0

Ο Τάσος Αυλωνίτης δεν παρασύρθηκε ποτέ από τη δημοσιότητα, από τα χρήματα, από την επιτυχία. Φρόντισε να παραμείνει το ίδιο ταπεινός τόσο στα όμορφα, όσο και στα δύσκολα.

Από τα πρώτα του βήματα στο Αιγάλεω και το «σχολείο» της Καβάλας, στην καθιέρωσή του στον Πανιώνιο και στο μεγάλο βήμα για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Η εμπειρία του στο εξωτερικό και ο επαναπατρισμός του για χάρη του Παναθηναϊκού, πριν τη νέα περιπέτεια στα ξένα και την επιστροφή στην Ελλάδα και τον Πανσερραϊκό.

Σε κάθε βήμα της διαδρομής αυτής, συνάντησε ανθρώπους που αποτελούν «κεφάλαιο» για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Συναναστράφηκε παράγοντες όπως ο Μητρόπουλος και ο Ψωμιάδης, ενώ δούλεψε με προπονητές όπως ο Μίτσελ και ο Μάρκο Σίλβα.

Δεν πούλησε ποτέ οπαδιλίκι, ένιωσε στο «πετσί» του την «βρωμιά» του ποδοσφαίρου. Όμως, ποτέ δεν παρασύρθηκε. Δεν πήγε με το ρεύμα, δεν κύλησε, δεν έγινε και αυτός «βρώμικος». Ίσως, αυτό να είναι και το μεγαλύτερο επίτευγμά του. Πάνω από νίκες, τρόπαια, διακρίσεις.

Ήταν ιδιαίτερη η χρονιά που τελείωσε. Πήγε καλά για την ομάδα, ενώ για σένα προσωπικά είχε κάποια σκαμπανεβάσματα. Πώς το έζησες;

Κάνοντας ταμείο, ήταν μαγική χρονικά για τον Πανσερραϊκό. Έλειπε πολλά χρόνια από την πρώτη κατηγορία και όταν μία ομάδα επιστρέφει, το πρώτο που κοιτάζει είναι να σώσει την κατηγορία. Πολλές φορές οι ομάδες που ανεβαίνουν, δυσκολεύονται πολύ να παραμείνουν. Τερματίσαμε πρώτοι στα πλέι άουτ και αυτό μας εξέπληξε και εμάς ευχάριστα. Είχαμε να αντιμετωπίσουμε ομάδες πιο έμπειρες από εμάς, ενώ το μπάτζετ του Πανσερραϊκού δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλό. Η δουλειά που ρίξαμε παίκτες και σταφ, βγήκε και κάναμε χαρούμενο τον κόσμο των Σερρών. Ήταν η πρώτη φορά που η ομάδα τερμάτισε στην έβδομη θέση και αυτό μας έκανε όλους ιδιαίτερα υπερήφανους. Σχετικά με εμένα, αυτό που είχα πει στον πρόεδρο ήταν ότι ήθελα να βοηθήσω με την εμπειρία μου, να πετύχει η ομάδα τους στόχους της. Δεν δημιούργησα ποτέ πρόβλημα, ακόμα και όταν παραγκωνίστηκα χωρίς να γνωρίζω τους λόγους. Κανένας δεν μου έδωσε μία σαφή απάντηση στο γιατί παραγκωνίστηκα. Ήμουν επαγγελματίας, συνέχισα να βοηθάω στις προπονήσεις και όταν κλήθηκα να βοηθήσω στους αγώνες, έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό. Αυτά στο ποδόσφαιρο, συμβαίνουν. Αυτό που κατάλαβα ήταν ότι δεν ήταν αγωνιστικοί οι λόγοι που παραγκωνίστηκα και αυτό με πληγώνει, αλλά ξέρουμε ότι το ποδόσφαιρο είναι ένας περίεργος χώρος στον οποίο πρέπει να ξεπερνάς τα εμπόδια και να κοιτάς το μέλλον μόνο με αισιοδοξία.

Οι παραστάσεις σου είναι σπουδαίες και όσο και αν είσαι ήρεμος χαρακτήρας, πως κατάφερες να διατηρήσεις την ψυχραιμία σου;

Είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος που με κάνει να κρατάω τον θυμό ή όποια νεύρα έχω και να υπερέχει η λογική. Ίσως είναι και κακό αυτό, κάποιες φορές. Ήξερα ότι η ομάδα ζοριζόταν και αν εγώ ξεσπούσα θα έκανα κακό στους συμπαίκτες μου, οι οποίοι με σέβονταν. Είχαμε φανταστικό κλίμα στα αποδυτήρια και δεν ήθελα να δημιουργήσω πρόβλημα. Ήξερα μέσα μου ότι θα με χρειαστεί ξανά η ομάδα και ήθελα να δουλέψω για να αποδείξω σε όσους με αδίκησαν ότι έκαναν λάθος. Εν τέλει, νιώθω δικαιωμένος.

Αισθάνεσαι δικαιωμένος για την απόφασή σου να πας στον Πανσερραϊκό σε μία καλή αναλογικά ηλικία;

Είχα τότε, μία πρόταση από ομάδα πρώτης κατηγορίας, που, όμως, δεν με είχε δελεάσει καθόλου. Προτίμησα να μείνω ανενεργός και να βρω καλύτερες ποδοσφαιρικές συνθήκες στην επόμενη μεταγραφική περίοδο. Μίλησα με τον ιδιοκτήτη του Πανσερραϊκού, μου παρουσίασε το πρότζεκτ και παρά το ότι δεν ήθελα να πάω στην Β’ Εθνική γιατί γνώριζα τις καταστάσεις, αποφάσισα να πάρω το ρίσκο. Υπάρχουν στιγμές που καταλαβαίνεις ότι πρέπει να ρισκάρεις. Τελικώς, μου βγήκε. Έφυγα από τον Πανσερραϊκό με ψηλά το κεφάλι.

Ο Πάμπλο Γκαρσία έχει την προοπτική να εξελιχθεί σε έναν από τους καλύτερους προπονητές στην Ελλάδα;

Ήταν η πρώτη του χρονιά μακριά από τον οργανισμό του ΠΑΟΚ, που τον είχε αγκαλιάσει τόσα χρόνια. Το μεγάλο του ατού είναι ότι ξέρει να διαβάζει τον αντίπαλο. Ξέραμε πάντα ποια είναι τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του κάθε αντιπάλου, πριν από κάθε ματς. Οι παραστάσεις που έχει από το ψηλό επίπεδο, στο οποίο έχει αγωνιστεί ως ποδοσφαιριστής, αποτελούν για εκείνον εφόδιο προκειμένου να κάνει πρωταθλητισμό. Νομίζω ότι βήμα – βήμα, θα καταφέρει να φτάσει σε μεγάλες ομάδες, τόσο της Ελλάδας, όσο και του εξωτερικού.

Ας πάμε λίγο πίσω στο χρόνο. Ένα παιδί που ξεκινάει από τα τοπικά της Εύβοιας και έχει την πρώτη του εμπειρία μακριά από το σπίτι του, στο Αιγάλεω, πέφτει στα βαθιά;

Το Αιγάλεω τότε είχε μόλις υποβιβαστεί στη δεύτερη κατηγορία, με μία εξαιρετική φουρνιά ποδοσφαιριστών, όπως ο Σκοπελίτης, ο Πετρόπουλος, ο Τσενάμο. Δυστυχώς, είχε πέσει κι εγώ πήγα ως ταλέντο. Ο Μητρόπουλος τότε μάζευε ταλέντα για να ξαναφτιάξει την ομάδα. Έκατσα τρία χρόνια. Η Β’ Εθνική τότε, ήταν πάρα πολύ δύσκολη κατηγορία, με παράγοντες όπως ο Μητρόπουλος και ο Ψωμιάδης. Ήταν πολύ δύσκολο να δεις τότε να παίζει στην κατηγορία ποδοσφαιριστής 18-19 χρονών.

Απότομη «βουτιά» από άποψη παραστάσεων και φυσικά για τα όσα ακούς ή βλέπεις;

Ήταν αποδυτήρια πρώτης κατηγορίας, ειδικά στην προετοιμασία. Έπαιρνα ό,τι μπορούσα, σαν σφουγγάρι.

Τι θυμάσαι να σου έχει κάνει περισσότερο εντύπωση;

Είχα προπονητή τον Γιώργο Χατζάρα. Ήταν ο πρώτος που έφερε την «ζώνη» στο ποδόσφαιρο, όταν εμείς παίζαμε «man to man». Μου είχε φανεί δύσκολο, αλλά, εν τέλει τα κατάφερα. Από εκεί και πέρα, μου είχε κάνει εντύπωση ότι στα τοπικά της Εύβοιας κάναμε όλοι παρέα και ξαφνικά βρέθηκα μαζί με ξένους παίκτες που ο καθένας είχε τη ζωή του. Έπρεπε να αποδίδεις καλά, ήξερες ότι το κάθε λάθος θα το πληρώσεις.

Θυμάσαι ποτέ να σου είπαν κάτι και να σκέφτηκες ότι «δεν θα τα καταφέρω»;

Όταν είχα κάνει εργομετρικά πριν την προετοιμασία, η αντοχή μου δεν ήταν καλή. Μου το είχε πει ο γυμναστής. Σκεφτόμουν αν θα καταφέρω να φτάσω τους συμπαίκτες μου. Εν τέλει, όμως, έκανα ό,τι μου είπαν και τα κατάφερα. Δεν έφερα ποτέ αντίρρηση.

Είχες αρχίσει να αντιλαμβάνεσαι πως το Αιγάλεω δεν θα καταφέρει τελικά να επιστρέψει και πως την ομάδα «την έπαιρνε η μπάλα»;

Ναι. Όταν έγινε η συγχώνευση με τον Ηλυσιακό, το κατάλαβα. Όλοι φοβόμασταν για το μέλλον, ακόμα και αν ο κόσμος ερχόταν στο γήπεδο και μας στήριζε. Τον τρίτο χρόνο εν τέλει έπεσε κατηγορία. Εγώ είχα φύγει λίγο νωρίτερα γιατί είχα πολύ μεγάλα προβλήματα οικονομικής φύσεως με την ομάδα. Πληγώθηκα γιατί ήταν η πρώτη μου επαγγελματική στέγη, αλλά το ποδόσφαιρο, πρέπει να το κοιτάς ψυχρά. Να κοιτάς το δάσος και όχι το δέντρο.

Σε όποια ομάδα και αν έχεις παίξει, δεν ήταν «αδιάφορη». Ήταν ομάδες με ιστορία, ισχυρούς παράγοντες και δυνατή παρουσία στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Στην Καβάλα τότε ο Μάκης Ψωμιάδης ήθελε να χτυπήσουμε την Ευρώπη. Είχε εκπληκτικούς ποδοσφαιριστές. Εγώ εκεί κατάλαβα το πόσο μεγάλη ομάδα ήταν, με ξένους παίκτες, φτασμένους. Είχαμε μία 20άδα παικτών, που δεν ήξερες ποιον να πρωτοβάλεις στην ενδεκάδα. Δεν αγωνίστηκα πολύ, ήταν, όμως, μία ομάδα – σταθμός για μένα. Κατάλαβα τι πρέπει να κάνω στο μέλλον για να παίξω. Πως πρέπει να λειτουργήσω μέσα στον αγωνιστικό χώρο, να γίνω πιο δυνατός, πιο γρήγορος στη σκέψη. Ήταν μεγάλο σχολείο για μένα η Καβάλα. Εν τέλει, ο Βόλος και η Καβάλα το επόμενο καλοκαίρι διαλύθηκαν κι εγώ πήγα στον Πανιώνιο. Καμια φορά οι ποδοσφαιριστές δεν καταλαβαίνουν τα λάθη τους και ρίχνουν αλλού τις ευθύνες. Όταν, όμως, δεν εστιάσεις στο τι έχουν κάνει οι άλλοι λάθος, αλλά στο τι έχεις κάνει εσύ, στο τέλος θα δικαιωθείς.

Έχεις μιλήσει σε συνεντεύξεις σου για πράγματα που έχει πει για άλλους ο Μάκης Ψωμιάδης. Θέλω να θυμηθείς μία ιστορία με κάτι που είχε πει σε σένα προσωπικά.

Θυμάμαι στην πρώτη προετοιμασία, που ήμουν ο πιο άσημος ποδοσφαιριστής της ομάδας, βάζω ένα γκολ σε ένα φιλικό με τον Ατρόμητο, στο οποίο χάναμε με 1-0. Ο Μάκης Ψωμιάδης δεν ήθελε να χάνει ούτε στα φιλικά. Με πιάνει μου λέει «παιχταρά μου, παιχταρά μου». Είπα από μέσα μου «εγώ;». Κατάλαβα, όμως, τι πάθος είχε για το ποδόσφαιρο. Τον έβλεπες τόσο δυναμικό, είχε τέτοιες εμπειρίες. Αλλά καταλάβαινες ότι πέτυχε στο ποδόσφαιρο γιατί σε ένα ματς που μπορεί ούτε ο προπονητής να μην έδινε σημασία στο σκορ, εκείνος δεν ήθελε να χάσει. Είχε και τις αστείες στιγμές του. Μπορεί σε μία προπόνηση να μην πήγαινα καλά, να έτρωγα μία ντρίπλα και εκείνος να μου έλεγε αμέσως «γιατί τέτοια χάλια;». Του απαντούσα «κάτσε ρε πρόεδρε» και μου έλεγε «τι κάτσε ρε; Άντε γίνε καλύτερος». Ήθελε όλους, από τον φροντιστή μέχρι τον τελευταίο ποδοσφαιριστή, να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Αυτό, σίγουρα, σου προκαλεί άγχος, αλλά σε τσιτώνει.

Πολύ συνηθισμένη τακτική, τόσο του Μάκη Ψωμιάδη, όσο και άλλων Ελλήνων παραγόντων να πηγαίνουν στα αποδυτήρια και να μιλούν στους ποδοσφαιριστές. Μετά από όσα έχεις ζήσει, θεωρείς ότι βοηθάει;

Στις ομάδες του εξωτερικού που αγωνίστηκα, δεν θυμάμαι ποτέ να γνώρισα τον πρόεδρο. Μόνο στην Ιταλία ερχόταν ένας άνθρωπος του προέδρου, μας ευχόταν καλή τύχη για τον αγώνα κι έφευγε. Στην Αυστρία ή στη Σκωτία, δεν θυμάμαι καν ποιος ήταν ο πρόεδρος, δεν εμφανιζόταν ποτέ. Το μεγαλύτερο κίνητρο σου το δίνει ο προπονητής. Αν έχεις προπονητή παθιασμένο, θα έχεις κίνητρο να βγάλεις τον καλύτερό σου εαυτό. Στην Ελλάδα οι πρόεδροι έχουν πολύ μεγάλη επιρροή στις ομάδες. Όταν τα πράγματα πάνε καλά, θα είναι δίπλα σου, όταν δεν πάνε θα προσπαθήσει να σε τσιτώσει βάζοντας τις φωνές. Αυτό μπορεί να βοηθήσει, μπορεί και όχι. Εγώ δεν είμαι υπέρ του να ασχολείται ο πρόεδρος με το αγωνιστικό. Είμαι πιο κοντά στο ευρωπαϊκό μοντέλο, να κάνει τη δουλειά ο προπονητής και ο τεχνικός διευθυντής. Πρέπει να υπάρχει ιεραρχία. Το να έρθει ο πρόεδρος και να βάλει πρόστιμο αν δεν κερδίσεις, δεν πιστεύω ότι προσφέρει κάτι. Όσο ήμουν στον Ολυμπιακό, ίσως, δεν χρειάστηκε, γιατί η ομάδα πήγαινε πολύ καλά, ενώ στον Παναθηναϊκό έπεσα στο άσχημο φεγγάρι που ο πρόεδρος ήταν αποστασιοποιημένος.

Πώς βρέθηκες στον Πανιώνιο;

Τότε που η Καβάλα και ο Βόλος διαλύθηκαν, όλοι οι ποδοσφαιριστές που ανήκαν στις δύο ομάδες είχαν το ελεύθερο να βρουν σύλλογο να συνεχίσουν. Ήμουν στην Ελπίδων τότε και ο Τάκης Λεμονής με είχε επιλέξει γιατί έψαχνε κεντρικό αμυντικό να πλαισιώσει τους Σιόβα και Τσότσαλιτς. Ήταν μία win – win κατάσταση και για τους δυο μας. Ευχαριστώ τον Τάκη Λεμονή για την ευκαιρία που μου έδωσε να αγωνιστώ σε έναν τεράστιο σύλλογο. Παρά τις αντιξοότητες που είχαμε, μείναμε στην κατηγορία, βγήκαν παίκτες και πουλήθηκαν.

Όσοι έχετε περάσει από τον Πανιώνιο, πάντα, μου λέτε «αυτή η ομάδα έχει κάτι μαγικό». Θα μου εξηγήσει κάποιος, επιτέλους, τι είναι αυτό το μαγικό;

Δεν μπορώ να το εξηγήσω! Ίσως, είναι οι δυσκολίες που σε κάνουν να συσπειρωθείς ως ομάδα και να μπορέσεις να σώσεις έναν σύλλογο με μερίδα φανατικών οπαδών. Ένα μαγαζί – γωνία στην Αθήνα. Μόλις μπεις στα αποδυτήρια αυτής της ομάδας, ξέρεις πως αν προσφέρεις, θα σου το δώσει πίσω εις τριπλούν. Όταν μπαίνεις στα αποδυτήρια και καταλαβαίνεις ότι θα πάρεις πράγματα πίσω, δίνεις τα πάντα. Ο Πανιώνιος είχε πάρα πολλά οικονομικά προβλήματα, αλλά, ξέραμε ότι άμα η ομάδα σωθεί, θα βγαίναμε όλοι κερδισμένοι. Έβλεπες ότι σου δίνουν τα πάντα απλόχερα και το μόνο που χρειαζόταν, ήταν να παραμείνει ο Πανιώνιος στην κατηγορία. Ήταν τρία μαγικά χρόνια, έχω πάντα τον Πανιώνιο στην καρδιά μου.

Πώς μπορεί ένας ποδοσφαιριστής να συγκεντρωθεί στο ποδόσφαιρο όταν αντιμετωπίζει τόσα οικονομικά προβλήματα;

Είχαμε παίκτες που δεν είχαν να βάλουν βενζίνη για να έρθουν στην προπόνηση, άλλους που δεν είχαν να φάνε. Όμως, ο ένας βοηθούσε τον άλλον. Εγώ θυμάμαι ότι έμενα Χαλκίδα γιατί δεν μπορούσα να πληρώσω σπίτι στην Αθήνα. Πηγαινοερχόμουν κάθε μέρα από τη Χαλκίδα στο Κορωπί, μαζί με τον Κολοβό που τον έπαιρνα από τον Ωρωπό. Αυτό γινόταν για ενάμιση χρόνο. Φτάσαμε πολλές φορές στον γκρεμό, όμως, ποτέ δεν πέσαμε. Μέσα από τους αγώνες που δίναμε, καταλαβαίναμε ότι κάτι καλό έρχεται. Βλέπαμε φως στο τούνελ.

Πότε άρχισες να έχεις στο μυαλό σου ότι ερχόταν η στιγμή για το επόμενο βήμα σε μία μεγάλη ομάδα;

Όταν άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνο από μάνατζερ ή όταν άρχισαν να μου λένε πως έχουν έρθει σκάουτερ από τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό ή την ΑΕΚ, να με δουν. Η ομάδα πήγαινε καλά αγωνιστικά και αυτό ήταν μεγάλο κίνητρο για εμάς. Συζητιόταν στην πιάτσα, το έγραφαν οι εφημερίδες, ότι οι μεγάλοι κοιτούσαν παίκτες από τον Πανιώνιο. Την πρώτη χρονιά ήταν ο Σάμαρης και ο Σιόβας, ήθελες να ακολουθήσεις.

Ήταν μία δικαίωση για την προσπάθειά σου, όταν ήρθε ο Ολυμπιακός;

Την χρονιά που αγωνιζόμουν στον Πανιώνιο, έχοντας υπογράψει στον Ολυμπιακό, ο Ολυμπιακός ήταν σε τρομερή κατάσταση. Εκείνο το καλοκαίρι είχα μπροστά μου Μανωλά, Σιόβα, Παπαδόπουλο, Μποτία, Αμπιντάλ. Ήμουν έκτος στην ιεραρχία και σκεφτόμουν ότι είχα μεγάλο βουνό να ανέβω, για να είμαι μέρος αυτής της ομάδας. Οι προπονήσεις, σε σχέση με τον Πανιώνιο, ήταν η μέρα με την νύχτα. Οι μεγάλοι προσπάθησαν να μας βάλουν στο κλίμα και τους ευχαριστώ πολύ. Εγώ κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι ο Μίτσελ ήταν ένας πολύ δίκαιος προπονητής. Είχα κάνει πολύ καλή προετοιμασία, έχοντας σκοράρει και σε ένα φιλικό απέναντι στην Ντιναμό Κιέβου. Στάθηκα τυχερός γιατί ο Αβραάμ είχε πάρει μεταγραφή και ο Μίτσελ προτίμησε εμένα, από το να πάρει κάποιον άλλον. Είχε φύγει και ο Μανωλάς και βρέθηκα τέταρτος. Κατέληξα εκείνη τη σεζόν, να κάνω 22 συμμετοχές με τον Ολυμπιακό. Δεν σου κρύβω ότι όταν μου έβαλε χρηματικό μπόνους στο συμβόλαιο για τις 10 συμμετοχές σκέφτηκα «άμα κάνω 10 συμμετοχές, να μου τρυπήσετε τη μύτη». Είχε παιχταράδες ο Ολυμπιακός, αλλά με σκληρή δουλειά και ταπεινό μυαλό, μπορείς να πετύχεις πράγματα που μοιάζουν αδύνατα.

Έχω την αίσθηση ότι ένα παιδί που φτάνει να πάει στον Ολυμπιακό σε μικρή ηλικία, είναι έως αδύνατο να δείξει την ταπεινότητα για την οποία μιλάς.

Βλέπουμε, πλέον, πολλά νεαρά παιδιά να παίζουν. Ακόμα και σε ομάδες της Premier League και των υπολοίπων μεγάλων πρωταθλημάτων. Όταν ήμουν εγώ στον Ολυμπιακό, είχε, μόλις, αρχίσει να μπαίνει στη διαδικασία να πουλάει. Η αλήθεια είναι ότι τα αποδυτήρια ήταν πολύ διαφορετικά. Όταν έβλεπες έμπειρους παίκτες, έπρεπε να δείξεις σεβασμό, δεν υπήρχε περίπτωση να αντιμιλήσεις. Και να μην ήσουν ταπεινός, έπρεπε να γίνεις. Μου έχει τύχει, σήμερα, παιδιά 18-19 χρονών, να νομίζουν ότι είναι σούπερ σταρ. Αυτό είναι μέγα λάθος. Ο ένας στους δέκα, θα πετύχει. Οι υπόλοιποι, αγωνιστικά θα φάνε «σφαλιάρες». Οτιδήποτε σου δίνεται στη ζωή, μπορεί να το χάσεις σε δευτερόλεπτα. Αν, λοιπόν, είσαι ταπεινός, θα μπορέσεις να διαχειριστείς την κατάσταση, πολύ καλύτερα. Εγώ δεν ήμουν πάντα πετυχημένος, υπήρξαν και αποτυχημένα περάσματα. Όπως, για παράδειγμα, αυτό στη Σκωτία. Όσο καλός παίκτης και αν είσαι, δεν είναι φυσιολογικό μόνο να πετυχαίνεις. Θα υπάρξουν τραυματισμοί, οικογενειακά προβλήματα και άλλες δυσκολίες.

avlonitis2

Τις αποτυχίες, πως έμαθες τον εαυτό σου να τις διαχειρίζεται;

Χρειάζεται ψυχραιμία και ανθρώπους στο περιβάλλον σου να σου μεταδώσουν την ψυχραιμία αυτήν. Έχω την τύχη ο πατέρας μου να είναι άνθρωπος του ποδοσφαίρου και αυτό με βοήθησε πολύ. Αν τα δεις σκούρα και κάνεις βιαστικές επιλογές, θα πηγαίνεις μόνο προς τα κάτω. Το καθαρό μυαλό, είναι ευχής έργον, να το έχεις. Πρέπει να βλέπεις πάντα τη θετική πλευρά των πραγμάτων. Ήμουν χειρουργημένος και οκτώ μήνες εκτός δράσης. Πήγα στη Σκωτία και μπορεί να έκανα συμμετοχές, αλλά, δεν βρισκόμουν στο επίπεδο που θα ήθελα. Σκεφτόμουν τότε τη θετική πλευρά, ότι έπαιξα και πάλι. Καταλάβαινα ότι έπρεπε να «γεμίσω» προπονήσεις, να βελτιώσω τη φυσική μου κατάσταση. Πήγα στον Παναθηναϊκό χωρίς προετοιμασία, την τελευταία μέρα των μεταγραφών και η αλήθεια είναι ότι κι εκεί τα πράγματα δεν πήγαν όπως θα ήθελα. Μετα από ένα τόσο μεγάλο διάστημα εκτός δράσης, δεν αρκούσαν τέσσερις μήνες αγώνων. Στον Παναθηναϊκό πήρα παιχνίδια, επανήλθα αγωνιστικά και μετά ήρθε η Στουρμ Γκρατς για το δεύτερό μου πέρασμα. Πήγα σε ένα περιβάλλον που ήξερα, προσπάθησα να δω την θετική πλευρά των πραγμάτων. Ήμουν 28 χρονών και αναρωτιόμουν αν είχα πάρει την κάτω βόλτα. Ένα μη τοξικό περιβάλλον, όπως αυτό της Αυστρίας, με βοήθησε να βγω από τη δύσκολη περίοδο.

Θέλω να μου μιλήσεις για μία στιγμή από το πέρασμά σου από τον Ολυμπιακό, που να σου έχει μείνει βαθιά χαραγμένη στο μυαλό. Και δεν έχεις την επιλογή να πεις για το γκολ κόντρα στον Παναθηναϊκό, για το οποίο έχεις μιλήσει τόσες και τόσες φορές!

Ήταν η περίοδος που ο Κούλης Δουρέκας είχε περάσει ένα πολύ σοβαρό ζήτημα υγείας. Ήταν η πρώτη φορά που σε ομάδα βίωνα μία τέτοια κατάσταση. Με έκανε αυτό να αναθεωρήσω πάρα πολλά πράγματα για τη ζωή. Στου Ρέντη ήταν το δεύτερο σπίτι μου και το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε ο Κούλης Δουρέκας, με έκανε να αντιμετωπίσω πολλά πράγματα διαφορετικά. Ήμουν φουλ προσηλωμένος στο ποδόσφαιρο, ήθελα να παίζω καλά και ξαφνικά κατάλαβα ότι υπήρχαν άλλα πράγματα πολύ πιο σοβαρά. Μιλώντας αγωνιστικά και αφήνοντας στην άκρη το γκολ κόντρα στον Παναθηναϊκό, που με απογείωσε στα μάτια των οπαδών του Ολυμπιακού, θα επιλέξω το νταμπλ. Ήταν οι δύο πρώτοι τίτλοι που πανηγύρισα, ενώ είχα παίξει και προσφέρει στην ομάδα. Όταν είσαι παιδάκι και έχεις όνειρο να γίνεις ποδοσφαιριστής, θέλεις να φτάσεις να πάρεις ένα πρωτάθλημα. Το συναίσθημα αυτό, το κρατάω βαθιά στην καρδιά μου.

Όταν ήρθε η στιγμή να πας στον Παναθηναϊκό, φοβήθηκες;

Όχι, γιατί δεν πήγα απευθείας από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Βίωνα μία δύσκολη κατάσταση και ήθελα μόνο να επιστρέψω στο ψηλό επίπεδο. Ο Μαρίνος Ουζουνίδης μου είχε ανοίξει την πόρτα και ήθελα να βοηθήσω την ομάδα και να βοηθηθώ από αυτήν. Οι σχέσεις μου με τον ποδοσφαιρικό Ολυμπιακό, ήταν πάντα καλές. Δεν είχα δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα και δεν πίστεψα ότι θα με κοιτάξουν με στραβό μάτι. Δεν πούλησα ποτέ οπαδιλίκι, ήμουν 100% επαγγελματίας. Ο κόσμος το αναγνωρίζει αυτό. Το ποδόσφαιρο γνωρίζουν όλοι ότι είναι μπίζνα. Ο καθένας προσπαθεί να βγάλει το ψωμί του, να πάει σε μία ομάδα και να παίξει. Βλέπουμε ότι οι παίκτες αλλάζουν πολύ εύκολα ποδοσφαιρική στέγη.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να παίζεις στον Ολυμπιακό ή στον Παναθηναϊκό και να μην πουλάς οπαδιλίκι; Ειδικά όταν ξέρεις ότι έτσι θα γίνεις αρεστός στον κόσμο.

Δεν μου αρέσει. Είναι διαφορετικό να έχεις μία συμπάθεια προς τον κόσμο που έρχεται στο γήπεδο και σε στηρίζει, είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Πρέπει να έχεις μπει στο πετσί της φανέλας, να έχεις περάσει φορώντας την, εύκολες και δύσκολες στιγμές. Να ξέρεις τι σημαίνει αυτός ο σύλλογος, τι πρεσβεύει. Για τον ξένο, ειδικά, αυτό είναι πολύ δύσκολο. Αν είσαι κάποια χρόνια σε μία ομάδα, έχεις ταυτιστεί και μπορείς να φιλήσεις το σήμα της ομάδας. Συνήθως αυτοί που πουλάνε οπαδιλίκι, είναι αυτοί που φεύγουν κυνηγημένοι. Το καλύτερο είναι να κρατάς μία ουδέτερη στάση.

Στο διάστημα που βρέθηκες στον Παναθηναϊκό, έζησες πιο έντονα, λόγω του ότι είσαι Έλληνας, την υποχρέωση να κρατήσετε όρθια την ομάδα στα δύσκολα;

Ναι, γιατί είχαμε και Έλληνα προπονητή, τον Μαρίνο Ουζουνίδη. Μας μετέφερε την υποχρέωση να κάνουμε όσο γινόταν, χαρούμενο τον κόσμο και να σταματήσουμε την κατρακύλα της ομάδας. Ήμασταν αρκετοί Έλληνες, με τον Κολοβέτσιο, τον Κουρμπέλη, τον Διούδη και άλλα παιδιά. Υπήρχαν παιδιά που προσπαθούσαν να μεταδώσουν το κλίμα τόσο στους ξένους, όσο και στους νεότερους. Αξίζει ένα «μπράβο» ειδικά στους τρεις που προανέφερα γιατί τράβηξαν πολύ κουπί. Όταν η ομάδα περνάει δυσκολίες, είναι δύσκολο να αναγνωριστεί και η προσπάθεια που κάνουν κάποιοι συγκεκριμένοι παίκτες. Όταν τα πράγματα πάνε καλά, όλοι παίρνουν τα credits. Αυτοί οι τρεις, όμως, έκαναν πολύ μεγάλη προσπάθεια, τόσο εντός, όσο και εκτός αποδυτηρίων.

Στην Αυστρία τι έπαιξε ρόλο και είχες ένα τόσο πετυχημένο πέρασμα; Βοηθάει τελικά, να μην καταλαβαίνεις τι λέγεται ή γράφεται, αριστερά και δεξιά;

Για εμένα, όποιος μπορέσει να φύγει εκτός Ελλάδας, θα αποδώσει στο 100% των δυνατοτήτων τους. Στην Ελλάδα, άλλοι περισσότεροι και άλλοι λιγότερο, όλοι, όμως, επηρεάζονται από όσα γράφονται στις εφημερίδες ή στα social media. Στην Αυστρία υπήρχε μία εφημερίδα μόνο του νομού, που περιελάμβανε ένα μικρό άρθρο για τον αγώνα της Στουρμ Γκρατς. Στην Ελλάδα, λανθασμένα, υπάρχει τόσο μεγάλη πίεση. Γράφουν τόσο πολλοί δημοσιογράφοι, ο καθένας λέει την γνώμη του. Οι μισοί δεν έχουν ιδέα για το ποδόσφαιρο, όμως, μπορούν να δημιουργούν άποψη για έναν παίκτη. Μπορεί κάποιος να μην ξέρει τι σημαίνει αποδυτήρια ή και ποδόσφαιρο γενικότερα, αλλά να επηρεάζει την άποψη για έναν παίκτη. Εγώ μπορεί να μην βίωσα ποτέ έντονη κριτική, αλλά στην Αυστρία κατάλαβα τι σημαίνει να μην σε επηρεάζει τίποτα. Να πηγαίνεις στην προπόνηση ήρεμος και να γυρίζεις σπίτι σου. Στην Ελλάδα τα media είναι πάρα πολλά, άνθρωποι βρίζουν ανώνυμα.

Ποια φορά διάβασες κάτι και απόρησες;

Ήμουν στον Ολυμπιακό και διάβασα ένα άρθρο σε ένα αντίπαλο σάιτ, ότι ενώ ήμουν καλά με την γυναίκα μου, είχα παράλληλη σχέση με μία γυναίκα της νύχτας. Τελείως άκυρο και ψευδές. Με παίρνει ο υπεύθυνος Τύπου της ομάδας και αναρωτήθηκα ποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο και γιατί. Έτυχε να είμαι εγώ, αλλά ήταν σαφές πως μόνος στόχος ήταν να κάνει κακό στα αποδυτήρια της ομάδας. Εκείνη τη στιγμή στενοχωρήθηκα, σκέφτηκα ότι μπορεί να το διαβάσει και η γυναίκα μου και να στενοχωρηθεί. Μπορεί κάποιος, δηλαδή, να σου δημιουργήσει θέμα στην προσωπική σου ζωή, χωρίς κανέναν λόγο. Αυτά που γράφονταν για μένα και είχαν να κάνουν αποκλειστικά με το ποδόσφαιρο, ήξερα να τα διαχειριστώ. Ένα μικρό παιδί, όμως, μπορεί να επηρεαστεί, γιατί μετά από ένα παιχνίδι θα μπει να διαβάσει τι γράφτηκε.

Είναι, δηλαδή, πρόβλημα για το ποδόσφαιρο και οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα;

Ναι, 100%. Η τοξικότητα και η ισοπέδωση, δεν βοηθούν σε τίποτα. Από όποιον και αν τα διαβάσεις, στενοχωριέσαι. Είτε είσαι οπαδός, είτε δημοσιογράφος. Η σωστή κριτική, είναι λογικό να υπάρχει. Στην Ελλάδα και στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ, βγαίνει μία ισοπεδωτική τάση.

Είναι, όμως, αυτό ένα πρόβλημα της κοινωνίας γενικότερα και όχι αποκλειστικά του ποδοσφαίρου;

Ο κόσμος περνάει δύσκολα, βγάζει το ψωμί του με 2-3 δουλειές. Μέσα από τις ομάδες, εκτονώνει την ένταση από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει.

Θα γυρίσει, όμως, κάποιος και θα σου πει «ρε Τάσο εσύ έχεις βγάλει εκατομμύρια, τι να μας πεις;».

Το καταλαβαίνω, ξέρω πως είναι από μικρός να παλεύεις για το ψωμί σου. Μπορεί να μην έχω βιώσει δυσκολίες, όπως αυτές που αυτές αντιμετωπίζει αρκετός κόσμος, αλλά, το να κάτσω να βρίσω ή να θυμώσω, δεν θα με βοηθήσει σε κάτι. Δεν βγαίνει κάτι με την τοξικότητα. Αν κοιτάξουμε λίγο στην Ευρώπη, θα δούμε ότι οι ομάδες μαζεύουν τους οπαδούς, τους μιλάνε. Αυτό είναι υγιές. Το να βρίσεις ή να τραμπουκίσεις, κάνει μόνο στον αθλητισμό.

Υπάρχει κάποια απόφαση που πήρες στην καριέρα σου και για την οποία να έχεις μετανιώσει;

Όχι. Κάθε απόφαση που πήρα, ήταν η πιο σωστή εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Για παράδειγμα, επί Μάρκο Σίλβα στον Ολυμπιακό, δεν αγωνιζόμουν τόσο και είχα την πρόταση να πάω δανεικός στη Στουρμ Γκρατς. Την αποδέχθηκα, παρ’ ότι θα μπορούσα να έχω μείνει στον Ολυμπιακό και να έχω πάρει ένα παραπάνω πρωτάθλημα. Εγώ ήθελα να παίξω. Επέστρεψα, έκανα δεύτερο χειρουργείο και μετά πήγα στη Σκωτία. Στον Παναθηναϊκό πήγα γνωρίζοντας πως θα αντιμετώπιζα μία πολύ δύσκολη κατάσταση, όμως, βρέθηκα σε έναν τεράστιο σύλλογο.

Το μεγαλύτερο σου μεταγραφικό «αχ»;

Όταν τελείωσε η πρώτη μου χρονιά στον Ολυμπιακό, στην προετοιμασία, λόγω ενός τραυματισμού του Σιόβα πήρα όλα τα φιλικά εγώ με τον Βούρο. Πήγαινα καλά και γράφηκε πως με κοίταζε η Αταλάντα. Εν τέλει δεν έτυχε να παίξω στα επίσημα του Αυγούστου. Πιστεύω πως αν είχα παίξει σε αυτά, θα είχε προχωρήσει η υπόθεση.

avlonitis3

Τι σε έχει μάθει το ποδόσφαιρο όλα αυτά τα χρόνια;

Δύο πράγματα. Το πρώτο ότι την αποτυχία με την επιτυχία, τις χωρίζει μία κλωστή. Από εκεί που είναι όλα καλά, μπορεί να εξαφανιστείς. Δεν πρέπει να φέρνεις την καταστροφή ή να πατάς στα σύννεφα. Το δεύτερο είναι ότι το ποδόσφαιρο είναι ένας πολύ βρώμικος χώρος, στον οποίο δεν χρειάζεται να είσαι κι εσύ βρώμικος. Με σκληρή δουλειά μπορείς να πρωταγωνιστήσεις.

Ποια ήταν η στιγμή που σκέφτηκες πιο έντονα πόσο βρώμικος χώρος είναι το ποδόσφαιρο;

Στην Άσκολι υπήρξε ένα διάστημα στο οποίο δεν έπαιζα. Η εξήγηση που είχα από τους ιθύνοντες της ομάδας ήταν ότι δεν μιλούσα ιταλικά και έπρεπε να μάθω τη γλώσσα μέσα σε έναν μήνα. Ποιος μη Ιταλός μπορεί να μάθει ιταλικά μέσα σε έναν μήνα, χωρίς, μάλιστα, η ομάδα να παρέχει καθηγητή; Περίμενα καιρό και εν τέλει ο προπονητής άρχισε να με βάζει, αλλά στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Κάποιον μπορεί αυτή η κατάσταση να τον τραβήξει και να μην υπάρξει επιστροφή. Σκηνικά που αν τα πεις σε κάποιον, μπορεί να γελάσει.

Αν εσύ δεν είχες καταφέρει να διατηρήσεις τον χαρακτήρα που έχεις, μπορεί να είχες πετύχει ακόμα περισσότερα;

Εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να γίνω βρώμικος. Ήθελα πάντα να είμαι ο Τάσος, δεν ήθελα να γίνω κάποιος άλλος. Μην λέμε, βέβαια, μόνο τα αρνητικά. Εγώ μέσα από το ποδόσφαιρο έχω κάνει φιλίες. Μέσα από το ποδόσφαιρο μου έχουν προσφερθεί πράγματα που δεν θα μπορούσα να φανταστώ μέσα από μία άλλη δουλειά. Επίσης, έχω ζήσει στιγμές που δεν ξεχάσω στιγμές. Τίτλους, γκολ και τόσα άλλα. Όταν, όμως, τελειώσει μία καριέρα, βγαίνεις με χαρακιές. Σαν παράσημα από έναν πόλεμο που έδωσες.

Κλείνοντας, πόσο δύσκολο ήταν να διαχειριστείς τις πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, συνθήκες που έχεις αντιμετωπίσει;

Όταν πας σε μία νέα ομάδα, πρέπει να αποδείξεις πράγματα. Όταν είσαι για κάποια χρόνια σε ένα περιβάλλον, σε ξέρουν και σου φεύγει αυτό το άγχος. Όταν έχεις την ασφάλεια, μπορείς να αποδώσεις πολύ καλύτερα. Αυτό το κομμάτι, λοιπόν, είναι λίγο δύσκολο και πολλοί παίκτες την πατάνε, γιατί δεν μπορούν να διαχειριστούν το άγχος του να αποδείξουν ότι αξίζουν.

πηγή: gazzetta.gr

Δεν το πιστεύουν με Ιωαννίδη – Το ήθελε και το απέδειξε!

Previous article

«Στο 98,6% να περάσει ο Παναθηναϊκός στα νοκ άουτ του Conference League – Φαβορί για να μπει στην τετράδα»

Next article

You may also like

Comments

Leave a reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.