Πως, λοιπόν, να μην είναι ευτυχισμένος ο Αϊτόρ;
Οδηγεί τον Παναθηναϊκό στο καλύτερο ξεκίνημά του εδώ και δώδεκα χρόνια και συγκεκριμένα από την σεζόν 2009-10, όταν και είχε κατακτήσει τελευταία φορά το πρωτάθλημα. Είχε το απόλυτο και την σεζόν 2018-19, αλλά με το δυσβάσταχτο βάρος της αφαίρεσης έξι βαθμών στην πλάτη του, λόγω της μη αδειοδότησης.
Ο Κανταλαπιέδρα δεν νιώθει πλέον κανένα βάρος, με την στήριξη και τις συμβουλές του Ιβάν Γιοβάνοβιτς είναι πιο απελευθερωμένος από ποτέ και, όταν δεν πετάει στο γήπεδο, το κάνει στο σπίτι με τον Λέο και την Μίριαμ. Την σύντροφο της ζωής του, την οποία γνώρισε πριν από έξι χρόνια και, στις 5 του περασμένου Ιουνίου, της ζήτησε να παντρευτούν, κάτι που θα κάνουν σε βάθος διετίας.
Το έκανε, δηλαδή (και βεβαίως πήρε ως απάντηση το «ναι»), 15 ημέρες μετά την μεγαλύτερη βραδιά του στον Παναθηναϊκό, μέχρι την επόμενη: Την κατάκτηση του Κυπέλλου, του πρώτου τίτλου για τους Πράσινους ύστερα από οκτώ χρόνια «ξηρασίας» και, μάλιστα, με δικό του πέναλτι – γκολ.
Το βράδυ του Σαββάτου (17/09), μετά το πρώτο χατ – τρικ της καριέρας του, ο Αϊτόρ άρχισε να κάνει (ρεαλιστικά;) όνειρα για την διεκδίκηση του πρωταθλήματος. Όχι τίποτε άλλο, αλλά για να πηγαίνει πέρα – δώθε με όλο και περισσότερη δύναμη η ουρά του Λέο από την χαρά του για την χαρά του αφεντικού του…
Θεωρεί εαυτόν τυχερό που πέρασε από μερικά από τα καλύτερα ποδοσφαιρικά φυτώρια στην Καταλονία (Σινκ Κόπας, Σαντ Αντρέου, Νταμ, Κορνεγιά) προτού καταλήξει στο καλύτερο όλων (Μπαρτσελόνα) και αφού είχε περάσει από αυτό της μεγάλης, τοπικής αντιπάλου των Μπλαουγκράνα (Εσπανιόλ).
Οι αριστεροπόδαροι ποδοσφαιριστές είναι ξεχωριστές περιπτώσεις και ο Αϊτόρ δεν αποτελεί εξαίρεση. Παρ’ ότι δεν ήταν ένας από τους σταρ της Μπαρτσελόνα Β, ο Λουίς Ενρίκε απολάμβανε τις επελάσεις με την μπάλα κολλημένη στο αριστερό του πόδι και τον κάλεσε ουκ ολίγες φορές να προπονηθεί με την πρώτη ομάδα.
Ο Αϊτόρ, φίλος της Μπάρτσα από (πιο) πιτσιρικάς, ζούσε το όνειρό του. Δίπλα του έκανε προπόνηση ο Νεϊμάρ, ο Λουίς Σουάρες και, βεβαίως, ο Λιονέλ Μέσι. Ένα από τα είδωλά του και για χάρη του οποίου έδωσε το όνομά του στον λατρεμένο του σκύλο. Δεν ήταν, όμως, το νούμερο ένα στην (ποδοσφαιρική) καρδιά του.
Ο Γκούτι, ένας χαρισματικός (αριστεροπόδαρος βεβαίως) παίκτης που δεν έκανε την καριέρα που θα μπορούσε γιατί απλούστατα δεν ήθελε, ήταν ο καθρέφτης του. Παρακολουθούσε με θαυμασμό τις κινήσεις του μέσα στο γήπεδο, το πώς «διάβαζε» το παιχνίδι όταν ήταν συγκεντρωμένος, πως έβρισκε τους συμπαίκτες του με πάσες που ελάχιστοι πίστευαν ότι θα καταφέρουν να «τρυπήσουν» την αντίπαλη άμυνα.
Με τον καιρό, στα ινδάλματα, πλην του Μέσι, προστέθηκαν ο Εντέν Αζάρ, ο Μεσούτ Εζίλ και, κυρίως, ο Άριεν Ρόμπεν. «Το στιλ του Αϊτορ μου θυμίζει… Ρόμπεν» είχε πει σε συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα, με μια δόση υπερβολής, ο Ουρουγουανός προπονητής Γκονσάλο Γκαρσία, ο οποίος τον πήρε στην Τβέντε και τον… εκτόξευσε από κάθε άποψη.
«Παρατηρούσα πολύ τον Ρόμπεν γιατί πάντα προσπαθώ να μπαίνω από την πλευρά προς τα μέσα, να συνεργάζομαι με συμπαίκτη και να ψάχνω την άλλη γωνία του τερματοφύλακα. Σε αυτό ο Ρόμπεν ήταν μια μηχανή» επισημαίνει ο «μίνι Ρόμπεν» του Παναθηναϊκού, ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του ως επιτελικός μέσος (εξ’ ου και η αδυναμία στον Γκούτι), αλλά εξελίχθηκε σε έναν εξτρέμ πρώτης γραμμής.
Δεν έμελλε να στεριώσει στη Μπαρτσελόνα, παρ’ ότι ο Λουίς Ενρίκε του έδωσε χρόνο συμμετοχής σε δύο ματς Κυπέλλου κόντρα στην άσημη Βιγιανοβένσε. Χώρισε με τους Μπλαουγκράνα (ενάντια στη θέλησή του) τον Ιανουάριο του 2016, παρ’ ότι ήταν πρώτος σκόρερ στη δεύτερη ομάδα και χρειάστηκε να ψάξει το μέλλον του μακριά από το σπίτι του.
Η Βιγιαρεάλ του άνοιξε την αγκαλιά της, του έδωσε την ευκαιρία να κάνει ντεμπούτο στη La Liga (σε ένα 0-0 με την Σεβίλλη), αλλά ο Αϊτόρ πέρασε τον περισσότερο χρόνο στην δεύτερη ομάδα. Ως παίκτης της Βιγιαρεάλ Β, όμως, γνώρισε τη Μίριαμ και η ζωή του άλλαξε ριζικά. Στην καριέρα του, όμως, ήρθαν (θετικά) τα πάνω – κάτω όταν μετανάστευσε στην Ολλανδία για λογαριασμό της Τβέντε και ύστερα από μια (μάλλον τραυματική) εμπειρία στη Σεβίλλη Β.
Στο Ένσεντε, πόλη όπου εδρεύει η Τβέντε, ο Αϊτόρ έμαθε ξανά από την αρχή να απολαμβάνει όσο τίποτε άλλο το ποδόσφαιρο. Δεν θα ξεχάσει ποτέ ότι, όταν έπαιξε για πρώτη φορά στο «De Grolsch Veste», άκουσε εκστασιασμένος 30 χιλιάδες φιλάθλους να τραγουδούν το «You’ll never walk alone», όπως κάνουν άλλωστε πριν από κάθε παιχνίδι της ομάδας τους.
Ο Κανταλαπιέδρα δεν ένιωσε ποτέ ξανά μόνος, ξεδίπλωσε απλόχερα το ταλέντο του στα ολλανδικά γήπεδα και άνοιξε την πόρτα για κάτι που στα μάτια του ήταν ακόμα πιο λαμπερό από το να… αναστήσει την Τβέντε: Να βοηθήσει τον Παναθηναϊκό ώστε να γίνει ξανά αυτός που πρέπει, βάσει της ιστορίας και του πρεστίζ του.
Το σκωτσέζικο ντους της πρώτης σεζόν δεν το εύχεται σε κανέναν. Ήρθε στην Ελλάδα με Καταλανό αθλητικό διευθυντή (Τσάβι Ρόκα) και Καταλανό προπονητή (Ντάνι Πογιάτος), αλλά σύντομα έμεινε χωρίς τον δεύτερο και στη συνέχεια αποχαιρέτησε και τον πρώτο.
Η συνύπαρξη με τον Λάσλο Μπόλονι ήταν εφιαλτική. Ο βετεράνος Ρουμάνος προπονητής έφτασε στο σημείο να τον… ανεβάζει όλη την εβδομάδα, να τον ετοιμάζει για το ματς του Σαββατοκύριακου ως το σημείο αναφοράς και, στη συνέχεια, να τον αφήνει ακόμα και εκτός αποστολής.
«Με μισείς έτσι;» τον ρώτησε κάποτε ο απογοητευμένος Αϊτόρ, ο οποίος σκέφτηκε πολύ σοβαρά να φύγει μετά την πρώτη σεζόν, αφού τα έβλεπε όλα μαύρα. Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς τον πήρε από κοντά, του έδωσε να καταλάβει πόσο πολύ τον υπολογίζει και τον πιστεύει και η μεταμόρφωση ήταν θέμα χρόνου.
Τα τρία γκολ και οι δύο ασίστ σε 24 παιχνίδια της πρώτης σεζόν (με μόλις 1.177 λεπτά συμμετοχής) έδωσαν την θέση τους σε εννέα γκολ και δέκα ασίστ σε 37 ματς της δεύτερης (με 2.548 λεπτά συμμετοχής) και φέτος, μάτι να μην το πιάσει (η Μίριαμ φοράει μια χάντρα στον καρπό του δεξιού χεριού της), πάει για να διαλύσει και αυτές τις επιδόσεις.
Έχει προσαρμοστεί απόλυτα στην Αθήνα, ζει κοντά στη θάλασσα που λατρεύει και ψάχνει συνεχώς να ξεπερνάει τον εαυτό του. Και θέλει να το κάνει ακόμα και χωρίς τον κολλητό του Φραν Βέλεθ στο πλευρό του. Η αποχώρηση του Καταλανού κεντρικού αμυντικού με προορισμό την Αλ Φατέχ της Σαουδικής Αραβίας, ήταν δυσκολοχώνευτη.
Μαζί έπιναν καφέ σχεδόν κάθε πρωί, μοιραζόντουσαν προβληματισμούς και χαρές και ο Βέλεθ φρόντιζε να συμβουλεύει και να στηρίζει συνεχώς τον μικρό του αδελφό, όπως έβλεπε τον Αϊτόρ, έστω και αν είναι μόλις πέντε χρόνια μικρότερός του.
«Σε αγαπώ» ήταν η απάντηση του Φραν στο αποχαιρετιστήριο μήνυμα στο Instagram από τον Αϊτόρ, ο οποίος τον τελευταίο ενάμιση χρόνο άρχισε και πάλι να αγαπάει με την καρδιά του την μπάλα. Αυτή με την οποία δεν έχει ιδιαίτερη σχέση ο Λέο, έστω και αν κουνάει σαν τρελός την ουρά του όταν βλέπει το αφεντικό του να της «μιλάει» με το αριστερό του πόδι.
πηγή: gazzetta.gr
Comments