Η μητέρα ανέλαβε το χαρακτήρα του. Ο πατέρας του ανέλαβε το ποδόσφαιρο. Κι όταν δεν τον ακούν να τραγουδάει ραπ και δεν βλέπουν τα τατουάζ του, είναι αμφότεροι πολύ περήφανοι για τον Τιμότεους Πούχατς.
Η επιτυχία δεν προσμετράται μόνο από τα λεφτά. Δεν προσμετράται μόνο από τη δόξα, δεν προσμετράται από το πόσο ψηλά θα φτάσεις. Συχνά, το μόνο που χρειάζεται για να θεωρηθείς πετυχημένος είναι να μετρήσεις πόσες ζωές επηρέασες.
– Θυμάσαι τι σου έλεγαν όλοι οι προπονητές; Ότι είσαι πολύ καλός, αλλά είσαι τεμπέλης!
Εκείνος θα χαμογελάσει. Γιατί τεμπέλης ήταν! Του έλεγαν, επίσης, ότι θυμίζει Άλαν Σίρερ. «Χωρίς την κεφαλιά», προσθέτει. Καλές τοποθετήσεις στην περιοχή, εκτελέσεις πέναλτι και αμέτρητα γκολ. Ή μήπως μετρήσιμα. «Αν δεν κάνω λάθος, πέτυχα περίπου 149 γκολ στην καριέρα μου». Η καριέρα του ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στην Chase Swiebodzin, και όταν στις αρχές της χιλιετίες προέκυψε η ευκαιρία για να παίξει σε υψηλότερο επίπεδο, η οικογένεια είχε προτεραιότητα. Η Μαλγκορζάτα και ο Τιμόθεους. Η κληρονομιά του από το ποδόσφαιρο; Τρεις τηλεοράσεις! «Είχε θεσπιστεί τότε με πρωτοβουλία μιας εφημερίδας να παίρνει ένα βραβείο ο πρώτος σκόρερ της Γ’ Εθνικής. Βγήκα τρεις συνεχόμενες χρονιές και κέρδισε τρία σετ τηλεόρασης. Κράτησα το ένα και χάρισα τα δύο».
Θεσπίσαμε, λοιπόν, τις δύο οικογένειες που επηρέασε ο Αντρέι Πούχατς με την ποδοσφαιρική του καριέρα. Αλλά η ζωή που θα επηρέαζε περισσότερο ήταν μέσα στο ίδιο του το σπίτι. «Σε εκείνη την τηλεόραση παρακολουθούσαμε μαζί με τον Τίμι τα ματς Ρεάλ-Μπαρτσελόνα. Ήμασταν πάντα αντίπαλοι. Εγώ είχα αδυναμία στη βασίλισσα, όμως ο Τίμι από τότε που είδε τον Μέσι, υποστήριζε την Μπαρτσελόνα».

Ο Τίμι. Ο Τιμόθεος, ο Τιμότεους όπως θα ήταν πρέπον να τον αναγράφουμε. Το κλασικό μήλο που έπεσε από τη μηλιά, το κλασικό αφήγημα που γεννήθηκε με την μπάλα στα πόδια, το οποίο με βεβαιότητα θα διαψεύσει κάθε γυναικολόγος στον κόσμο. Μοναχοπαίδι σε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη. Το καταλαβαίνεις στις εκφράσεις του προσώπου των γονιών του, στην αγάπη με την οποία μιλάνε για εκείνον, ακόμα και στην κριτική για τα τατουάζ, τα κουρέματα και τη ραπ. Ναι, τη ραπ. Ραπ που αγγίζει την τραπ και ένα τραγούδι με έμπνευση τον Ν’Γκολό Καντέ, το οποίο αγγίζει την βλασφημία. «Το πρώτο πράγμα που θα κάνει μόλις ξυπνήσει είναι να ακούσει μουσική. Είναι το πάθος του. Δεν είμαι ιδιαίτερα περήφανη για το τραγούδι που ηχογράφησε. Γνώρισα τον συνεργάτη του και τους είπα: «Κύριοι, εσείς με την ανατροφή που έχετε, την παιδεία και την κουλτούρα, τι σχέση έχετε με τέτοιες χυδαιότητες. Όταν το άκουσα για πρώτη φορά σκέφτηκε «Θεέ μου, πώς θα κοιτάζω τον κόσμο στα μάτια».
Η Μαλγκορζάτα γελάει, αλλά η ψυχούλα της το ξέρει. «Ο Τίμεκ δε βρίζει ποτέ όταν είναι κοντά μου, είμαι σίγουρη ότι δε βρίζει μπροστά σε γυναίκες, αλλά αυτό το τραγούδι; Είναιδύσκολογιαμένα». Κάποτε καθηγήτρια γυμνασίου, τώρα διευθύντρια – λογικό να κουβαλάει ένα σοκ παραπάνω. Ούτε τα τατουάζ την ξετρελαίνουν, ούτε τα φαρδιά ρούχα – «βάλε κι ένα κοστούμι ρε παιδί μου, σε gala θα πας, το λέει και η λέξη» – αλλά… «Είναι ενήλικας τώρα, και είναι εκείνος υπεύθυνος για τις πράξεις του. Αν έτσι θέλει να εκφράζει τη δημιουργικότητά του, δεν μπορώ να κάνω κάτι περισσότερο».
Στην οικεία Πούχατς οι ρόλοι ήταν μοιρασμένοι. Η μαμά, καθηγήτρια ούσα, ανέλαβε το ακαδημαϊκό κομμάτι και ο Τιμ σχεδόν αρίστευσε. Ο μπαμπάς ανέλαβε το ποδοσφαιρικό κομμάτι και ο Τιμ σχεδόν αριστεύει. Γιατί, μέσες άκρες θα σου πουν, αυτός είναι ο Τιμ. «Αν ο Τίμεκ βάλει κάτι στο μυαλό του και επιμένει σε αυτό, είναι σχεδόν αδύνατο να τον σταματήσεις».
Ο δρόμος προς την επιτυχία
Υπάρχουν μικρές ιστορίες που μπορούν να πουν τη μεγάλη. Μερικές φορές, άλλωστε, ένα δέντρο μπορεί να σου μαρτυρήσει σε τι δάσος περπατάς. Μικρές ιστορίες, όπως όταν στη δεύτερη μέρα καραντίνας ζήτησε από την ομάδα του να του στείλει στατικό ποδήλατο για να μπορεί να γυμνάζεται. Όπως όταν ήταν πιο μικρός και είχε συμφωνήσει με το φύλακα του γηπέδου, να του κρατάει τα φώτα ανοικτά μια ώρα παραπάνω μετά το τέλος της προπόνησης. Όλα τον προσωπικό γυμναστή, με τον οποίο δουλεύει. Όπως την πειθαρχία στη διατροφή του και την προπόνησή του. Όπως ότι ακόμα και σε περιόδους off season, δεν παίρνει περισσότερες από μία μέρα ρεπό.
Είναι 23 ετών και ακόμα δεν είναι ούτε στην αρχή του δρόμου. Κάποτε επιθετικός μέσος για να ντριμπλάρει σαν τον Μέσι, με τις φωνές του μπαμπά του να ακούγονται στο γήπεδο. «Πάντα θα παίζεις με μία ή δύο επαφές. Μη χαζεύεις στο γήπεδο και μην καθυστερείς, θα τιμωρηθείς». Ο Τιμότεους εξελίχθηκε εντελώς διαφορετικός από τον πατέρα του. «Εγώ δεν ήθελα να κάνω προπόνηση, κι εκείνος δεν σταματάει», θα πει γελώντας ο Αντρέι και ο Τίμι ήθελε να κάνει καριέρα με τον δικό του τρόπο. Στη δική του θέση, η οποία σταδιακά οπισθοχωρούσε κι έφτασε να είναι αριστερό μπακ.
Ξεκίνησε στην ακαδημία της Pogoń Świebodzin, ομάδα στην οποία έπαιζε και ο πατέρας του και ακολούθησε η Ζιέλονα Γκόρα και η Λεχ Πόζναν. «Θεωρώ ότι ο καθένας έχει μια ίση ευκαιρία και εξαρτάται από την προσωπικότητα. Ποτέ δεν ήταν εύκολο για τον Τίμεκ. Η Λεχ Πόζναν ενδιαφέρθηκε για εκείνον μόνο όταν άκουσε ότι τον θέλει η Λέγκια Βαρσοβίας, τον έδωσε δανεικό και δεν υπολόγιζε καν να τον πάρει πίσω. Δεν υπολόγιζε ότι θα καταφέρει να παίξει. Εκείνος, όμως, δούλεψε σκληρά και κατάφερε να φτάσει εδώ που είναι σήμερα».
Και πού είπαμε ότι είναι; Κατάφερε να καθιερωθεί στη Λεζ Πόζναν, να πάρει μεταγραφή για την Ουνιόν Βερολίνου και παρότι στην Πολωνία – να τα λέμε και όλα – δεν είναι ιδιαίτερα συμπαθής, χρίστηκε και διεθνής με την Εθνική ομάδα. Είναι ο τύπος που ο Τύπος λατρεύει να μισεί. Πολλά τατουάζ, ραπ μουσική, περίεργα κουρέματα, social media, ένα lifestyle που ισορροπεί σε εκείνο που συχνά θεωρούμε ως μη αποδεκτό από τους ποδοσφαιριστές: Να έχουν ζωή έξω από το γήπεδο. Εσχάτως, δε, προστέθηκε στην εξίσωση και μια διάσημη ηθοποιός και ο Τίμι έγινε η χαρά του tabloid. Λίγο θα σταθεί κανείς στην προσπάθεια, στην προπόνηση, στην εξαντλητική διατροφή που ακολούθησε με αποτέλεσμα να λιποθυμήσει στη μέση ενός εμπορικού κέντρου, στο πτυχίο γυμναστή που έχει από το πανεπιστήμιο της Πολωνίας και στο τι, τελικά, κρατάει σε ισορροπία έναν ποδοσφαιριστή που ξαφνικά έχει δόξα, λεφτά και καριέρα.
«Η ραπ μουσική μου έμαθε πώς να μπορώ να τα διαχειριστώ όλα αυτά που μου συμβαίνουν τώρα. Με δίδαξε τι είναι σημαντικό και τι είναι εντελώς άσχετο. Βρέθηκα σε έναν κόσμο με επιτυχία, πολλά λεφτά και φήμη. Χάρη στη μουσική ήξερα τι να κάνω με όλα αυτά και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο».
Ή σύμφωνα με τα λόγια της Μαλγκορζάτα, η οποία τον μεγάλωσε με μια αρχή: «Γιε μου, να ζήσεις με τέτοιο τρόπο ώστε κανείς να μην κλάψει εξαιτίας σου».

Comments