Μια απλή βόλτα στα social media θα σας φανερώσει την «ιδανική 11άδα» για τη ρεβάνς με τη Λανς, όπως την «ψήφισαν» οι φίλοι της ομάδας: Ντραγκόφσκι τέρμα, Βαγιαννίδης δεξιά, Μαξ αριστερά, Ίνγκασον και Αράο κεντρικό αμυντικό δίδυμο, Τσέριν και Μαξίμοβιτς στον άξονα, Μπακασέτας μπροστά τους, Τετέ και Πελίστρι στα δυο άκρα και Ιωαννίδης στην κορυφή. Γιατί; Γιατί έτσι!
Διότι δεν μας άρεσε ο Κώτσιρας και (ειδικά) ο Μλαντέβοβιτς, διότι ο Γέντβαϊ δεν ενέπνεε καμία σιγουριά, διότι ο Αράο είχε δοκιμαστεί με επιτυχία πέρυσι σαν στόπερ, διότι ο Μαξίμοβιτς ήρθε για βασικός, διότι ο Τζούρισιτς ήταν κακός, ο Τετέ και ο Πελίστρι είναι οι μεγάλες μεταγραφές στα φτερά.
Δεν εξετάζουμε πόσο καιρό είναι οι «νέοι» στην ομάδα, ποιο το επίπεδο φυσικής κατάστασής τους, αν ξέρουν τα συστήματα ή αν είναι όλοι αυτοί «συμβατοί» μεταξύ τους.
Αυτή μπορεί να είναι μελλοντικά όντως η «καλή 11άδα» του Παναθηναϊκού – για το αν είναι τώρα όμως, το ξέρει καλύτερα απ’ όλους ο Ντιέγκο Αλόνσο. Ο οποίος έκανε τις επιλογές που έκανε για τον αγώνα της Γαλλίας, βλέποντας συγκεκριμένα πράγματα στις προπονήσεις.
Κι επειδή – μετά από ένα ανεπιτυχές αποτέλεσμα – οι καλύτεροι παίκτες είναι αυτοί που δεν έπαιξαν ή που μπήκαν αλλαγή και έπαιξαν λίγο, ο λαός έβγαλε το πόρισμά του: αυτοί πρέπει να παίζουν, οι άλλοι να μην παίζουν. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα.
Χρειάζεται το κάτι παραπάνω από πολλούς παραπάνω
Το πόσο καλή ομάδα είναι η Λανς πάνω – κάτω το γνωρίζαμε και το διαπιστώσαμε κατά τη διάρκεια του αγώνα. Όχι μόνο στο κομμάτι που έπαιζε 11 εναντίον 11, αλλά και όταν έμεινε με δέκα παίκτες – εκεί φαίνεται η ποιότητα και οι αρετές μιας ομάδας, που ροκάνισε τον χρόνο έξυπνα, που αμύνθηκε σωστά, που έψαξε το γκολ από αντεπιθέσεις και στατικές φάσεις – κι όλα αυτά, αφού είχε πετύχει το 2-0 παρότι έπαιζε με παίκτη λιγότερο.
Απέναντι σε μια τέτοια ομάδα, αθλητική, πειθαρχημένη και ενθουσιώδη, πρέπει να κάνεις ένα «τέλειο» παιχνίδι για να πάρεις αποτέλεσμα αν παίζεις 11 εναντίον 11 κι ένα πολύ καλό παιχνίδι αν έχεις αριθμητικό πλεονέκτημα. Κι ο Παναθηναϊκός δεν έκανε τίποτα από τα δυο: έφαγε γκολ στο τέταρτο λεπτό, στην πρώτη φάση του ματς, είδε τους Γάλλους να «τον τρέχουν» από τις πτέρυγες κι όταν απέκτησε αριθμητικό πλεονέκτημα, αντί να επιβάλει το ρυθμό του και να χτίσει με υπομονή τις επιθέσεις του, έφαγε και δεύτερο γκολ, προδομένος από το κέντρο της άμυνάς του.
Έφτασε να αποκτήσει ελπίδες για τη ρεβάνς από μια πραγματική «ζωγραφιά» του Ιωαννίδη, που όμως ήταν ένας-εναντίον-όλων και όχι μια οργανωμένη προσπάθεια, ένα προϊόν ομαδικής δουλειάς, καλής κυκλοφορίας ή κίνησης χωρίς τη μπάλα – όποτε τα δοκίμασε αυτά είτε «τράκαρε» πάνω στην αντίπαλη άμυνα, είτε είδε τις σέντρες του Μλαντένοβιτς να σφυρίζουν αδιάφορα στην περιοχή της Λανς.
Τι μας λέει όλο αυτό που έγινε στο πρώτο ματς; Καταρχάς, το προφανές: ότι η Λανς, λόγω σκορ αλλά και λόγω της εικόνας της, είναι το μεγάλο φαβορί για την πρόκριση. Για την οποία δεν θα είχαμε να συζητήσουμε πολλά, αν ο Ιωαννίδης δεν μείωνε σε 2-1 και για την οποία θα συζητούσαμε πολλά περισσότερα, αν ο διαιτητής είχε κρατήσει την αρχική του απόφαση και είχε καταλογίσει το πέναλτι που είδε στο σουτ του Πελίστρι.
Κάνουμε όμως τη συγκεκριμένη συζήτηση με τα συγκεκριμένα δεδομένα: ο Φώτης έδωσε ελπίδες με το γκολ του και ο διαιτητής δεν έδωσε τη δυνατότητα στον Παναθηναϊκό να ισοφαρίσει με το «είναι χέρι αλλά προσπάθησε να το μαζέψει». Και με αυτά τα δεδομένα, για να μπορέσει ο Παναθηναϊκός να προκριθεί στο ΟΑΚΑ, πρέπει να τα κάνει όλα σωστά σε άμυνα και επίθεση – για να γίνει αυτό, πρέπει να έχει ένα κάρο διακριθέντες και κανέναν υστερήσαντα. Αν τα περιμένει όλα από μια έμπνευση του Ιωαννίδη ή μια «ποδιά» του Τετέ ή μια ατομική ενέργεια του Πελίστρι, μάλλον θα περιμένει μάταια.
Η άμυνα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων
Με την «μετάγγιση» ταλέντου και ποιότητας που έχει γίνει μεσοεπιθετικά τον τελευταία καιρό, με την απόκτηση του Τετέ και του Πελίστρι, με την ταυτόχρονη παρουσία του Ιωαννίδη και του Μπακασέτα, λογικό είναι η προσοχή να επικεντρώνεται στο μεσοεπιθετικό κομμάτι και στα πράγματα που μπορούν να κάνουν οι παίκτες του Παναθηναϊκού από τη μέση και μπροστά.
Δεν διαφωνώ, όταν όλοι αυτοί οι κύριοι γνωριστούν καλά ποδοσφαιρικά μεταξύ τους, μπορεί να δούμε πράγματα φοβερά και τρομερά. Μέχρι τότε όμως, αυτό που θα δώσει ηρεμία και ασφάλεια, που θα φέρει αποτελέσματα, τρίποντα και (ενδεχομένως) προκρίσεις, είναι η μεσοαμυντική λειτουργία, η οποία για ένα ακόμα ματς «έμπαζε νερά». Όχι παράλογο, καθώς μιλάμε για την αρχή της σεζόν, αλλά σίγουρα ανησυχητικό, αν αναλογιστούμε ότι το μόνο καινούργιο πρόσωπο στην άμυνα είναι ο Ίνγκασον και όλοι οι άλλοι που παίζουν ως τώρα, στα περισσότερα ματς τουλάχιστον, είναι οι «περσινοί»: Ντραγκόφσκι ή Λοντίγκιν, Κώτσιρας ή Βαγιαννίδης, Μλαντένοβιτς και Γέντβαϊ.
Όσο ο Παναθηναϊκός θα είναι ευάλωτος πίσω και θα τρώει γκολ με ευκολία, τόσο θα γεμίζει άγχος και θα πρέπει να κυνηγάει το σκορ. Και κάτι τέτοιο μπορεί να μην το πληρώσει στη συνέχεια του πρωταθλήματος (στην πρεμιέρα με τον Αστέρα το πλήρωσε, αλλά ήταν ματς ειδικών συνθηκών με 9 αλλαγές στην αρχική 11άδα), αλλά σε ένα ευρωπαϊκό ματς τέτοιας σημασίας και δυσκολίας, όπως είναι η ρεβάνς με τη Λανς, ίσως αποβεί μοιραίο. Και σε αντίθεση με τα όσα λέγαμε μετά τον αποκλεισμό από τον Άγιαξ, πλέον δεν υπάρχει άλλο ευρωπαϊκό μαξιλαράκι: αυτή τη φορά, αν δεν τα καταφέρει, θα πρέπει να πορευτεί ολόκληρη τη χρονιά χωρίς Ευρώπη στο μενού.
Comments