Ο μονόδρομος των επτά ξένων, οι υποχρεωτικές κινήσεις στην ελληνική αγορά και η υπομονή που απαιτείται
Ο Ιούλιος ήταν ένα roller coaster για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ και τους φιλάθλους του. Τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε αγωνιστικό επίπεδο. Από τη μία η αποχώρηση του Νεμάνια Νέντοβιτς (για τον Ερυθρό Αστέρα) και του Ιωάννη Παπαπέτρου (για την Παρτίζαν), από την άλλη η απόκτηση του Μάριους Γκριγκόνις και η γενικότερη προσπάθεια να καλυφθούν οι (πάρα πολλές) τρύπες που υπήρχαν στο έμψυχο δυναμικό.
Είναι αντικειμενική αλήθεια πως αυτό που κλήθηκαν να διαχειριστούν ο Αργύρης Πεδουλάκης με τον Ντέγιαν Ράντονιτς δεν ήταν… εύκολο κι απλό. Προσπάθησαν όμως με τα μέσα που διέθεταν και κάποιες δεδομένες δυσκολίες (πρόβλημα με τον αριθμό των γηγενών αθλητών) να κάνουν τη δουλειά όσο το δυνατόν καλύτερα και να δημιουργήσουν ένα σύνολο, που ως κύρια χαρακτηριστικά θα έχει τα εξής:
- μαχητικότητα
- εμπειρία από τη διοργάνωση
- δεδομένες αμυντικές αρετές
Έκλεισαν οι βασικές τρύπες της τελευταίας διετίας
Το μείζον για τον Ντέγιαν Ράντονιτς ήταν να μην επαναλάβει στη διάρκεια της offseason τα λάθη των προκατόχων του, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με δύο θέσεις της πεντάδας: αυτή του point guard κι εκείνη του center.
Στην πράξη, ο 52χρονος τεχνικός αποφάσισε να πορευτεί με γνώμονα την ασφάλεια, αποφεύγοντας τα “στοιχήματα” και την αμφιβολία που θα μπορούσε να συνοδεύσει έναν αθλητή με μηδαμινή εμπειρία από την EuroLeague.
Εξ ου η επιλογή του Νέιτ Γουόλτερς για τη θέση του βασικού κουμανταδόρου. Εκτός κι αν θεωρεί κάποιος ότι ένας προπονητής που είναι νέος σε μια ομάδα θα άφηνε στην τύχη κάτι τόσο σημαντικό για τη δομή του rotation.
Το αυτό ισχύει εν πολλοίς για τον Πάρις Λι, τον οποίο βέβαια ο Ντέγιαν Ράντονιτς βρήκε στον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ (με την άποψη πως η συμφωνία με τον βραχύσωμο γκαρντ είχε επιτευχθεί αρκετό καιρό πριν έρθει η πρόσληψη του ιδίου).
Σε ό,τι έχει να κάνει με τη θέση του center, τώρα, η απόφαση να δοθεί ένα καλό συμβόλαιο στον παίκτη που θα ξεκουράζει τον Γιώργο Παπαγιάννη έχει επίσης την εξήγησή της.
Ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ πλήρωσε σε πολλές περιπτώσεις την τελευταία διετία το γεγονός πως πίσω από τον 25χρονο ψηλό δεν υπήρχε αξιόπιστη δεύτερη επιλογή, για να προσφέρει επί της ουσίας κι όχι ως λύση ανάγκης.
Κοινώς, τουλάχιστον στα χαρτιά, ο τρόπος με τον οποίο δομήθηκε το rotation στο “1” και το “5” απέχει αρκετά από τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια. Γι αυτό κιόλας έγιναν οι αντίστοιχες οικονομικές επενδύσεις, σε αντιδιαστολή με τα χρόνια που προηγήθηκαν.
Ο αστερίσκος για το “3”
Η αποχώρηση του Ιωάννη Παπαπέτρου άφησε ένα εύλογο (μεγάλο) κενό στη θέση του small forward, από την άποψη πως ουδείς εξ όσων αποκτήθηκαν δεν κυκλοφορεί με την ταμπέλα του παίκτη που έχει γαλουχηθεί σε αυτή τη θέση. Ο Μάριους Γκριγκόνις έχει το μέγεθος για να πάρει λεπτά στη συγκεκριμένη θέση, ο Παναγιώτης Καλαϊτζάκης αποκτήθηκε με τη λογική πως θα έχει ενεργό ρόλο στο rotation (τούτο αποτυπώθηκε στο ύψος του συμβολαίου του), ενώ η αναζήτηση στην αγορά για παίκτη που θα μπορεί επίσης να “κατέβει” στο “3” στη διάρκεια ενός αγώνα έρχεται για να βάλει τέλος στη συζήτηση.
Είναι ξεκάθαρο πως το πρόβλημα που προέκυψε με τους γηγενείς αθλητές, θα έπρεπε να καλυφθεί ως ένα βαθμό εκ των έσω. Είτε με τη μετατόπιση κάποιων παικτών στη συγκεκριμένη θέση (βλ. Μάριους Γκριγκόνις) είτε με την “προαγωγή” κάποιων άλλων (βλ. Λευτέρης Μαντζούκας, για τον οποίο γίνεται άλλωστε αρκετή συζήτηση εδώ και μήνες σχετικά με την αναβάθμιση του ρόλου του).
Ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ πορεύτηκε λοιπόν εν πολλοίς με την υποχρέωση να πάει σε επτά ξένους για να μπορέσει να είναι λειτουργικός στην EuroLeague.
Εκτός κι αν υπάρχει κάποιος που θεωρεί πως θα ήταν δέον να αυξήσει ακόμη περισσότερο τον αριθμό των ξένων (να πάει στους οκτώ) για να είναι η ομάδα απόλυτα οχυρωμένη σε κάθε τομέα.
Ένα παράδειγμα που έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια πως δεν μπερδεύει το rotation, πως δεν αποδίδει και πως γενικά δεν είναι το πλέον χρήσιμο για έναν προπονητή.
Πόσω μάλλον όταν οι εσωτερικές ισορροπίες στο rotation είναι πολύ εύθραυστες, λόγω του ότι μιλάμε για μια υπό δημιουργία ομάδα.
Ο ελληνικός μονόδρομος της αγοράς
Όλα αυτά φυσικά προέκυψαν επειδή το πρόβλημα στον ελληνικό κορμό υφίσταται για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ σε σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για μια αναπόφευκτη συνθήκη από την στιγμή πως δεν υπάρχουν σε… αφθονία (το κάθε άλλο) οι αθλητές που μπορούν εμπράκτως να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της EuroLeague, ως έχοντες βασικό ρόλο.
Η απόκτηση του Παναγιώτη Καλαϊτζάκη και η τρίτη ευκαιρία στον Γιώργο Καλαϊτζάκη ήταν λίγο – πολύ υποχρεωτικές ως κινήσεις. Πολύ απλά γιατί σε διαφορετική περίπτωση, ο Ντέγιαν Ράντονιτς θα βρισκόταν σε αδιέξοδο σε ό,τι έχει να κάνει με τις εγχώριες διοργανώσεις και την κατανομή των ρόλων σε αυτές.
Όσο όμως ήταν μονόδρομος για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ να επενδύσει στα δίδυμα αδέλφια, το ίδιο ισχύει επίσης για εκείνα σε ό,τι έχει να κάνει με την πορεία της καριέρας τους.
Πολύ απλά γιατί αυτό το κενό που υπάρχει σε επίπεδο ταλέντου σε αρκετές από τις φουρνιές που ακολουθούν το δικό τους έτος γέννησης (1999) μπορεί να τους καταστήσει όχι απλά χρήσιμους, αλλά απαραίτητους σε βάθος χρόνου για τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ -και την Εθνική Ανδρών.
Οι πράσινοι έκαναν αυτό που έπρεπε ως κίνηση/λογική. Τώρα πλέον όλα εξαρτώνται από το πώς ο Παναγιώτης με τον Γιώργο θα εκμεταλλευτούν την υπάρχουσα συνθήκη για να αλλάξουν το status τους και να εξελιχθούν σε ισότιμα μέλη του rotation.
Η εμπιστοσύνη κερδίζεται, αλλά…
Καλώς ή κακώς, μετά από μια διετία με πάρα πολλά προβλήματα, αναρίθμητες αλλαγές ξένων παικτών (με αποκορύφωμα το φετινό καλοκαίρι) και τη μετατροπή της ήττας στην EuroLeague σε… συνηθισμένο γεγονός για τον οργανισμό, ο κόσμος έχει κάθε λόγο να αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό και μπόλικη αμφιβολία οτιδήποτε αφορά την ομάδα.
Η εμπιστοσύνη άλλωστε είναι κάτι που κερδίζεται στην πράξη, από αυτά που συμβαίνουν κι όχι από εκείνα που πιστεύει ο καθένας σε θεωρητικό επίπεδο.
Την ίδια ώρα όμως, επειδή αυτό που θέλει να δημιουργήσει ο Ντέγιαν Ράντονιτς στο ΟΑΚΑ χρειάζεται χρόνο για να υλοποιηθεί στον απόλυτο βαθμό, είναι απαραίτητη επίσης η υπομονή.
Πόση ακόμη, μπορεί απόλυτα φυσιολογικά να σκεφτεί κανείς. Ρητορικό το ερώτημα. Τούτο όμως δεν σημαίνει πως η αμφιβολία για οτιδήποτε συμβαίνει (σε μεταγραφικό ή αγωνιστικό επίπεδο) πριν καν οι παλιοί κι οι νέοι μπουν στο παρκέ θα βοηθήσει μια ήδη δύσκολη -ψυχολογικά- κατάσταση. Το ακριβώς αντίθετο.
Είναι σαφές άλλωστε πως όλα αυτά τα χρόνια στην EuroLeague, ο Ντέγιαν Ράντοντις έχει κερδίσει το δικαίωμα να ζητάει (sic) έμπρακτη εμπιστοσύνη στο πλάνο και το έργο του. Ή, έστω, μια μικρή… παράταση πριν ξεκινήσει η (αυστηρή) κριτική.
Εκτός κι αν πιστεύει κανείς πως από τη μια στιγμή στην άλλη, ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ θα μετατραπεί από κομπάρσο της διοργάνωσης σε απόλυτο πρωταγωνιστή, που θα έχει αυξημένες πιθανότητες εισόδου στην οκτάδα.
Τη δεδομένη χρονική στιγμή, το μείζον είναι να μπουν οι βάσεις, ώστε ο σύλλογος να ανακτήσει την αγωνιστική αξιοπιστία του στη διοργάνωση και σταδιακά να έχει τη δυνατότητα να κοιτάξει πιο ψηλά στην κατάταξη.
Είναι λογικό κι επόμενο, για τη μεγάλη βάση των φίλων του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ να υπερισχύει το θυμικό στο κομμάτι της κριτικής/αξιολόγησης της υπάρχουσας κατάστασης εξαιτίας της αποχώρησης του Νεμάνια Νέντοβιτς και του Ιωάννη Παπαπέτρου.
Αυτό όμως δεν θα πρέπει να φέρνει εκ προοιμίου προ τετελεσμένου την προσπάθεια που θα κάνουν φέτος οι παίκτες του Ντέγιαν Ράντονιτς στο παρκέ του ΟΑΚΑ. Οι συγκρίσεις άλλωστε δεν θα πρέπει να γίνονται με την κατάσταση που επικρατούσε πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια, αλλά με αυτή που βίωσε ο σύλλογος τα δύο προηγούμενα χρόνια.
Είναι σαφές πως δεν μπορούν όλα να αλλάξουν εντυπωσιακά προς το καλύτερο σε μια μέρα. Χρειάζονται χρόνος, επιμονή στην σκληρή δουλειά και υπομονή.
Το Depth Chart του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ για το 2022/23
- PG: Νέιτ Γουόλτερς, Πάρις Λι, Λευτέρης Μποχωρίδης (δεν έχει επισημοποιηθεί η παραμονή του).
- SG: Άντριου Άντριους, Γιώργος Καλαϊτζάκης, Νεοκλής Αβδάλας.
- SF: Μάριους Γκριγκόνις, Παναγιώτης Καλαϊτζάκης, Λευτέρης Μαντζούκας.
- PF: Ντέρικ Γουίλιαμς, Νίκος Χουγκάζ, Αλέξανδρος Σαμοντούροβ.
- C: Γιώργος Παπαγιάννης, Αρτούρας Γκουντάιτις.
Comments