Ο Θανάσης Κολιτσιδάκης σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης.
Ο σπουδαίος αμυντικός του Παναθηναϊκού, του Απόλλωνα και του ΟΦΗ έζησε στην καριέρα του, όσα ονειρεύεται να ζήσει κάθε Έλληνας ποδοσφαιριστής. Τίτλους, πρωταθλήματα, συμμετοχή σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου, συμμετοχή σε ημιτελικό Τσάμπιονς Λιγκ! H συνέντευξη που παραχώρησε στη Sportday.gr
-Θέλω να ξεκινήσουμε κάπως διαφορετικά. Γιατί ως παίκτης δεν έδινες συνεντεύξεις;
-Τότε θεωρούσα ότι η δουλειά μου ήταν να παίζω ποδόσφαιρο. Σίγουρα κάποιες στιγμές πρέπει να μιλάς για να ακούσει κάποια πράγματα και ο κόσμος και οι φίλαθλοι που αγαπούν την ομάδα ή ακόμα και εσένα. Πρέπει όμως να έχεις κάτι να πεις, άμα δεν έχεις να πεις τότε καλύτερο είναι να μιλάς μέσα στο γήπεδο.
-Ξεκίνησες λοιπόν να παίζεις ποδόσφαιρο όπως όλα τα παιδιά, στη γειτονιά. Που ήταν αυτή;
-Στο Σταυρό Θεσσαλονίκης. Ουσιαστικά το ξέρουν όλοι ως Χαλκιδική όμως είναι νομός Θεσσαλονίκης. Είναι ένα παραλιακό χωριό και έχει την ομάδα του, ΠΑΟΚ Σταυρού. Βρίσκεται στον Στρυμωνικό κόλπο και είναι μαζί με την Ασπροβάλτα. Εκεί ξεκίνησα να παίζω και από εκεί πήγα κατευθείαν στον Απόλλωνα.
-Πώς έγινε αυτό;
-Υπήρξε ένας άνθρωπος που είχε καλές σχέσεις με τον Απόλλωνα, ο Χρήστος Λαμπάδας, ο οποίος μίλησε στην ομάδα και με κατέβασε για να δοκιμαστώ σε μεγάλη μάλιστα ηλικία. Ήμουν 21 ετών. Ο Απόλλωνας τότε έπαιζε στην Καστοριά την τελευταία αγωνιστική και έπρεπε να κερδίσει για να ανέβει. Το κατάφερε με προπονητές τους Ασημακόπουλο, Φράγκο. Έκαναν δοκιμές για να πάρουν παίκτες και τότε πραγματικά οι ομάδες έβλεπαν και το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο. Εγώ τελικά κατάφερα να μείνω και ο Απόλλωνας με αγόρασε από την ομάδα μου.
-Για σένα πρέπει να ήταν τεράστιο το σοκ.
-Καλά δεν το συζητάμε αυτό. Πάντως εγώ είχα μια τεράστια ευκαιρία να φύγω μικρότερος και να πάω στον Μακεδονικό του Θωμά Βουλινού, όταν ήταν στην Α’ Εθνική. Όμως παρά το γεγονός ότι ήμουν 15-16 ετών, είχα πάρει μια μηχανή και είχα ατύχημα. Έσπασα το πόδι μου, οπότε αυτό με κράτησε πολύ πίσω. Έκανα τρία χρόνια να παίξω, γιατί είχα πάθει μεγάλη ζημιά επειδή έσπασα στο μηριαίο οστό.
-Ήταν “γραφτό” όμως να παίξεις ποδόσφαιρο.
-Ναι ήταν γιατί τότε τα πράγματα δεν ήταν τόσο οργανωμένα όπως τώρα, που αν υπάρχει ένα παιδί κάπου το εντοπίζουν ακόμα και στο πλέον απομακρυσμένο χωριό.
–Πήγες λοιπόν στον Απόλλωνα και ξεκίνησε η πορεία σου στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
-Ο Απόλλωνας ήταν μια από τις ομάδες που έδιναν χρόνο συμμετοχής σε μικρούς παίκτες και εγώ από το δεύτερο εξάμηνο και μετά ήμουν βασικός. Άλλωστε η ομάδα ήθελε να βγάζει παίκτες για να τους πουλάει και να επιβιώνει. Ένα τέτοιο πρότζεκτ ήμουν κι εγώ και από τη στιγμή που μπήκα στην ομάδα δεν ξαναβγήκα. Άλλωστε ως παίκτης του Απόλλωνα ήμουν βασικός στην Εθνική το 1992 όταν και βγήκαμε πρώτοι στα προκριματικά και πήραμε την πρόκριση για το μουντιάλ και το 1993 πήγα στον Παναθηναϊκό.
-Αυτό που σε χαρακτήριζε πάντα ήταν και το δυναμικό σου παιχνίδι.
-Νομίζω ότι επισκίαζε τα υπόλοιπα. Αυτό που έβγαζα περισσότερο στο γήπεδο ήταν το ηγετικό προφίλ. Μιλούσα πολύ και οργάνωνα την ομάδα. Μάλιστα κάποιες φορές μιλούσα σε βαθμό όπου με παρεξηγούσαν και οι συμπαίκτες και οι αντίπαλοι. Βέβαια αυτό δεν με ένοιαζε και τόσο. Εμένα με ενδιέφερε να κερδίζω κι εγώ και η ομάδα. Αυτό έκανα και στις τρεις ομάδες που έπαιξα και νομίζω ότι το έκανα με επιτυχία.
-Θέλω να μου πεις δυο λόγια για τον Κώστα Αλαμάνο που είναι ένας ιστορικός παράγοντας.
-Ο Απόλλωνας όπως είπα και πριν, ήταν μια ομάδα που έδινε ευκαιρίες σε νέα παιδιά. Ήμασταν με τον Μιχάλη Βλάχο που έκανε μεταγγραφή, μετά ήρθε ο Θεόφιλος Καρασαββίδης που επίσης έκανε μεταγγραφή, υπήρχαν κι άλλα παιδιά όπως ο Βελέντζας που ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα τότε της Ελλάδας, ο Γιάννης Αποστόλου που έπαιζε στην Εθνική Ελπίδων. Ο Αλαμάνος ήταν αυτός που το κινούσε όλο αυτό το πρότζεκτ. Ήταν γνώστης του ποδοσφαίρου εκείνης της εποχής κι εμείς τον είχαμε σαν πατέρα μας κι αυτός σαν παιδιά του. Ακόμα και στα λεφτά, μας έλεγε: “Δεν σας τα δίνω, τα κρατάω για να μην τα φάτε”. Κάπου δεν είχε και άδικο σε αυτό (γέλια). Όταν είσαι πιτσιρικάς και παίρνεις λεφτά στα χέρια σου… Άλλωστε και οι περισσότεροι που παίξαμε ποδόσφαιρο δεν ήμασταν και από πλούσιες οικογένειες και τα χαλάγαμε εύκολα. Οπότε ο Αλαμάνος και σε αυτό το θέμα μας καθοδηγούσε για να μπορέσουμε να διαχειριστούμε καλύτερα το θέμα των χρημάτων.
-Πώς έγινε η μεταγραφή σου στον Παναθηναϊκό;
-Το Δεκέμβριο του 1993 ο Αλαμάνος αποδέχτηκε την πρόταση του Παναθηναϊκού, καθώς ήταν μια από τις μεγαλύτερες που είχαν γίνει τότε και με τα χρήμματα που πήρε μπόρεσε και αγόρασε τον Ντέμη Νικολαΐδη. Με ήθελε και η ΑΕΚ του Μπάγεβιτς και για μένα ήταν μεγάλη τιμή να με θέλει ο Μπάγεβιτς. Όμως δεν τα βρήκαν με τον Αλαμάνο, γιατί η πρόταση του Παναθηναϊκού ήταν πολύ καλύτερη και έφτασε τα 120 εκατομμύρια δραχμές. Κατάφερα πάλι να κάνω μεταγραφή με σπασμένο πόδι και χρειάστηκε να περιμένω 3-4 μήνες για να μπω. Βέβαια ήμουν εν ενεργεία διεθνής και στο πρόσωπό μου βρήκε τον αμυντικό που ήθελε.
-Πήγες λοιπόν στον Παναθηναϊκό και τα έφερε έτσι η τύχη που ήσουν στην ομάδα που έκανε την πορεία στους “4”.
-Ξεκίνησα με προπονητή τον Οσιμ, όμως μετά από λίγο έφυγε και ανέλαβε την ομάδα ο Ρότσα. Ήξερε τον σφιγμό της ομάδας, αλλά ο Παναθηναϊκός είχε και καλούς παίκτες. Το γεγονός ότι οι παίκτες δεν τα έβρισκαν με τον Όσιμ, εκεί ήταν και το πρόβλημα της ομάδας. Ο Χουάν έφερε μαζί του γυμναστή τον Γιώργο Βαμβακά, ο οποίος ήταν μπροστά από την εποχή του. Στην πρώτη του παρουσία κατάφερε να πάρει το κύπελλο. Την επόμενη χρονιά πήραμε το πρωτάθλημα και φτάσαμε ως τους «4» του Champions League. Γενικά ήταν 2,5 χρόνια με πάρα πολύ σημαντικές στιγμές και επιτυχίες.
–Παίζατε τότε με τεράστια αυτοπεποίθηση από ένα σημείο και μετά.
–Για το ελληνικό πρωτάθλημα ειδικά, η αυτοπεποίθηση που είχαμε ήταν μεγάλη. Δεν περνούσε καν από το μυαλό μας ότι μπορούσαμε να χάσουμε πουθενά. Ήταν τέτοια η πίστη μας και στους εαυτούς μας και στην ομάδα και στον προπονητή. Αυτό ο Παναθηναϊκός το είχε σε μεγάλο βαθμό και στην Ευρώπη, γιατί είχε πορείες και παλαιότερα και εμείς συνεχίσαμε αυτό το δρόμο που είχαν χαράξει. Αυτό έγινε και με την επόμενη γενιά του Καραγκούνη και του Μπασινά, που συνέχισαν τις μεγάλες νίκες και τις πορείες στην Ευρώπη.
–Εκείνη η βραδιά στο Αμστερνταμ;
–Μαγική βραδιά, αξέχαστη φυσικά. Πολύ σπουδαία νίκη για εκείνον τον Παναθηναϊκό. Βέβαια εάν ερχόταν και η πρόκριση θα ήταν κάτι το φανταστικό. Δεν τα καταφέραμε, αλλά παραμένει η νίκη αυτή «σημείο αναφοράς» για τον Παναθηναϊκό εκείνης της εποχής. Ήταν και σημαδιακή γιατί ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Άγιαξ σε εκείνο το γήπεδο. Βέβαια τότε σε όλη εκείνη την πορεία είχαμε κάνει μεγάλες νίκες. Στην Πόρτο, δεν χάσαμε στη Ναντ.
–Στην Πόρτο δεν ήταν που είχε πει ο Ρότσα ότι θα γυρίσει με τα πόδια;
–Ναι τότε ήταν και του κάναμε καζούρα όλοι οι παίκτες μετά στα αποδυτήρια. Ήταν μια μεγάλη νίκη γιατί παίζαμε και με δέκα παίκτες, γιατί είχε αποβληθεί ο Αλεξούδης. Τον Ρότσα τον βλέπαμε περισσότερο ως φίλο και όχι ως προπονητή με την κλασσική έννοια του όρου. Βέβαια και αυτός και εμείς ξέραμε τα όριά μας και αυτός ήταν ο λόγος που είχαμε πολύ καλή συνεργασία.
–Στη ρεβάνς με τον Άγιαξ αιφνιδιαστήκατε;
–Σίγουρα έπαιξε ρόλο το γρήγορο γκολ. Όμως από την άλλη πλευρά δεν μπορέσαμε να διαχειριστούμε την πίεση. Μέχρι εκείνη τη στιγμή και σε όλη την πορεία μας, σε κανένα παιχνίδι δεν ήμασταν το φαβορί. Μετά τη νίκη στο Αμστερνταμ όμως, όλοι έλεγαν ότι εμείς ήμασταν το φαβορί. Ίσως αυτό ήταν που μας «λύγισε». Ταυτόχρονα όμως πρέπει να πούμε ότι και ο Άγιαξ ήταν μια μεγάλη ομάδα. Από τη στιγμή μάλιστα που προηγήθηκε στο σκορ και ισοφάρισε αυτό του πρώτου αγώνα, αυτός ήταν το φαβορί και πιο κοντά στην πρόκριση απ’ ότι εμείς.
πηγή: paopantou.gr
Comments