Αν τα όνειρα είχαν ταβάνι, θα το είχε τρυπήσει. Μην τον προκαλέσετε, θα χάσετε… Ο Χόρντουρ Μπγιόρκβιν Μάγκνουσον είναι από μόνος του ένα απροσπέλαστο τείχος, το οποίο θα στηθεί στην Λεωφόρο!
Ισλανδία, ε; Ως ποδοσφαιρική χώρα, ε; Μέχρι πριν μερικά χρόνια φάνταζε αστείο. Μετά, έκαναν την Αγγλία να μοιάζει αστείο, και την Ευρώπη να καταλάβει ότι they mean business. Ήταν σα να ήρθαν όλοι μαζί! Σα να μπήκε μέσα τους η φλόγα μερικά χρόνια πριν και ξαφνικά αποφάσισαν να γίνουν ποδοσφαιριστές. Τέλος στους αυτάρκεις και τίμιους Άαρναν Γκρέταρσον και τους «καρχαρίες» Σέλγκι Σίγκουρντσον ή ακόμα-ακόμα και στους σπουδαίους, όπως o Εϊντούρ Γκούντγιονσεν. Τέλος σε εξαιρέσεις που υπήρξαν μεμονωμένες ή περιπτώσεις που γνωρίσαμε απλώς και μόνο γιατί ήρθαν στα μέρη μας.
Η νέα γενιά άξιζε κάθε παλμό. Κάθε σφυγμό. Κάθε ιαχή. Κάθε ανατριχίλα. Κάθε αποθέωση. Κάθε χειροκρότημα. Το Viking Clap! Εκείνο που ξεσήκωνε τον κόσμο στην Γαλλία και εκείνο που ξεσήκωσε τον κόσμο και δύο χρόνια μετά στην Ρωσία. Ο Χόρντουρ ήταν εκεί, και στα δύο ραντεβού. Ένας μέσος που έγινε αμυντικός στην Ιταλία, διδάχτηκε τα μυστικά της θέσης από τους καλύτερους, εκτελεί πλάγια άουτ με τη δύναμη ενός παίκτη χάντμπολ και τα φάουλ με την τεχνική που κόπιαρε από τον Αντρέα Πίρλο. Ένας παίκτης που έχει είδωλο (σ.σ. παρουσιαστικά) τον Ντέιβιντ Μπέκαμ, χρειάζεται μία ώρα πριν από τον αγώνα για να φτιάξει τα μαλλιά του – ένας παίκτης που καλό είναι να μην τον προκαλείς. Γιατί θα χάσεις.
«Μου αρέσουν τα video games, αλλά για να είμαι ειλικρινής στο τελευταίο Pro Evolution έμοιαζα λίγο με έναν Ισλανδό Λίαμ Νίσον. Ελπίζω αν πάρουμε το μουντιάλ, να γίνω εξώφυλλο και να με πετύχουν καλύτερα».
Γέλασε ο δημοσιογράφος. Γέλασε και ο Μάγκνουσον. Ποιος δε γέλασε; Ο εαυτός του, το 2004, όταν ήταν έντεκα ετών και κατάφερε να τρυπώσει στα αποδυτήρια του γηπέδου για μια φωτογραφία με τον Τζιανλουΐτζι Μπουφόν. «Ήμουν ball boy σε ένα φιλικό ματς της Ισλανδίας με την Ιταλία. Κερδίσαμε 2-1. Ήμουν πίσω από την εστία κι έτσι έδωσα πολλές φορές τη μπάλα στον Μπουφόν. Ο Τζίτζι, παρότι είχαν χάσει, ήταν ευγενικότατος στα αποδυτήρια. Μας χαμογελούσε, μας πείραζε, δίναμε high-five. Του έδειξα τη selfie μου όταν πήγα στο Τορίνο και τα θυμόταν όλα».
Έντεκα χρονών και είσαι ball boy, 18 χρονών και χασκογελάς κάθε φορά που καταφέρνεις στην προπόνηση να βάλεις γκολ στον Μπουφόν. «Ναι, ναι, το κατάφερα! Και κάθε φορά ένιωθα χαρούμενος και χαμογελούσα από μέσα μου».
I’m too lazy for this sport!
Η εισαγωγή στον 18χρονο Χόρντουρ δεν έχει νόημα χωρίς να γνωρίσουμε τον πιτσιρικά. Εκείνον που έγινε μέλος στη ισλανδική Φραμ όταν ήταν 2,5 ετών, επειδή η θεία του τον έγραψε στα μητρώα. Εκείνον που ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην ομάδα όταν ήταν 5,5 ετών, εκείνον που ήταν φανατικός οπαδός της Έβερτον, και της Ρόμα και θαύμαζε τον Φραντσέσκο Τότι. Επίσης, είχε το παρατσούκλι μικρός Μπάλακ, ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής όπως τα αδέρφια του, αλλά είχε ένα βασικό πρόβλημα: Βαριόταν να σηκωθεί από το κρεβάτι! «Μου φάνταζε βουνό να πάω προπόνηση. Ο Κχλινούρ ήταν εκείνος που με τραβούσε να σηκωθώ. Όταν, όμως, ξεκινούσα με τη μπάλα, δε μπορούσα να σταματήσω. Έπρεπε να με τραβάνε σπίτι για να καταφέρω να διαβάσω και λίγο».
Ας του δώσουμε ένα άλλοθι: Η προπόνηση ποδοσφαίρου στην Ισλανδία δεν είναι το ίδιο απλή με άλλες χώρες του κόσμου. Η προεργασία απαιτεί να πηγαίνουν οι νεότεροι μια ώρα νωρίτερα και να καθαρίζουν το γήπεδο από το χιόνι. Κάθε μέρα. Γιατί κάθε μέρα χιονίζει. Επί μήνες. Διότι επί μήνες χιονίζει. Ο 29χρονος έπαιζε και χάντμπολ παράλληλα. Μέχρι τα 15 του έπαιζε και τα δύο αθλήματα, μέχρι που διάλεξε το ποδόσφαιρο. Φαινόταν ότι έχει το ταλέντο, και είχε τη συνήθεια να βρίσκεται συνέχεια σε ένα γήπεδο.
Και συνήθως όταν το ένα πάει και βρίσκει το άλλο, έρχονται και το βρίσκουν και οι σκάουτς. Ο Μάγκνουσον δε φύτρωσε ξαφνικά στην Γιουβέντους. Δεν σαγήνεψε τον Τζίτζι Μπουφόν στα αποδυτήρια και κέρδισε μια θέση στη «μεγάλη κυρία». Πριν τη Γιουβέντους ήταν η Φιορεντίνα (σ.σ. δεν πήγε να δοκιμαστεί). Πριν την Φιορεντίνα ήταν η Έβερτον. Πριν την Έβερτον, η Σάντερλαντ. Πριν την Σάντερλαντ η Στάμπαεκ. Πριν την Στάμπαεκ, η Άλκμααρ. Υπήρχε κάτι εκεί στα βόρεια της Σκανδιναβίας – αυτό ήταν σίγουρο. Η ιταλική ομάδα ήταν εκείνη που δε δίστασε να ρισκάρει. Μετά από ένα χρόνο δανεισμού, υπέγραψε τον Ισλανδό μέσο για τέσσερα χρόνια.
Μέσο; Λάθος του πληκτρολογίου; Δαίμονας του τυπογραφείου, έστω κι αν δεν υπάρχει πια τυπογραφείο; Αυτόματη διόρθωση του word; Τίποτα από όλα. Ναι, ο Χόρντουρ Μάγκνουσον ήταν μέσος, είχε έφεση στο σκοράρισμα και συχνά έπαιζε και πίσω από τους επιθετικούς. «Πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε εξαιρετικά πράγματα με το ταλέντο του. Έχει σπάνια τεχνική κατάρτιση. Έχει μακρινή πάσα που δεν έχω δει για χρόνια», έλεγε ο Μάρκο Μπαρόνι και την εκπαίδευσή του στη θέση ανέλαβαν ονόματα που προκαλούν δέος. Όλα όσα έζησε στην Γιουβέντους προκαλούν δέος. Έκανε παρέα με τον Ντιμπαλά. Έμενε μετά την προπόνηση για να δουλέψει πάνω στις εκτελέσεις φάουλ με τον Αντρέα Πίρλο, τον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο και τον Πολ Πογκμπά. Εκπαιδευόταν από τον Αντόνιο Κόντε και τον Μάσιμο Καρέρα. Καθοδηγούταν από τον Τζιόρτζιο Κιελίνι, τον Λεονάρντο Μπονούτσι και τον Αντρέα Μπαρτζάλι.
Ο πιτσιρικάς από την Ισλανδία. Ο μέσος της Φραμ. Ο μικρός που βαριόταν να σηκωθεί να πάει προπόνηση. Για να είμαστε δίκαιοι, βαριόταν και στην Ιταλία. «Τον πρώτο καιρό έμενα σε ξενοδοχείο και ο δάσκαλός μου ερχόταν νωρίς το πρωί και δεν ήθελα ποτέ να κάνω μάθημα. Πέρασα έξι μήνες χωρίς να μιλάω τη γλώσσα και ήξερα ότι στο Τορίνο δε θα ήταν εύκολο να συνεννοηθώ στα αγγλικά, αλλά ήταν δυσκολότερο απ’ όσο πίστευα». Ο Μάγκνουσον ζούσε το όνειρο μέσα στο γήπεδο και αυτό του αρκούσε. Ένας τραυματισμός τον άφησε πίσω αγωνιστικά, όμως του έδωσε στο χρόνο για να μάθει τη γλώσσα και να συνεννοείται καλύτερα.
«Είναι σα να είσαι στο σχολείο και να πρέπει να κρατάς σημειώσεις σε ό,τι σου λένε. Ήμουν δίπλα σε παίκτες που κάποτε θαύμαζα. Έβλεπα τον Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο. Μετά ήρθε ο Γιορέντε, ήρθε ο Τέβες, ήρθε ο Ιακίντα, ήρθε ο Λούκα Τόνι κι εγώ έπρεπε στην προπόνηση να αμύνομαι σε τέτοιους θρύλους».
Ένας του ξέφυγε μόνο και είχε τη θρασύτητα να το δηλώνει, παρότι έπαιζε στην Γιουβέντους. «Πάντα θαύμαζα το ιταλικό ποδόσφαιρο, περισσότερο ακόμα και από το αγγλικό. Πριν πάω στην Γιουβέντους, με ήθελε η Μάντσεστερ Σίτι και η Τότεναμ, αλλά η Ιταλία ήταν η πρώτη μου επιλογή. Υποστήριζα από μικρός τη Ρόμα γιατί θαύμαζα τον Φραντσέσκο Τότι». Ουπς!
Here’s to you mr. Magnusson!
Δεν κατάφερε να παίξει απέναντι στον Φραντσέσκο Τότι, παρά τα χρόνια που έμεινε στην Ιταλία. Κατάφερε να παίξει απέναντι στη Ρόμα, τόσο ως ποδοσφαιριστής της Τσεζένα, όσο και αργότερα στο Champions League ως παίκτης της ΤΣΣΚΑ. Έχει πολλές στιγμές στην καριέρα του να μνημονεύει. Πέρα, φυσικά, από τα κατορθώματα της Εθνικής Ισλανδίας. Αντιμετώπισε την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και νίκησε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Έπαιξε με την Μάντσεστερ Σίτι στα ημιτελικά του λιγκ καπ και την έφερε στα όριά της, διέσυρε (σ.σ. με το απίστευτο 0-3) τη Ρεάλ Μαδρίτης μέσα στην Ισπανία, πήρε ισοπαλία από την Ίντερ μέσα στο Μιλάνο – με διαφορετικές ομάδες, σε διαφορετικές στιγμές, και σε διαφορετικές θέσεις. Όμως ήταν όλες οι στιγμές που καθόρισαν την καριέρα του και την πορεία. Όπως και η ρήξη στον αχίλλειο του τον Απρίλιο του 2021, από την οποία επέστρεψε πιο δυνατός τον προηγούμενο Μάρτιο.
Ο Χόρντουρ Μπγιόρκβιν Μάγκνουσον βρίσκει τη χαρά σε όποια γωνιά του κόσμου βρίσκεται. Τη βρήκε και στο Μπρίστολ, τη βρήκε και στη Μόσχα, και στο Τορίνο, όπως άλλωστε την έβρισκε στο Ρέικιαβικ. Οι συνεργασίες του και η παρουσία του στο γήπεδο αξίζει μόνο ένα σύνθημα για το φινάλε…
«Here’s to you, Hordur Magnusson. City loves you more than you will know»…
Από το Μπρίστολ και τη Μόσχα στην Αθήνα! Μια νέα πόλη ετοιμάζεται να τον αγαπήσει.
Comments