Πλέον, ζει στο Παρίσι και συνεχίζει να ασχολείται με τα πολυαγαπημένα του άλογα σε αγωνιστικό επίπεδο.
Το καλοκαίρι του 2003, ο Ερόλ Μπουλούτ ήταν πολύ κοντά στο να συνεχίσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό, αποτελώντας το συμπλήρωμα του Τάκη Φύσσα στο αριστερό άκρο της άμυνας. Εντέλει, το deal δεν προχώρησε και στις 19 του ίδιου μήνα το τριφύλλι ανακοίνωσε την απόκτηση του Μάρκους Μινχ. Ένας παίκτης με καλό βιογραφικό, ο οποίος έμελλε να γράψει με χρυσά γράμματα τ’ όνομά του στο πράσινο βιβλίο της ιστορίας.
Ο Μινχ έμελλε να γίνει ένας από τους πιο αγαπητούς παίκτες της εξέδρας και ίσως ο κορυφαίος ξένος αριστερός μπακ που πέρασε ποτέ απ’ την ομάδα. Η στήλη “Πού χάθηκες εσύ” επιστρέφει και θυμίζει το παρελθόν του Γερμανού στη χώρα μας, αλλά και το τι κάνει από την ημέρα που αποφάσισε να βάλει τίτλους το 2005. Μια ενασχόληση που ξεκίνησε από την περίοδο που ήταν ακόμα επαγγελματίας, δείγμα ότι για τον ίδιο ήταν “μικρόβιο”.
Η δύσκολη αρχή και η “εκτόξευση”
Ο 31χρονος, τότε, Μίνχ ήρθε στην Ελλάδα, έχοντας μείνει ελεύθερος από την Γκλάντμπαχ που αγωνιζόταν τα δύο προηγούμενα χρόνια. Η αρχή ήταν δύσκολη για τον ίδιο, η προσαρμογή στα νέα δεδομένα δεν ήταν άμεση και η αλήθεια είναι πως αρχικά αμφισβητήθηκε έντονα. Η παρουσία του στο γήπεδο δεν ανταποκρινόταν στις περγαμηνές του, υπήρχε προβληματισμός, αλλά η συνέχεια ήταν εκκωφαντική.
Η αποχώρηση του Τάκη Φύσσα για την Μπενφίκα, άφησε κενό το οποίο αμέσως κάλυψε ο Μινχ χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Γερμανός πήρε φανέλα βασικού και δεν ξαναβγήκε ποτέ. Οι εμφανίσεις του ήταν εξαιρετικές και ο κόσμος φώναζε τ’ όνομά του. Οι ιαχές “Μινχ, Μινχ, Μινχ” και “Είναι τρελός ο Γερμανός” ακούγονταν σε κάθε παιχνίδι και ήταν από τους παίκτες που οι φίλοι του τριφυλλιού λάτρευαν να βλέπουν να… οργώνει την αριστερή πλευρά.
Το 2004, η ομάδα με τον Γιτζάκ Σουμ στον πάγκο της έκανε το νταμπλ της, με τον Μινχ να είναι απόλυτος πρωταγωνιστής. Ήταν η σεζόν που και ψηφίστηκε ως “Ο καλύτερος ξένος ποδοσφαιριστής” και είχε μεγάλη συμβολή στην κατάκτηση των δύο εγχώριων τροπαίων για τον Παναθηναϊκό. Στις δύο χρονιές που έμεινε στην Ελλάδα, συνολικά αγωνίστηκε σε 61 αγώνες σε όλες τις διοργανώσεις, σημείωσε πέντε γκολ, ενώ είχε και 15 ασίστ.
Μέσα σε όλα αυτά, ήταν και ένας πολύ καλός χαρακτήρας, που δεν δημιουργούσε προβλήματα και ήταν άριστος συμπαίκτης. Μια μεταγραφή που αποδείχθηκε λίρα εκατό για τους πράσινους και ας ήταν δύσκολο το ξεκίνημα. Συνέβη και με άλλους μεγάλους ξένους παίκτες. Ποιος δεν ξεχνάει την αναιμική πρώτη χρονιά του Χουάν Χοσέ Μπορέλι και πώς “εκτοξεύτηκε” στη συνέχεια. Μάλιστα, πρέπει να τονιστεί πως το τριφύλλι ήταν ο τελευταίος του ποδοσφαιρικός σταθμός, αφού κρέμασε τα παπούτσια του μόλις άφησε την ομάδα.
Ο Μινχ πριν έρθει στην Ελλάδα
Ο Μινχ γεννήθηκε στο Νούσλοχ της Γερμανός και από την Σαντχάουζεν μεταπήδησε στη Μπάγερν Μονάχου. Εκεί έπαιξε για πρώτη φορά επαγγελματικά, το 1990 και αναδείχθηκε πρωταθλητής Γερμανίας το 1994. Την ίδια χρονιά, μετακόμισε στη Μπάγερ Λεβερκούζεν. Με τη φανέλα των “ασπιρίνων” είχε δύο πολύ καλές σεζόν (57 συμμετοχές και τρία γκολ) και το 1996 επέστρεψε στη Μπάγερν. Κατέκτησε εκ νέου το πρωτάθλημα το 1997 και το Κύπελλο (1998). Ακολούθησε ένας χρόνος στην Κολωνία και εν συνεχεία πήγε στην Ιταλία για τη Τζένοα.
Έμεινε μια χρονιά στην ομάδα της Γένοβας και επόμενος σταθμός του ήταν η τουρκική Μπεσικτάς για δύο χρόνια, μετρώντας 60 εμφανίσεις και έξι γκολ με τους “αετούς”. Τρόπαιο όμως δεν πήρε στην γειτονική μας χώρα. Το 2001 επαναπατρίζεται για χάρη της Γκλάντμπαχ και δύο σεζόν αργότερα ήρθε στην Ελλάδα για τον Παναθηναϊκό.
Ο Μινχ δεν έμελλε να χριστεί ποτέ διεθνής με την εθνική ανδρών της Γερμανίας, υπήρξε όμως βασικό στέλεχος της Ελπίδων, με την οποία μέτρησε 12 διεθνείς συμμετοχές και 2 τέρματα. Βλέπετε, δεν είναι και το πιο εύκολο να κληθείς σε μια εθνική ομάδα του επιπέδου της Γερμανίας, όπου οι επιλογές είναι πάρα πολλές σε κάθε θέση.
Η λατρεία του για τα άλογα και η ζωή στο Παρίσι
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας, δεν έμεινε στο άθλημα, αλλά ασχολήθηκε με την άλλη του λατρεία, τα άλογα. Ήταν κάτι που είχε ξεκινήσει από το 2001 και ενώ ήταν ακόμη ενεργός. Εδώ και δύο δεκαετίες είναι ιδιοκτήτης και προπονητής καθαρόαιμων αλόγων κούρσας. Όλα ξεκίνησαν από την πόλη Μάνχαϊμ, όπου διατηρούσε μια εγκατάσταση με προπονητές και διπλάσιο αριθμό αλόγων, τα οποία λαμβάνουν μέρος σε αγώνες.
Τα τελευταία χρόνια ζει στο Παρίσι και εξακολουθεί να ασχολείται επαγγελματικά με τις ιπποδρομίες. Λαμβάνει μέρος σε παγκόσμια τουρνουά και με την ομάδα του έχει συμμετάσχει σε μεγάλες διοργανώσεις τόσο στην Αγγλία όσο και στην Αμερική. Αναμφίβολα είναι μια απαιτητική επιχείρηση, ωστόσο τα αποτελέσματα είναι επιτυχημένα και ο ίδιος είναι ευχαριστημένος και χαρούμενος. Κάνει αυτό που αγαπάει, το κάνει καλά και δεν σκοπεύει να το σταματήσει…
Comments