0

Το να βλέπεις μπροστά σου ένα θηρίο με ύψος 2μ.21 είναι από μόνο του επιβλητικό θέαμα. Το να τον βλέπεις να παίρνει τη μπάλα και να σουτάρει τρίποντα στην προθέρμανση είναι μάλλον απρόσμενο. Το να τα… χώνει όλα σουτάροντας με άψογο στυλ πώς να το σχολιάσεις;

Το κύριο χαρακτηριστικό του Τίμπορ Πλάις, αυτό που τον έκανε ιδιαίτερο στο ευρωπαϊκό μπάσκετ που έβγαλε το ψωμί του τόσα χρόνια, είναι αυτό το φαρμακερό μακρινό του σουτ από μακριά. Ο γεννημένος στις 2 Νοεμβρίου 1989 νέος σέντερ του Παναθηναϊκού είχε την ευτυχία να τον αναλάβει στα πρώτα του βήματα ένας εκπρόσωπος της γιουγκοσλαβικής σχολής. Και αντί να τον καθηλώσει κοντά στο καλάθι με post-up κινήσεις και hooks τον έβαλε να σουτάρει περιμετρικά, σχεδόν… απαγορεύοντάς του να μπει στο ζωγραφιστό!

Γεννημένος στο Μπέργκις Γκλάντμπαχ της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, δεν μπορούσε να πειραματιστεί ως παιδί με τίποτα διαφορετικό από το ποδόσφαιρο. Το σώμα του, όμως, είχε διαφορετική γνώμη. Στα 10 του χρόνια είχε ήδη ύψος 1μ.90, ξεχώριζε δύο κεφάλια από τους συνομήλικούς του, οπότε η ένταξή του στα τμήματα υποδομής της MTV Koln 1860, ενός μικρού συλλόγου της Κολωνίας, ήταν μονόδρομος.

Ως τα 14 του χρόνια ο Τίμπορ το’ βρισκε πολύ ενδιαφέρον να βάζει πολλά καλάθια εκμεταλλευόμενος απλά το μεγάλο του ύψος. Στα 14 του, το 2003, μετακόμισε στην ακαδημία της καλύτερης ομάδας της πόλης, της Rhein Energie. Κι εκεί γνώρισε τον Ζόραν Κούκιτς, τον παίκτη της ανδρικής ομάδας με διαβατήριο από την Αυστρία αλλά καταγωγή από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, που είχε αναλάβει να κάνει προπονήσεις στα παιδιά των ακαδημιών.

Ο Κούκιτς ήταν αυτός που έπεισε τον Πλάις να μην δουλέψει μόνο τις κινήσεις του κοντά στο καλάθι και να μην βασίζεται στο ύψος του, το οποίο είχε ήδη ξεπεράσει τα 2μ.05, αλλά να μάθει να σουτάρει κι από μακριά. Πέρασαν εκατοντάδες απογεύματα μαζί, δίνοντας ο ένας τη μπάλα στον άλλο, ο Κούκιτς να κάνει ατομικές για την ανδρική ομάδα και ο Πλάις για την εφηβική.

Το όνομά του ακούστηκε σε όλη τη Γερμανία τρία χρόνια αργότερα. Ήταν ο πρώτος ριμπάουντερ και μπλοκέρ στην πρώτη σεζόν της ΝΒΒL, της εφηβικής πανγερμανικής λίγκας. Η ομάδα δεν έφτασε στο φάιναλ φορ, ωστόσο η εικόνα του πανύψηλου νεαρού που κατέβαζε τα ριμπάουντ σαν στραγάλια, αλλά σούταρε και για τρίποντο από την κορυφή, ήταν από τις ατραξιόν του τουρνουά.

Ο Σάσα Ομπράντοβιτς, προπονητής τότε της ανδρικής ομάδας της Κολωνίας, δεν χρειάστηκε να δει κάτι παραπάνω. Το καλοκαίρι του 2006, πριν καν κλείσει τα 17 του χρόνια, ο Τίμπορ έγινε μέλος της ανδρικής ομάδας και σε κάθε προπόνηση τα’ βαζε με τους έμπειρους σέντερ, ανάμεσά τους και τον Πολωνό Μάρτσιν Γκόρτατ που αργότερα έφτασε μέχρι το ΝΒΑ.

Το καλοκαίρι του 2007 ήταν το πρώτο για τις… υψηλές πτήσεις του, αφού κατέκτησε το κύπελλο Γερμανίας με τη Κολωνία και ταυτόχρονα κλήθηκε στην εθνική εφήβων. Όταν η Κολωνία ουσιαστικά πτώχευσε κι έδιωξε όλα τα μεγάλα της συμβόλαια το 2007, ο Πλάις αποφάσισε να μείνει και να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία. Στα 18 του έγινε βασικότατος σέντερ στη BBL και παρά τη μέτρια χρονιά της ομάδας, αυτός κέρδισε πολλές εμπειρίες.

Η μεταγραφή δεν άργησε να έλθει. Το 2009 μετακόμισε στη Brose Basket της Βόννης και εκείνη τη χρονιά έκανε τις πρώτες του εμφανίσεις με την εθνική ανδρών της Γερμανίας. Η πρώτη του χρονιά σημαδεύτηκε από την κατάκτηση του νταμπλ, αλλά και την επιλογή του στο ντραφτ του 2010. Επιλέχθηκε στο Νο31 από τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς, οι οποίοι τον αντάλλαξαν αμέσως στους Ατλάντα Χοκς και μετά τα δικαιώματά του κατέληξαν στους Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ.

Το 2012 ξεκίνησε το διεθνές του ταξίδι και η αποδοχή του νέου του ρόλου. Εκείνο το καλοκαίρι πήρε άλλο ένα νταμπλ με τη Βόννη, αλλά κατάλαβε γρήγορα ότι θα μπορούσε να γίνει ένας απαραίτητος παίκτης στο rotation, αν και όχι απόλυτος πρωταγωνιστής, και γρήγορα έγινε ο… αγαπημένος των προπονητών. Στα 13 χρόνια τώρα που τριγυρνάει στα ευρωπαϊκά και αμερικανικά γήπεδα δεν έχει καταγραφεί ούτε μία φορά να διαμαρτύρεται για το χρόνο συμμετοχής του, για το ρόλο του στο παιχνίδι, για το αν ξεκινάει βασικός ή έρχεται από τον πάγκο. Παίζει αυτό που ξέρει και προσαρμόζεται στο ρόλο. Γι’ αυτό έγινε και αγαπημένος του Εργκίν Αταμάν και πέρασε όχι μία και δύο, αλλά έξι σεζόν στην Αναντολού Έφες.

Το ταξίδι του ξεκίνησε από τη Χώρα των Βάσκων και τη Μπασκόνια, όπου έμεινε δύο σεζόν (2012-14), την πρώτη ως εφεδρικός και τη δεύτερη ως βασικός. Στη Μπασκόνια έγραψε και τον καλύτερο μέσο όρο πόντων στην καριέρα του σε μια σεζόν (12) το 2013-14. Οι επιδόσεις του έπεισαν τη Μπαρτσελόνα να του δώσει συμβόλαιο για τη σεζόν 2014-15, όπου έκλεισε τη χρονιά με 5,3 πόντους μεν σε 13 λεπτά συμμετοχής μέσο όσο, αλλά με το εντυπωσιακό 50% στα τρίποντα!

Οι Γιούτα Τζαζ, που είχαν στο μεταξύ αποκτήσει τα δικαιώματά του, αποφάσισαν να τον ενεργοποιήσουν το 2015 ως ένα συμπλήρωμα στον Ρούντι Γκομπέρ. Ο Πλάις ταξίδεψε στη γη των Μορμόνων, υπέγραψε πολυετές συμβόλαιο, αλλά η αμυντική του ανεπάρκεια γι’ αυτό το επίπεδο μέτρησε αρνητικά. Σ’ αυτή τη χρονιά του (2015-16) η ομάδα τον «υποβίβασε» αρκετές φορές να παίξει με τους Άινταχο Σταμπίντ, τη θυγατρική της στη G-League.

Αν κάτι έμεινε ως highlight απ’ αυτό το πέρασμα ήταν τα αρχικά τεστ δεξιότητας που πέρασε ο Πλάις πριν υπογράψει το συμβόλαιό του. Παρ’ ότι πήγε στο γήπεδο λίγο μετά την άφιξή του στο Σολτ Λέικ Σίτι, ζαλισμένος από το τζετ λαγκ, «έγραψε» 66 στα 90 εύστοχα σουτ τριών πόντων! Σύμφωνα με τα αρχεία των Τζαζ, κανείς παίκτης στην ιστορία τους δεν έχει πετύχει καλύτερο ποσοστό απ’ όσους έχουν περάσει το τεστ.

Η συνέχεια είχε πολύ… Αταμάν. Αρχικά στη Γαλατασαράι τη σεζόν 2016-17, όπου και γνωρίστηκε με τον νυν προπονητή του Παναθηναϊκού, και μετά από το 2018 και μετά στην Αναντολού Έφες. Είχε προηγηθεί, βέβαια, σαν σφήνα μια χρονιά στην ACB και τη Βαλένθια, όπου πρόλαβε να κερδίσει κι ένα Σούπερ Καπ.

Η εξαετία στην Έφες και η πενταετής συνεργασία με τον Αταμάν ήταν οι πιο συναρπαστικές στιγμές στην καριέρα του. Κέρδισε δύο Ευρωλίγκες (2021 και 2022), τρία πρωταθλήματα Τουρκίας (2019, 2021 και 2023) και γενικά ταίριαξε στη φιλοσοφία του Τούρκου προπονητή. Σ’ αυτή την πενταετία πέρασε απ’ όλα τα… πόστα, από μέλος της αρχικής πεντάδας μέχρι παγκίτης, αλλά με μέσο όρο περίπου 16 λεπτά ανά αγώνα οι πόντοι του ήταν 7,4, το ποσοστό του στα δίποντα πάνω από 55% και στα τρίποντα σχεδόν 40%. Στις βολές δε έχει ένα από τα πιο εντυπωσιακά ποσοστά που έχουν καταγραφεί ποτέ για σέντερ (ποσοστό καριέρας 84,2%).

Τον περασμένο Αύγουστο επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στην Τράπανι της Σικελίας, παίρνοντας μια γεύση και από την Ιταλία. Τα νούμερα που κατάγραψε εκεί δεν ήταν εντυπωσιακά (6 πόντοι και 3,4 ριμπάουντ σε 14,2 λεπτά συμμετοχής), ωστόσο ο Παναθηναϊκός δεν τον θέλει για πρωταγωνιστή, ούτε για σκόρερ, αλλά για ένα γρανάζι που καταλαβαίνει αμέσως τι θέλει ο προπονητής και μπορεί να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένες καταστάσεις στο παιχνίδι.

 

Εισιτήρια Final Four EuroLeague στο Άμπου Ντάμπι: Κυκλοφόρησαν, αυτές είναι οι τιμές

Previous article

Οργή Αλαφούζου, φεύγουν μεγάλα ονόματα! Στελέχη-παίκτες και ότι λέγεται για… αντι-Βιτόρια!

Next article

You may also like