν ήταν οι κατάλληλοι για να αγωνιστούν στην Ελλάδα».
Θεωρείς, δηλαδή, ότι κάποιοι ποδοσφαιριστές δεν μπορούσαν να αντιληφθούν το μέγεθος του Παναθηναϊκού και να κάνουν υπομονή όταν εμφανίστηκαν τα οικονομικά προβλήματα;
«Αυτό ήταν το ένα ζήτημα. Το άλλο είχε να κάνει με το ότι δεν γνώριζαν την ελληνική πραγματικότητα και χάσαμε βαθμούς εξαιτίας αυτού. Όταν για παράδειγμα, ένας ποδοσφαιριστής ψηλού επιπέδου πάει σε ένα μικρότερο γήπεδο να αντιμετωπίσει μία λιγότερο γνωστή ομάδα και δεν είναι απόλυτα συγκεντρωμένος, δεν θα έχει την απόδοση που πρέπει. Δεν θα έπρεπε, όμως, να σκέφτεται κανείς έτσι. Και μόνο το ότι αγωνίζεται κάποιος στον Παναθηναϊκό θα έπρεπε να είναι αρκετό προκειμένου να δώσει το 110%. Από εκεί και πέρα, φυσικά και πρέπει κάποιος να κάνει και υπομονή όταν υπάρξουν οικονομικές δυσκολίες στο σύλλογο. Θυμάμαι ότι ενώ ήμασταν πρώτοι στη βαθμολογία τον Οκτώβρη, αρκετοί παίκτες που δεν είχαν λάβει τα χρήματά τους από τον Αύγουστο άρχισαν να λένε πως δεν θα προπονηθούν ή δεν θα παίξουν στους αγώνες. Παρά τις διαβεβαιώσεις από τους ανθρώπους της ομάδας πως κανείς δεν θα χάσει τα χρήματά του, κάποιοι δεν άλλαξαν στάση και τελικώς η κατάσταση “εξερράγη” τον Δεκέμβρη. Γι’ αυτό πιστεύω ότι το ελληνικό είναι ένα πολύ ιδιαίτερο πρωτάθλημα. Ένα πολύ όμορφο πρωτάθλημα, όχι τόσο διαφημισμένο όσο θα έπρεπε, αλλά την ίδια στιγμή αν γύριζα πίσω θα έπαιρνα διαφορετικές αποφάσεις για τους ποδοσφαιριστές».
Θα σκεφτόσουν κάποια μέρα να επιστρέψεις στην Ελλάδα για να αναλάβεις κάποια ομάδα;
«Αυτό το καλοκαίρι βρισκόμουν σε συζητήσεις με ελληνική ομάδα. Είμαι επαγγελματίας και δεν κλείνω καμία πόρτα. Μπορεί να δέχθηκα πολύ αυστηρή κριτική, όμως έχω σεβαστεί τον Παναθηναϊκό στον απόλυτο βαθμό. Αυτή είναι μία από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που έχω δώσει στα τόσα χρόνια που έχω φύγει από την Ελλάδα. Ο κόσμος θεωρώ ότι εκτιμά το γεγονός πως παρά την κριτική που έχω δεχθεί, στην οποία και μπορώ να απαντήσω, έχω επιλέξει να σεβαστώ τον πρόεδρο και τους φίλους της ομάδας. Δεν πρόκειται ποτέ να πω κακή κουβέντα για τον Παναθηναϊκό. Με τους οπαδούς έχω απευθείας επικοινωνία και πάντα τους σέβομαι. Εκείνοι από την πλευρά τους κατανοούν την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί τότε και είμαι βέβαιος πως δεν ήταν εξαγριωμένοι μόνο από την δύσκολη σεζόν στην οποία ήμουν εγώ προπονητής της ομάδας αλλά συνολικά από όλα τα τελευταία χρόνια γιατί ο Παναθηναϊκός πρέπει βάσει της ιστορίας του να βρίσκεται ανάμεσα στα κορυφαία κλαμπ της Ευρώπης».
Συναντάς τις τελευταίες ημέρες στο Κατάρ Έλληνες που να έχουν έρθει για να παρακολουθήσουν το Παγκόσμιο Κύπελλο;
«Ναι. Ένας Έλληνας μου ζήτησε προηγουμένως να βγάλουμε μία φωτογραφία και εγώ από την πλευρά μου τον ρώτησα αν υποστηρίζει τον Παναθηναϊκό. Θεωρώ πως ανεξάρτητα του εάν είμαι καλός προπονητής ή όχι, είμαι ένας σοβαρός άνθρωπος και αυτό εκτιμάται από τον κόσμο όταν με συναντά κάποιος στον δρόμο».
Κλείνοντας, που απόλαυσες περισσότερο τη ζωή σου εκτός γηπέδων;
«Η Ελλάδα είναι μία υπέροχη χώρα, στην οποία ως Ιταλός ταίριαξα πολύ με τους ανθρώπους γιατί έχουμε παρόμοιο τρόπο σκέψης. Πολλοί Έλληνες σπουδάζουν στην πατρίδα μου και έτσι υπάρχει κάτι σαν ανταλλαγή πολιτισμών. Με την οικογένειά μου μέναμε στη Γλυφάδα, ένα υπέροχο μέρος. Ήταν μία εξαιρετική εμπειρία για εμάς. Στο Κατάρ είναι ωραία αλλά σίγουρα και διαφορετικά σε σχέση με τα όσα είχαμε συνηθίσει. Άλλη κουλτούρα, άλλη θρησκεία. Στο Ιράν ήταν δύσκολα αλλά το ότι είχα πρόταση από ομάδα του Κατάρ οφείλεται στην επιτυχία μου στο Ιράν. Το πρωτάθλημα του Ιράν θεωρείται από τα πιο δύσκολα της Ασίας, γιατί είναι πολύ ισορροπημένο. Μπορεί στο τέλος πιθανότατα να κατακτήσει τον τίτλο η Περσέπολις ή η Εστεγλάλ, όμως υπάρχει πολλή ένταση στους αγώνες με λίγα γκολ και αρκετές ισοπαλίες. Σίγουρα, κάποιες φορές δεν είναι εύκολο να δουλέψεις εκεί γιατί υπάρχουν αρκετοί εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν το ποδόσφαιρο. Πάντως, έχω πολύ καλές σχέσεις με τους ανθρώπους στο Ιράν και είναι ενδεικτικό αυτού ότι έφτασα κοντά στο να αναλάβω και την εθνική τους ομάδα. Γνωρίζω καλά και εκτιμώ πολύ τους Ιρανούς ποδοσφαιριστές».
Για να μαθαίνετε πάντα πρώτοι την αθλητική επικαιρότητα, ακολουθήστε μας στη σελίδα μας στο GoogleNews στο Facebook στο Twitter στο Instagram
Comments