Ο Παναθηναϊκός έχει μια δεδομένη και καταγεγραμμένη αδυναμία, που πρέπει να διορθώσει εν όψει της συνέχειας της σεζόν. Τα φετινά παραδείγματα και ο τρόπος θεραπείας του προβλήματος.
Έχοντας συμπληρώσει πλέον και τον τρίτο κύκλο της εφετινής σεζόν, το πρόσημο για τον Παναθηναϊκό δεν μπορεί παρά να είναι θετικό, όσον αφορά τα έως τώρα πεπραγμένα του σε δύο διαφορετικούς (και πολύ μεγάλους στόχους) σε πρωτάθλημα και Ευρώπη, πριν βάλει και τρίτο… καρπούζι κάτω απ’ τη μασχάλη την πρώτη εβδομάδα του Δεκέμβρη, με το πρώτο ματς για τους “16” του Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό.
Στην Ευρώπη, που ήταν κι ο πρώτος χρονικά στόχος του “τριφυλλιού” έκανε μία θαυμάσια σειρά προκριματικών, απέκλεισε την Ντνίπρο, πέταξε εκτός της Μαρσέιγ που είχε 9πλάσιο μπάτζετ -σε μία ρεβάνς που θα μνημονεύεται για χρόνια και είναι απ’ τις βραδιές που “γεννάει” νέους οπαδούς- κι αποκλείστηκε στις λεπτομέρειες απ’ την Μπράγκα που τιμώρησε κάθε λάθος του.
Επέστρεψε, ωστόσο, μετά από 7 χρόνια σε ομίλους ευρωπαϊκής διοργάνωσης και στα πρώτα 4 ματς του Europa League είχε ως μοναδική “μουντζούρα” αυτό το δεύτερο ματς με τη Ρεν στη Γαλλία, όπου δεν αξιοποίησε και δεν διαχειρίστηκε σωστά το αριθμητικό πλεονέκτημά του επί 60 λεπτά, έπεσε στις “παγίδες” των Γάλλων και ηττήθηκε με 3-1.
Έχοντας πια ρεαλιστικές πιθανότητες μόνο για την 3η θέση που οδηγεί στα μπαράζ εισόδου στους “16” του Europa Conference League.
Στην Ελλάδα, οι “πράσινοι” κατάφεραν να περάσουν ακόμη πιο έντονα στο γήπεδο το “αποτύπωμα” της αγωνιστικής μετεξέλιξής τους σε ένα πολύ πιο επιθετικογενές σύνολο, που πιέζει πολύ πιο ψηλά και πολύ πιο έντονα, βγάζει μεγάλη ενέργεια στον αγωνιστικό χώρο, δημιουργεί κι εκτελεί με 14 διαφορετικούς παίκτες και καθαρίζει με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους την πλειοψηφία των αγώνων του.
Οι περσινές άλλοτε αγχωτικές (με γκολ στο φινάλε) κι άλλοτε “επαγγελματικές” νίκες του Παναθηναϊκού, έχουν δώσει τη θέση τους σε γκολ και θέαμα με τον Παναθηναϊκό να έχει αυτή την στιγμή την καλύτερη επίθεση της Super League με 29 γκολ -δίχως να υπολογίζεται το 3-0 στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό που επικυρώθηκε υπέρ των “πράσινων”- και την καλύτερη άμυνα (6 γκολ παθητικό) σε 11 αγωνιστικές και να βρίσκεται στο +4 από τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ και στο +5 από τον ΠΑΟΚ.
Πάνω απ’ όλα όμως, έχει παίξει (ως τώρα) την καλύτερη και πιο “γεμάτη” μπάλα στο πρωτάθλημα με 5+1 εκτός έδρας νίκες και μοναδικό “φάλτσο” το κάκιστο πρώτο ημίχρονο κόντρα στην ΑΕΚ, η οποία τον νίκησε με 2-1 στη Λεωφόρο. Υπάρχει βεβαίως και το 2-2 με τον ΠΑΟΚ στο “Απόστολος Νικολαΐδης”, σ’ ένα πολύ περίεργο παιχνίδι, όπου η “μαγική εικόνα” (όπως έχει επιχειρηθεί να περάσει προς τα έξω) δεν ήταν το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός ισοφάρισε στην τελευταία φάση του ματς με τον Αλεξάντερ Γερεμέγεφ, αλλά το ότι το σκορ έμεινε σ’ αυτό το 2-2, σ’ ένα βράδυ όπου οι “πράσινοι” κυριάρχησαν επί των αντιπάλων τους με 24-7 τελικές και καμιά δεκαριά πραγματικά μεγάλες ευκαιρίες.
Αμυντικό “transition”, η μοναδική “πληγή”
Κοινός παρονομαστής σ’ όλα τα ματς (ειδικά στα “μεγάλα”) όπου ο Παναθηναϊκός δεν μπόρεσε να φτάσει ως τη νίκη και ίσως το μοναδικό πράγμα που πρέπει να “διορθώσει” μέσα στο γήπεδο για να αυξήσει τις πιθανότητές του να φτάσει φέτος στον τίτλο είναι ένα: Η “πληγή” του αμυντικού transition του “τριφυλλιού”.
Αν τα βάλουμε κάτω ένα προς ένα τα παιχνίδια στα οποία οι “πράσινοι” δεν μπόρεσαν να πάρουν το κάτι… παραπάνω μέσα στο γήπεδο, στις περισσότερες των περιπτώσεων πλήρωσαν τις (συνολικά) κακές αντιδράσεις τους τις αμυντικές μεταβάσεις. Στη ρεβάνς με την Μπράγκα στο ΟΑΚΑ, με τον Παναθηναϊκό να ψάχνει γκολ για να στείλει το ματς στην παράταση, οι Πορτογάλοι έφυγαν μία και μόνο φορά σωστά στην κόντρα με τρεις πάσες κι ο Μπρούμα “τελείωσε” τη σειρά στο 84’.
Στο δεύτερο γκολ της ΑΕΚ στη Λεωφόρο, οι παίκτες των “κιτρινόμαυρων” έπαιξαν πολύ άμεσα στο χώρο με τρεις πάσες κι ο Πινέδα έκανε το 2-1, σ’ ένα χρονικό σημείο όπου ο Παναθηναϊκός είχε ισορροπήσει το παιχνίδι.
Στο ματς με τον ΠΑΟΚ, ο δικέφαλος του Βορρά “χτύπησε” δύο φορές τις κακές αμυντικές μεταβάσεις και την ανισορροπία του Παναθηναϊκού. Ειδικά η φάση του 1-2, όπου ο Τάισον διέσχισε ανεμπόδιστος 50 μέτρα με την μπάλα πριν τη δώσει στον Ζίβκοβιτς και σημειώσει το τέλειο γκολ είναι η επιτομή του κάκιστου αμυντικού transition απ’ την πλευρά των “πράσινων”.
Στη Γαλλία οι παίκτες της Ρεν έπαιξαν έξυπνα με το μυαλό των παικτών του Παναθηναϊκού, τους τράβηξαν πολύ ψηλά στο γήπεδο, χαλώντας την ισορροπία τους μολονότι οι “πράσινοι” είχαν αριθμητικό πλεονέκτημα και τους χτύπησαν δύο φορές με πανομοιότυπο τρόπο, οδηγώντας τους σε μία πολύ σκληρή (έτσι όπως είχαν διαμορφωθεί οι συνθήκες του αγώνα) ήττα…
Ακόμη και σε ματς όπως αυτό με τον ΠΑΟΚ στη Λεωφόρο, η αμυντική ισορροπία του Παναθηναϊκού πήρε χαμηλό βαθμό στη φάση του 92’ όπου (με τους “πράσινους” να βγαίνουν μπροστά για το 2-2) ο Σαμάτα λειτούργησε εγωιστικά και δεν “έσπασε” την μπάλα δεξιά του, πήγε μόνος του στο τελείωμα κι έχασε την ευκαιρία να τελειώσει το ματς.
Ακόμη και στον αγώνα με την Κηφισιά, η μία και μοναδική ευκαιρία της ομάδας του Γιάννη Αναστασίου στο 34′ ήρθε από κακές αντιδράσεις στην αμυντική μετάβαση, με τον Τετέι να περνάει δύο παίκτες και τον Λοντίγκιν να κάνει την επέμβαση του μήνα στο τελείωμα του Πρίτσα.
“Θέμα” που το επισήμανε κι ο Ιβάν
Ασφαλώς και τα παραπάνω δεν είναι κάτι που δεν έχει διαγνωστεί ή εντοπιστεί απ’ τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Πρώτος ο ίδιος ανέλυσε το συγκεκριμένο ζήτημα, αμέσως μετά την ήττα απ’ τη Ρεν τη Γαλλία τονίζοντας στη συνέντευξη Τύπου πως “…κάνοντας και λάθη που ήταν αρκετά λόγω βιασύνης, δεν ήμασταν συγκεντρωμένοι να σταματάμε τις επιθέσεις. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν καταφέραμε να κάνουμε κάτι περισσότερο. Είχαμε κατοχή αλλά ήταν τελείως ανούσια.
Για τις ομάδες που έχουν τις μπάλες στα πόδια, συμβαίνει όταν δεν εμποδίζουμε την μετάβαση. Δεν ξέρω αν είναι σε όλα αυτά, στο σημερινό ήταν. Υπήρχαν φάσεις και μονομαχίες που θα έπρεπε να είμαστε πιο δυνατοί. Με λίγους παίκτες μας έκαναν κόντρα επιθέσεις και μας έβαλαν δύο γκολ.
Υπάρχουν πράγματα που πρέπει να διορθώνουμε. Υπάρχει θέμα στο transition, στις τοποθετήσεις, στο πόσο δυνατοί είμαστε και πόσο οργανωμένοι είμαστε όταν χάνουμε την μπάλα, ώστε να μην αφήνουμε πολύ χώρο”.
Αδυναμία στο να “διαβάσουν” τα δεδομένα
Η μετάβαση σε ένα διαφορετικό και πολύ πιο επιθετικό στυλ ποδοσφαίρου, με τη συμμετοχή περισσότερων παικτών στην πρώτη γραμμή της πίεσης είναι λογικό πως θα δημιουργήσει περισσότερους χώρους και κενά στις πίσω ζώνες. Είναι ένα τίμημα που μπορεί να το πληρώσεις ορισμένες φορές.
Δεν είναι ζήτημα να αλλάξει ξανά το αγωνιστικό μοντέλο του ο Παναθηναϊκός, ιδίως τώρα που έχει ακόμη καλύτερους παίκτες για να παίξει πραγματικά ωραία μπάλα την οποία γουστάρει να βλέπει κι ο κόσμος του και τον έχει φέρει σε θέση οδηγού στη Λίγκα.
Αλλά σίγουρα θα κληθεί να βρει μία μεγαλύτερη ισορροπία στο παιχνίδι του και στη συνοχή των γραμμών του, όταν χάνεται η μπάλα ψηλά κι ο αντίπαλος είναι δεδομένο πως θα ψάξει τον τρόπο για να τον χτυπήσει στην κόντρα.
Το όποιο πρόβλημα στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι όμως μόνο οι κακές αμυντικές μεταβάσεις μετά την απώλεια της κατοχής, αλλά κυρίως η αδυναμία που δείχνουν σε ορισμένες περιπτώσεις οι παίκτες του Παναθηναϊκού στο να “διαβάσουν” τα δεδομένα, την πορεία και την εξέλιξη μίας φάσης.
Το γκολ του Ζίβκοβιτς στη Λεωφόρο, ενδεχομένως να είναι αποφευχθεί αν ο Αράο ήταν λίγο πιο αποφασιστικός στη φάση που είδε πως “χάνει” τον Τάισον, κάνοντάς του κυνικά ένα φάουλ στη μεσαία γραμμή για να τελειώσει τη φάση, ακόμη και με το ρίσκο της κίτρινης κάρτας. Το ίδιο θα έπρεπε να έχει γίνει και στη φάση του 2-1 της Ρεν, όπου δεν βρέθηκε ένας παίκτης να κάνει ένα “επαγγελματικό” φάουλ στη μεσαία γραμμή ή στο δεύτερο γκολ της ΑΕΚ.
Μία συνθήκη που επαναλαμβάνεται και είναι το μοναδικό πράγμα που εξακολουθεί να τον “πληγώνει” σε μία σεζόν όπου είναι πολύ πιο “γεμάτος” κι αποφασισμένος για να κόψει το νήμα. Κι αυτό είναι ένα ζήτημα στο οποίο θα πρέπει να βρει λύσεις το προσεχές διάστημα με ορίζοντα (και) τα playoffs. Διότι εκεί με απανωτά “μεγάλα” ματς ο βαθμός δυσκολίας θα είναι πολύ μεγαλύτερος.
Πώς μπορεί να το “θεραπεύσει”
Πώς “θεραπεύεται” αυτό το θέμα; Πρώτον με επιπλέον δουλειά στο Κορωπί, μεγαλύτερη τριβή των παικτών στις συνθήκες του αμυντικού transition, στο να ξέρει ο καθένας τι πρέπει και πως πρέπει να το κάνει την ώρα που χάνεται η μπάλα και βεβαίως με καλύτερες αποφάσεις της στιγμής, του δευτερολέπτου με ισχυρότερες δόσεις κυνισμού.
Και πιθανότητα με έναν (ακόμη πιο) γρήγορο κι aggressive στόπερ το Γενάρη, για να δώσει μεγαλύτερο εύρος επιλογών στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού. Το μόνο σίγουρο είναι πως ο Γιοβάνοβιτς ξέρει καλύτερα απ’ όλους (μας) τι πρέπει να κάνει και ήδη το κάνει μαζί με τους συνεργάτες του.
Κι αν οι “πράσινοι” καταφέρουν να βρουν μεγαλύτερη ισορροπία σ’ αυτό το κομμάτι, ειδικά στα “μεγάλα” παιχνίδια τους, τότε θα αυξήσουν ακόμη περισσότερο τις πιθανότητές τους για να φτάσουν πρώτοι στο τέλος της διαδρομής. Διότι μπροστά, η μεσοεπιθετική ποιότητά τους δεν αμφισβητείται για το αν μπορεί ή όχι να κάνει τη… διαφορά.
Comments